Από τις εκδόσεις Μελάνι κυκλοφορεί η νουβέλα του Χένρι Τζέιμς, Η δεύτερη ευκαιρία σε μετάφραση και επίμετρο της Καρολίνας Μέρμηγκα.
«Το έργο είναι η ζωή του δημιουργού» ήταν το περίφημο ρητό του Χένρι Τζέιμς. Ο ίδιος ήταν ένας «ορκισμένος εργένης» αποφασισμένος να κρατήσει τη ζωή του μακριά από τους περιορισμούς και τις υποχρεώσεις που δημιουργούνται από τον έγγαμο βίο και να αφοσιωθεί στην τέχνη του. Είχε ανάγκη να είναι ελεύθερος, να είναι εγωιστής – «εγωιστικά δοσμένος» στην τέχνη του.
Ήταν πεπεισμένος πως οι ευθύνες μιας οικογένειας θα περιόριζαν τους φυσικούς και πνευματικούς ορίζοντές του.
«Για να είναι πραγματικά μεγάλο ένα έργο τέχνης», έγραψε ο Χένρι Τζέιμς σε μια από τις πρώτες του κριτικές, «πρέπει να αναπτερώνει την καρδιά». Αυτός ήταν ο στόχος του και στα δικά του γραπτά, και αυτός είναι και ο στόχος και η αγωνία του πρωταγωνιστή αυτής της νουβέλας, του μυθιστοριογράφου Ντένκομπ. Αν και δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να ταυτίσουμε τον Τζέιμς με τον ήρωά του, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι οι προβληματισμοί του Ντένκομπ αντανακλούν, σε μεγάλο βαθμό, τις αγωνίες του ίδιου του Χένρι Τζέιμς. Το πέρασμα του χρόνου, που δεν είναι ποτέ αρκετός, η αγωνία για το έργο που δεν είναι ποτέ όσο πρέπει καλό, η απελπισία ότι δεν έχει ακόμη καταφέρει να δημιουργήσει το αριστούργημά του.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Χένρι Τζέιμς μας προσφέρει σε αυτή τη νουβέλα ένα απόσταγμα του ταλέντου του, την «πλούσια συμπύκνωση» που αναζητούσε αγωνιωδώς, χωρίς σοβαροφάνεια όμως, αλλά με χιούμορ και λεπτή ειρωνεία, συστατικά που ο ίδιος παρομοιάζει με τη σωστή δόση ζάχαρης που απαιτείται για να δέσει μια καλή μαρμελάδα.
Ο Χένρι Τζέιμς γεννήθηκε το 1843 στη Νέα Υόρκη, αλλά οι γονείς του κατάγονταν από την Ιρλανδία και τη Σκοτία. Ο πατέρας του ήταν διαπρεπής θεολόγος και φιλόσοφος, κι ο μεγαλύ τερος αδελφός του, ο Γουίλιαμ, διέπρεψε επίσης στο χώρο της φιλοσοφίας. Τα πρώτα 20 χρόνια της ζωής του όλη η οικογένεια ταξίδευε μεταξύ Αμερικής και Ευρώπης. Μορφώνεται με ιδιωτικούς παιδαγωγούς στην Γενεύη, το Λονδίνο, το Παρίσι, την Μπολόνια και την Βόννη, αποκτώντας μια κοσμοπολίτικη θεώρηση του κόσμου. Το 1862, στα 19 του, σπούδασε για ένα εξάμηνο στο Χάρβαρντ, επιλέγοντας αντί της αναμενόμενης φιλολογίας, τα νομικά. Το 1865 άρχισε να δημοσιεύει κριτικές και διηγήματα σε αμερικανικά περιοδικά. Το 1875, έπειτα από δύο ταξίδια στην Ευρώπη, έμεινε για ένα χρόνο στο Παρίσι. Εκεί γνώρισε τον Φλωμπέρ, τον Τουργκέ-νιεφ και άλλες προσωπικότητες της λογοτεχνίας. Τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο. Αν και θα έχει, σε όλη τη διάρκεια του βίου του, μιαν έντονη κοινωνική ζωή, σταθερή επαφή με τους μεγαλύτερους λογοτέχνες της εποχής του και στενή σχέση με την οικογένειά του, το μεγαλύτερο μέρος της κάθε μέρας του το περνούσε στο γραφείο του, γράφοντας. Το 1898 έφυγε από το Λονδίνο και εγκαταστάθηκε οριστικά στο Σάσεξ. Πέθανε στις αρχές του 1916 στο Λονδίνο.
Ο Γιάννης Αντωνιάδης γράφει κριτική για το βιβλίο του Henry James, διαβάστε εδώ.