Το βιβλίο της Μαρίας Πολυδούρη, Ρομάντσο και άλλα πεζά, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εστία.
Η Μαρία Πολυδούρη προτού αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην ποίηση, είχε ασχοληθεί με τον πεζό λόγο και μάλιστα με την απαιτητική φόρμα του μυθιστορήματος. Το “Ρομάντσο” της, που έγραψε το 1926 και πρότεινε για έκδοση στον Χ. Γανιάρη, συνιστά ένα πρώιμο δείγμα νεωτερικής στροφής του ελληνικού μυθιστορήματος, τόσο για την πρωτότυπη αφηγηματική τεχνική που εγκαινιάζει, όσο και για τις μοντέρνες ιδέες που διατυπώνονται στις σελίδες του.
Εκτός από το “Ρομάντσο” της Πολυδούρη, στην παρούσα έκδοση συγκεντρώνονται όλα τα ευρισκόμενα πεζά της: σελίδες ημερολογίου, μια αυτοβιογραφία, δυο μικρά λυρικά αφηγήματα, κείμενα επιστολικής λογοτεχνίας, αλλά και ανέκδοτα γράμματά της από το Παρίσι, που δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τις συνθήκες διαμονής της, αλλά και για την τύχη του μυθιστορήματός της.
Γενικότερα, τα κείμενα αυτού του τόμου, που επιμελείται η Χριστίνα Ντουνιά, πιστοποιούν την αφηγηματική ικανότητα, την οξυμένη κοινωνική ευαισθησία, αλλά και την υψηλή αυτοσυνειδησία της Πολυδούρη ως γυναίκας και δημιουργού.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Επιμέλεια: Χριστίνα Ντουνιά
Η Μαρία Πολυδούρη προτού αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην ποίηση, είχε ασχοληθεί με τον πεζό λόγο και μάλιστα με την απαιτητική φόρμα του μυθιστορήματος. Το “Ρομάντσο” της, που έγραψε το 1926 και πρότεινε για έκδοση στον Χ. Γανιάρη, συνιστά ένα πρώιμο δείγμα νεωτερικής στροφής του ελληνικού μυθιστορήματος, τόσο για την πρωτότυπη αφηγηματική τεχνική που εγκαινιάζει, όσο και για τις μοντέρνες ιδέες που διατυπώνονται στις σελίδες του.
Εκτός από το “Ρομάντσο” της Πολυδούρη, στην παρούσα έκδοση συγκεντρώνονται όλα τα ευρισκόμενα πεζά της: σελίδες ημερολογίου, μια αυτοβιογραφία, δυο μικρά λυρικά αφηγήματα, κείμενα επιστολικής λογοτεχνίας, αλλά και ανέκδοτα γράμματά της από το Παρίσι, που δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τις συνθήκες διαμονής της, αλλά και για την τύχη του μυθιστορήματός της.
Γενικότερα, τα κείμενα αυτού του τόμου, που επιμελείται η Χριστίνα Ντουνιά, πιστοποιούν την αφηγηματική ικανότητα, την οξυμένη κοινωνική ευαισθησία, αλλά και την υψηλή αυτοσυνειδησία της Πολυδούρη ως γυναίκας και δημιουργού.
Ο Γιάννης Αντωνιάδης γράφει κριτική για το βιβλίο.