Με μια ευρηματική ιδέα ο Κανέκ Σάντσεζ Γκεβάρα διεισδύει στην Ιστορία μιας χώρας που πίστεψε στην ιδέα της επανάστασης και την πραγμάτωσε πριν από κάμποσα χρόνια, περιγράφοντας την τωρινή ζωή των κατοίκων της, την αίσθηση της απογοήτευσης μιας γενιάς και την ελπίδα της να ξεφύγει από τη ρουτίνα μιας χώρας που είδε τις προσδοκίες τα να γκρεμίζονται.
Η ζωή ενός χωρισμένου άνδρα που προσπαθεί να σταθεί όρθιος ξανά αλλά τίποτα γύρω του δεν τον βοηθάει Το πολιτειακό σύστημα τον καταπνίγει, ο φόβος για το μέλλον είναι διάχυτος και η σκέψη του είναι καρφωμένη στην απελπισία όλων όσοι, αυτοεξοριζόμενοι, προσπαθούν να ξεφύγουν ανεβαίνοντας σε σχεδίες και διακινδυνεύουν για τη φυγή τους. Εφιάλτες τον αποδυναμώνουν. Μοιάζει με ήρωα του Κάφκα που φοβάται μια αναίτια σύλληψή του και ατενίζει τη θάλασσα της ελπίδας που ανοίγει μπροστά του η ελπίδα της δικής του αυτοεξορίας.
«Ατενίζει πάλι τη θάλασσα και ξαναπίνει απ’ το μπουκάλι. Πίσω του, η πόλη -βρόμικη και ωραία και χαλασμένη• μπροστά του, η άβυσσος που υποδηλώνει την ήττα. Δεν είναι δίλημμα, δεν είναι καν αντίφαση, αλλά η βεβαιότητα πως αυτή η άβυσσος, αυτή η απομόνωση, μας καθορίζει και μας περιορίζει. Νικάμε την απομόνωσή μας, σκέφτεται, και η απομόνωσή μας μας νικάει. Το τείχος είναι η θάλασσα, το παραπέτασμα που μας προστατεύει και μας εγκλείει. Δεν υπάρχουν σύνορα• αυτά τα νερά είναι κάστρο και συρματοπλέγματα, χαράκωμα και κάτεργο, όρυγμα και καταπακτή. Αντιστεκόμαστε στην απομόνωση. Επιβιώνουμε με την επανάληψη», γράφει ο συγγραφέας σ’ αυτό το μοναδικό βιβλίο που εξέδωσε στη σύντομη ζωή του, αφήνοντας το αποτύπωμα των δικών του σκέψεων για όλα όσα αντιστέκεται η συνείδησή του να αποδεχτεί. Εξαπολύει ένα δριμύ κατηγορώ στην κούβα του Κάστρο και στην απομάκρυνσή της από το όνειρο της παλαιάς εκείνης επανάστασης στην οποία πρωταγωνίστησε ο παππούς του.
Μοιάζει η ζωή όλων να περιστρέφεται ξανά και ξανά γύρω από τις ίδιες δοκιμασίες, όπως περιστρέφεται ένας παλιός, φθαρμένος δίσκος 33 στροφών.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
«Βρομιά στη βρομιά. Ένας δίσκος γρατζουνισμένος και βρόμικος. Εκατομμύρια δίσκοι γρατζουνισμένοι και βρόμικοι. Όλη η ζωή είναι ένας δίσκος γρατζουνισμένος και βρόμικος. Ο γρατζουνισμένος δίσκος του χρόνου που γυρίζει και ξαναγυρίζει. Βρόμικος».
Πέρα όμως από την προσωπική πολιτική θέση του συγγραφέα του, η οποία, αναμφίβολα, κυριαρχεί στο βιβλίο—ενδεχομένως κάποιοι άλλοι θα αντιπρότειναν το επίπεδο υγείας και παιδείας που επιτεύχθηκε στην κούβα όλα αυτά τα χρόνια– αυτό που κάνει το βιβλίο ένα σημαντικό ανάγνωσμα είναι η λογοτεχνικότητά του.
Ο συγγραφέας του με έντονα λυρική διάθεση καταγράφει τη μελαγχολία της ψευδαίσθησης όπως ο ίδιος την ορίζει, το ξεθώριασμα μιας μουσικής που ακούστηκε πριν από πολλά χρόνια μέσα από έναν δίσκο κατεστραμμένο που επιμένει να γυρίζει σε μια καθημερινότητα νωχελική, ομιχλώδη, παραπλανητική. Μέσα από τη μουσική, τη φωτογραφία, το διάβασμα, ο ήρωας προσπαθεί να σπάσει την κρούστα της μονοτονίας στην οποία ζει και να διαρρήξει τον υμένα της μοναξιάς που τον περιβάλλει, ενώ ταυτόχρονα βλέπει να απλώνονται μπροστά του νέοι ορίζοντες για να ακουμπήσουν τα όνειρά του.
Με ποιητικό τρόπο ο Γκεβάρα παρουσιάζει απλές στιγμές από τα ζωή του ήρωά του, τις περιπλανήσεις του, τα όνειρά του, τον τρόπο που σκέφτεται, εργάζεται, περπατάει, συγκλονίζεται από την ακινησία της δικής του ζωής και των συνανθρώπων του, από τη δύναμη της Ιστορίας να αναμοχλεύει το παρελθόν και «να παρασέρνει τις ζωές των ανθρώπων στα ρεύματα της θάλασσας».
«Δεν γράφουμε Ιστορία, σκέφτεται, απλώς την αφήνουμε να μας παρασύρει. Σαν τα ρεύματα της θάλασσας. Ξεμακραίνουμε απ᾽ την κόστα: η Ιστορία μάς παρασέρνει. Μετά από τόσες δεκαετίες εξημέρωση, τώρα εξεγείρεται. Κι επειδή είμαστε ανίκανοι να τη μεταμορφώσουμε, μας στέλνει τον λογαριασμό».
Για μια φορά ακόμα ο Αχιλλέας Κυριακίδης με τη μετάφρασή του μας χαρίζει ένα εξαιρετικό ελληνικό κείμενο και μεταφέρει, χάρη στη γλωσσική του αγωγή, όλη την αισθαντικότητα της ατμόσφαιρας αυτού του βιβλίου.
Το βιβλίο του Canek Sanchez Guevara, 33 στροφές, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος.