Ο Τσαρλς Μπουκόβσκι μας υποδέχεται άφοβα στο πλανητικό του σύστημα που με κέντρο αυτόν και το ποτό δορυφορείται σχεδόν αποκλειστικά από Γυναίκες. Ο Χένρι Τσινάσκι, έξυπνο και χιουμοριστικά πασιφανές προσωπείο του συγγραφέα, έχει φτάσει στο σημείο, λόγω μιας περίεργης άσημης διασημότητας, να μπορεί, αν και 60άρης, να απολαμβάνει χωρίς όρια γυναικεία σώματα όλων των ηλικιών.
Ένας ωραίος ηδονιστής, που θεωρεί ενδελεχώς το γυναικείο κορμί, παρατηρώντας το σχεδόν φυσιολατρικά, με σεξουαλικές διαθέσεις πιο ενεργείς κι απ’ αυτές 18χρονου. Φαντάζει συμπεριφοριστής. Παρατηρεί σαν τηλεοπτικός φακός τον κόσμο -τις γυναίκες- και φαίνεται σαν να συνδέει αιτιολογικά την αντίδραση με την ουσία του χαρακτήρα. Μήπως μια τέτοια θέαση οφείλεται στη συνεχή καταφυγή στο αλκοόλ; Ή ο αναγνώστης τού καταλογίζει μια τέτοια ψυχρότητα, χωρίς να την αξίζει, αφού σε άλλα, ελάχιστα δυστυχώς, σημεία φανερώνει απροκάλυπτα αυτό που βρίσκεται κάτω από την δήθεν επιφάνειά του; Μάλιστα κι ο ίδιος το λέει εμμέσως ή σαφώς πολλές φορές. Το “βάθος” τον κουράζει. Ή για να το πούμε καλύτερα τον κουράζει η συνειδητή ενασχόληση με την ουσία. Μπορεί να θέλει πάντα να ακούει καλή μουσική και να δακτυλογραφεί σαν εργάτης αλλά στο μεγαλύτερο μέρος της καθημερινότητάς του αυταπατάται συνειδητά. Έχει πλέον μεγαλώσει κιόλας. Αλλά όσο κι αν ένα σημαντικό κομμάτι του εαυτού του τον προστάζει να ηρεμήσει, να πιει και να γράψει, πάντα υπάρχουν οι γυναίκες, τις οποίες δεν μπορεί να παραβλέψει με τίποτα. Όσο κι αν αναλώνεται σε πράξεις της βραδιάς, όλα τα φιλιά του είναι τρυφερά, άλλωστε του αρέσουν τα φιλιά. Μπορεί με μια πρώτη ματιά να δίνει την εντύπωση ενός φτηνού ερωτιάρη, που λόγω ενός κάποιου ποιητικού ταλέντου, ξελογιάζει τις μικρές θαυμάστριές του, όμως στην ουσία περισσότερο υμνεί το γυναικείο φύλο. Αναγνωρίζει το μεγαλείο του και το φοβάται. Και ξέρει πολύ καλά πως οι “καλές” γυναίκες μπορούν να του αδράξουν την ψυχή, αλλά επίσης ξέρει πως ό,τι απέμεινε από αυτή το θέλει για τον εαυτό του.
Πολλά απ’ τα βιώματά του τα περνά κατ’ ευθείαν στο χαρτί. Οι σκέψεις και τα λόγια του περί συγγραφής ιντριγκάρουν ακόμη περισσότερο τον αναγνώστη να προβληματιστεί για τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και αλήθειας. Σϊγουρα υπάρχουν στιγμές στις οποίες αναρωτιέται “Όλα αυτά αλήθεια γίνονται;”. Ίσως και αυτό να συνιστά στοιχείο στυλιστικής. Το πιο φανερό στοιχείο άρθρωσης της σκέψης-δομής (και ζωής;) του γράφοντος-πρωταγωνιστή είναι οι Γυναίκες. Καθεμία αποτελεί μια ψηφίδα στο τεράστιο από διαφυλικές εμπειρίες ψηφιδωτό της ζωής του Τσινάσκι. Καθεμία του δίνει από κάτι και ο ίδιος το αναγνωρίζει. Διακρίνει και κρίνει τα θηλυκά. Έτσι το ψηφιδωτό έχει δύο όψεις: αφ’ ενός αυτή μιας πολλαπλής γυναικείας “ψυχολογίας” και αφ’ ετέρου αυτή του αντρικού ρόλου στα πράγματα ως παρατηρητή και πράττοντος. Τις δύο όψεις συνέχει η δύναμη της Συνήθειας, που δίνει το δικαίωμα στον άντρα να γίνεται πού και πού συναισθηματικός. Όπως ο ίδιος σκέφτεται: ” Ήμουν πολύ συναισθηματικός μ’ ένα σωρό πράγματα: με τα παπούτσια μιας γυναίκας κάτω απ’ το κρεβάτι∙ με ένα κοκαλάκι για τα μαλλιά αφημένο σ’ ένα κομοδίνο∙…με το να βαδίζω μαζί τους στο βουλεβάρτο στη μία και μισή το μεσημέρι, οι δυο μας, ναι, δύο άνθρωποι μονάχα που βαδίζουν μαζί∙ με τις παρατεταμένες νύχτες όλο ποτά και τσιγάρα και κουβέντες∙…”.
Τον ρόλο που στο δικό μας πλανητικό σύστημα διαδραματίζει η Ατμόσφαιρα, σίγουρα στο σύστημα του Μπουκόβσκι την διαδραματίζει το ποτό – όχι μόνο για να δημιουργήσει ατμόσφαιρα. Είναι ο μόνιμος συνοδός του πρωταγωνιστή, δεν υπάρχει στιγμή μη συνοδευόμενη από ένα καλό (σπανιότερα κακό) ποτό. Όπως λέει άλλωστε κι ο ίδιος: ” Αν συμβεί κάτι κακό, πίνεις για να ξεχάσεις∙ αν συμβεί κάτι καλό, πίνεις για να γιορτάσεις∙ αν δεν συμβαίνει τίποτα, πίνεις μπας και συμβεί κάτι.”
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Μέσα σε ένα ανελέητο -κάποιες στιγμές τραγικά επαναλαμβανόμενο- στροβίλισμα μεταξύ γυναικών-ιπποδρόμου και ποτού, εκεί που αναρωτιέσαι τι θα σου δώσουν λίγες ακόμη σελίδες ελάχιστα διαφοροποιημένων (αν και οξυδερκώς περιγραφόμενων) επιδόσεων στο κρεβάτι εκ μέρους του Τσινάσκι, έρχεται μια σπάνια φιλοσοφική ενατένιση που σε δικαιώνει. “Οι άνθρωποι δίχως ηθικούς κώδικες συχνά περνιούνται για πιο απελευθερωμένοι, αλλά στην πραγματικότητα τους λείπει η ικανότητα να αισθανθούν ή να αγαπήσουν. Κι έτσι γίνονται απλώς σεξουλιάρηδες. Πεθαμένοι πηδάνει πεθαμένους. Κανένα ρίσκο, κανένα χιούμορ, τίποτα στο παιχνίδι τους- πτώματα πηδάνε πτώματα. Οι ηθικές αξίες είναι περιοριστικές, αλλά έχουν θεμελιωθεί στην ανθρώπινη πείρα μες στους αιώνες. Μερικές ηθικές αξίες τείνουν να κρατάνε σκλάβους τους ανθρώπους στα εργοστάσια, στις εκκλησίες, στο κράτος. Άλλες ηθικές αξίες είναι απλούστατα σωστές και λογικές. Είναι σαν κήπος που έχει και δηλητηριώδεις καρπούς αλλά και καλούς. Το θέμα είναι να ξέρεις ποιον καρπό να κόψεις και να φας και ποιον να αφήσεις εκεί που είναι.”
Αν είσαι λάτρης του ποιητή Μπουκόφσκ ίσως απογοητευθείς εν μέρει. Το μυθιστόρημα ομοιάζει με σελίδες ημερολογίου επιλεγμένες με κριτήριο τον σεξουαλικό πληθωρισμό. Ο Μπουκόβσκι λέει όσα δεν λέει στα ποιήματά του. Και ενδέχεται στην ποιητική αυτή αφαιρετικότητα να έγκειται το στοιχείο του ταλέντου του. Από βιογραφικής άποψης -μιας και μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του μυθιστορήματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορική αλήθεια- είναι ενδιαφέρον για να δει κανείς το πώς μια αλήθεια γίνεται τέχνη. Από λογοτεχνικής άποψης πίσω από την επιφανειακή καταγραφή εμπειριών της καθημερινότητας κρύβεται αυτό που ονομάσαμε ψηφιδωτό, απ’ το οποίο αποπνέεται ένας περίεργος ρομαντισμός, ένας λυρισμός κάποιου που αποδέχεται τον κυνισμό της μεταμοντέρνας εποχής χωρίς να θέλει να τον εστερνιστεί. Μάλλον η αναγνωστική προσέγγιση είναι αυτή που τελικά θα κρίνει τα υλικά και τα στοιχεία συναρμογής του ψηφιδωτού.
Το βιβλίο του Τσαρλς Μπουκόβσκι, Γυναίκες, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.