Σπαρμένη σοδειά ελληνικής γης σημαδεμένη από πολέμους και αδικίες, μυρωδιές και εύρετρα λησμονιάς, άνθρωποι χαμένοι στην ιστορία και την μνήμη τους. Αναμνήσεις βαμμένες με το πιοτό της αγάπης για τον τόπο που μεγάλωσαν, πρωταγωνιστές της ζωής που είδαν τον χρόνο να σκληραίνει τα χέρια τους, τις στιγμές τους. Στίγματα της μοίρας ράγισαν το μέσα τους και αισθήματα αμφιλεγόμενα σημάδεψαν τους ανθρώπους και γέμισαν το ποτήρι τους με κάθε λογής εικόνες για πρόσωπα που έχασαν, για γυναίκες και άνδρες που πήρε η πατρίδα σαν φυλαχτό για πάντα κοντά της και εκείνοι και εκείνες αποτίνουν φόρο τιμής. Γκουανό είναι τα υπόγεια αποθέματα από τα ψήγματα ενός αιώνα με τόσες πληγές που ποτέ δεν έκλεισαν, συμβάντα και γεγονότα που ποτέ δεν κοιμήθηκαν στο κρεβάτι του χρόνου αλλά που με δόση χαρμολύπης η νοσταλγία ξανάβγαλε στον ορίζοντα σαν το καράβι που ακόμα ταξιδεύει. Ούτε λίγο ούτε πολύ τόσες αλήθειες που δεν είχαν μέχρι τώρα ειπωθεί για λογαριασμό των ζώντων. Ιστορίες γεμάτες με συναίσθημα, ομολογίες και καταθέσεις ενώπιον ανθρώπου και Θεού απέναντι στην αιώνια μνήμη που έχει βαθιές ρίζες.
Οι άνθρωποι του Γκόζη δεν είναι ξένοι, είναι διπλανοί, έχουν μέσα τους το μικρόβιο του πόνου και δεν φείδονται λόγων γιατί ο ιδρώτας τους ποτέ δεν έπαψε να είναι τίμιος όσα χρόνια και αν περάσουν. Έτσι και εκείνοι και εκείνες που εδώ μας ανοίγουν την ψυχή τους, είναι σίγουροι και σίγουρες μα πάνω από όλα μύστες και ζωντανά μνημεία που στέκονται αγέρωχα, ζωντανοί θρύλοι ενός καιρού που αν και γεμάτος αγκάθια δεν τους στέρησε για πάντα την χαρά, την κρύβουν βαθιά στην καρδιά τους. Και αυτή την χαρά, την άγρια ομορφιά, το λουλούδι που άργησε να ανθίσει, μοιράζονται λίγο πριν την επίγεια Δύση της ζωής τους για την ατελείωτη Ανατολή τους. “Έτσι είναι η ομορφιά. Ο άνθρωπος προσπαθεί με λόγια να την ορίσει. Να την εξημερώσει αντί να την απολαύσει” θα μας πει ο Γκόγκου στην δική του “απολογία”. Η Σταυρούλα από την μεριά της αποκαλύπτει με χαρακτηριστική ευκολία πως “Μια ζωή σωστά ξεκινάω να τα λέω, μα πάντα ανάκατα μου βγαίνουν στο τέλος”. Πόσο η ζωή μας κυνηγάει για να φωτίσει όλα αυτά που η ίδια συσκότιζε μια ζωή? Κάθε άνθρωπος και ένα σεντούκι γεμάτο μικρές νοθείες που άλλοτε του βγαίνουν και άλλοτε κρύβονται για να ξεθαφτούν από κάποιον άλλο. Εδώ πάντως το μυαλό των ανθρώπων είναι στην θέση που αρμόζει παρά τον χρόνο που κυλάει και το ποτάμι της ιστορίας τρέχει ακόμα στα μάτια τους και την γλώσσα τους σαν να γεννήθηκε χθες.
Πόσο καταλυτική και πόσο συγκινητική είναι η απλότητα του λόγου που βγαίνει από χείλη ατάραχα, από ψυχές γυμνές από κακία και ακούραστες από τον καιρό, από αυθεντικές χορδές και φωνές στεντόρειες παρά την ηλικία που σιμώνει και θυμίζει το πέρας των επίγειων εργασιών για χάρη άλλων πιο ουράνιων. Η Ασπασία, ο Κοσμάς, η Σταυρούλα, ο Γιώργος και η Κατερίνα συνδέονται με αυτή την αλυσίδα που ποτέ δεν σπάει τα δεσμά της γιατί οι ζωές τους ενώθηκαν με τρόπο άρρηκτο και δεν πρόδωσαν την συνέχεια που τους επιφύλαξε η μοίρα. Με αλληλουχία και ομαλή μετάβαση από την μία ιστορία στην άλλη που πλάθει με την χρήση γλωσσικών γοητευτικών όπλων και Γκουανό, ο Γκόζης αφηγείται όλα αυτά που γνωρίζουμε αλλά πολύ γρήγορα και εύκολα ξεχνάμε στο σήμερα. Η ιστορία δηλαδή που γράφτηκε με αίμα και δάκρυ, η ιστορία απλών ανθρώπων που έμελλε να γίνει σημείο αναφοράς και που διατρέχει τόσες και τόσες οικογένειες δεν θα πάψει να υπάρχει, θα είναι για πάντα ένα φως να φωτίζει τις επόμενες γενιές. Γιατί κάθε μορφή εκείνου του καιρού με τον ανεκδοτολογικό χαρακτήρα των ιστοριών του πάντα θα συμπληρώνει ένα κομμάτι του παζλ και θα ανοίγει διάπλατα την πόρτα για εξακρίβωση σφαλμάτων του παρελθόντος. Αλλά και θα σφραγίζει νίκες που χρειάζεται να ξαναλάβουν χώρα. Μια Ελλάδα που πασχίζει κάθε φορά να ορθοποδήσει αλλά κάθε φορά βρίσκεται ενώπιον του κακού της εαυτού, έρμαιο των λαθών της, θύμα των ίδιων της των ανθρώπων που αντιδικούν και πολεμούν με μοναδικό λάφυρο την νίκη εις βάρος του διπλανού, σαν αυτός ο τελευταίος να ήταν εχθρός. Επειδή όμως όπως αναφέρει και το άσμα η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει παρά μόνο για λίγο ξαποσταίνει, έρχεται το Γκουανό να υπενθυμίσει την παρουσία του. Γιατί όπως μας σημειώνει και ο Γκόζης: “Παντού υπάρχει λίγο γκουανό ακόμα, εκεί όπου νομίζει ότι η φλέβα έχει μόλις στερέψει”. Είναι μάλλον αυτή η αύρα της ατμόσφαιρας, του ήλιου και της θάλασσας που διώχνει μακριά τις οδύνες και τις κακουχίες, τους εγωισμούς και τα εμφύλια πάθη που αναπτύσσονται ανάμεσά μας όπως τα σκουλήκια στο χώμα ενώ ένα μικρό κυκλάμινο περιμένει με την σειρά του στην σκιά του βράχου να ξεπροβάλει.
Κάθε ιστορία εδώ είναι εγγεγραμμένη στο αρχείο της νοσταλγίας και με αριθμό πρωτοκόλλου την ίδια την φόρτιση που προκύπτει από τις αράδες πληροφοριών έτσι που σχηματίζεται ένα ολόκληρο μωσαϊκό μνήμης στα μάτια μας. Η αθωότητα μίας εποχής που έφυγε επιθυμεί να δώσει λίγο από τον αγώνα και την πάλη για ζωή μέσα από τις λέξεις που αρθρώνονται δίχως επιφύλαξη αλλά με περισσή αγάπη που ξεχειλίζει από το ρυάκι της ιστορίας τους. Η Ασπασία, από τον ουράνιο θώκο της, θα μας πει με κάθε πίστη στα λεγόμενά της και απευθυνόμενη με τρυφερότητα και με μητρική αγάπη: “”Περασμένα-ξεχασμένα” δε λένε; {…} Αυτό με σώζει και με διασώζει. Η μνήμη αντί της λήθης. Να ακούς και να βλέπεις τα πάντα γύρω σου. Όσα σου αρέσουν και όσα δεν σου αρέσουν. Τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα. Κι έπειτα να κρίνεις ποια θα κρατήσεις και ποια θα πετάξεις. Αν θέλεις να είσαι δημιουργός της ζωής σου και όχι διαχειριστής της, οφείλεις στον εαυτό σου να συνεχίζεις εμπρός”. Η κατεύθυνση είναι προς τα εμπρός με το βλέμμα όμως στο παρελθόν γιατί έτσι κανείς έχει την γνώση του δρόμου που αφέθηκε πίσω για να μην κάνει λάθος για τα βήματα με τα οποία θα βαδίσει μπροστά. Εξάλλου “την ιστορία την γράφουν οι ζωντανοί”.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
“Σε βλέπω μέσα από τη φωτογραφία που με κοιτάζεις όπως στον καθρέφτη. Με απορία. Τα αμυγδαλωτά σου μάτια, το σταρένιο σου δέρμα, τα πυκνά σου φρύδια. Μην το ξεχάσεις ποτέ αυτό που θα σου πω, κυλάω στο αίμα σας. Κι εσείς στο δικό μου”.
“Ο άνθρωπος, παιδί μου, αυτός είναι από όλα τα ζώα το χειρότερο θηρίο στη γη. Είναι ικανός να γίνει από άγγελος μέχρι διάβολος”.
Το βιβλίο του Γιώργου Γκόζη, με τίτλο Γκουανό, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.