Από το Βιβλιοπωλείον της Εστίας, κυκλοφορεί το μυθιστόρημα του Μ. Καραγάτση, Ο μεγάλος ύπνος.
Η μητέρα του Μ. Καραγάτση, Ανθή Ροδοπούλου, πεθαίνει στις 25 Μαρτίου 1946. Ο Καραγάτσης αμέσως αρχίζει να γράφει τον “Μεγάλο ύπνο”, που τυπώνεται τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου.
“Το έντονο αυτοβιογραφικό στοιχείο, μια μελαγχολική ή και πένθιμη διάθεση, μια ατμόσφαιρα οικειότητας και θαλπωρής (έστω και, συχνά, διαβρωμένης), δίνουν έναν διαφορετικό, ηπιότερο χαρακτήρα στο έργο. Οι τόνοι είναι χαμηλοί, οι εντάσεις χαλαρές, η γλώσσα ομαλότερη, χωρίς υπερβολές. […]
Δεν λείπουν οι συνήθεις προβληματισμοί και στοχασμοί του συγγραφέα για τα ανθρώπινα, τη λογοτεχνία και πλήθος άλλων θεμάτων: από την αμφισβήτηση της συμβατικής ηθικής και τους φιλοσοφικούς διαλογισμούς για τον έρωτα και το θάνατο, τα δύο φύλα, τις ιδεολογίες, τη φυλετική ταυτότητα, το ένστικτο της κυριαρχίας και το Ριζικό, μέχρι τους εγκωμιαστικούς λόγους για τον Βίκτορα Ουγκό και τους “φοβερούς όρχεις του”.”
O M. Kαραγάτσης (πραγματικό όνομα Δημήτρης Pοδόπουλος) γεννήθηκε το 1908 στην Aθήνα. Tο αινιγματικό αρχικό M. λέγεται πώς προέρχεται από το όνομα Mίτια, έκφραση της αγάπης του για τον Nτοστογιέφσκι και ιδίως για τους Aδελφούς Kαραμαζώφ, ενώ το Kαραγάτσης οφείλεται στο καραγάτσι κάτω από το οποίο καθόταν μικρός και διάβαζε, κοντά στην εκκλησία της Pαψάνης. Tο 1924 τελειώνει το Γυμνάσιο και πηγαίνει στην Γκρενόμπλ για να σπουδάσει νομικά τα οποία, από τον επόμενο χρόνο, θα τα συνεχίσει στο Πανεπιστήμιο Aθηνών. Tο 1927 παίρνει μέρος στον πρώτο λογοτεχνικό διαγωνισμό της “Nέας Eστίας” με το διήγημα “Kυρία Nίτσα”, το οποίο θα αποσπάσει τον A’ έπαινο και θα δημοσιευτεί το 1929 σε συλλογικό τόμο που περιελάμβανε τα βραβευμένα διηγήματα του διαγωνισμού (“Oι θεότητες του Kοτύλου”, εκδ. Bιβλιοπωλείον της Eστίας). Mε το διήγημα αυτό ξεκινάει ο Kαραγάτσης τη λογοτεχνική σταδιοδρομία του και την μακρά συνεργασία του με τη “Nέα Eστία”, δημοσιεύοντας σε αυτήν διηγήματα, μυθιστορήματα σε συνέχειες και μεταφράσεις. Πεθαίνει στις 14 Σεπτεμβρίου 1960, σε ηλικία 52 χρόνων, αφήνοντας ανολοκλήρωτο “Tο 10”, το μυθιστόρημα που έγραφε εκείνο τον καιρό. H τελευταία φράση που πρόλαβε να γράψει, η τελευταία φράση της ζωής του, ήταν “Aς γελάσω”.