Την Τρίτη, 23 Αυγούστου 2016, εγκαινιάζεται στον ιστορικό ναό του Αγίου Γεωργίου, στο Παλαιό Φρούριο στην Κέρκυρα, η έκθεση ζωγραφικής των Σπύρου Κολυβά και Κώστα Μηνά με θέμα Το Παλαιό Φρούριο ταξιδεύει.

Η καθημερινότητα του εμβληματικού για την ιστορία του Ιονίου Πελάγους μνημείου αναδεικνύεται σε πολλές ενδιαφέρουσες σύγχρονες όψεις της καταγράφοντας την ολοζώντανη πάντα προσωπικότητά του. Τοπίο με χιλιάδες μορφές εμπνέει τους δύο δημιουργούς που επιχειρούν ένα ποιητικό διάλογο στο πεδίο της υδατογραφίας. Η τεχνική που περισσότερο από όλες συνδέεται με την τοπιογραφία αλλά και την κερκυραϊκή παράδοση καταφέρνει μέσω των δεξιοτεχνικών προσεγγίσεών τους να μας παρουσιάσει εδώ το σύγχρονο δυναμικότατο πρόσωπό της.

Η ιστορικός Τέχνης και επιμελήτρια της έκθεσης, Μαρία Μελέντη, σημειώνει:


Κάθε πόλη με ιστορική φυσιογνωμία αποκτά και διατηρεί τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της προσωπικότητάς της μέσω των “ιερών” της τόπων. Τοπία και μνημεία καθαγιάζονται στην συλλογική μνήμη καθώς αποτελούν το ευρύ πεδίο στο οποίο υφαίνονται οι ιδιαιτερότητες της ιστορικής μοίρας, τα επεισόδια μίας πορείας δίχως τέλος. Πρόκειται για την περιπετειώδη διαδρομή που συνθέτει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο την τοπική ταυτότητα, όλα όσα οικεία διατηρούνται βαθιά στην καρδιά των κατοίκων της και σαν δροσερός άνεμος την εμπνέουν και την παρακινούν σε δημιουργία.

Αποδίδοντας τα αισθήματα και τα συναισθήματα για την ιστορική πόλη της Κέρκυρας με εικόνες θα αποτυπώναμε πολλές ενδιαφέρουσες όψεις της. Κάθε Κερκυραίος θα αντλούσε μέσω της μνήμης του, προσωπικής και οικογενειακής, χιλιάδες υπέροχες στιγμές και κάπου εδώ διαρκής και μοναδική θα προέβαλε η μορφή του Παλαιού Φρουρίου. Του πιο “ιερού” τοπίου όπου ο νους και η καρδιά, η σκέψη και η επιθυμία των κατοίκων καταφεύγει σε κάθε ευκαιρία. Μνημειώδες οχυρό αλλά και εξαιρετικό φυσικό τοπίο με δύο λοφίσκους και μικρό λιμάνι, τόπος ιστορικών μαχών αλλά και ειρηνικής διαβίωσης, φιλοξένησε και φιλοξενεί τα ιστορικά κατάλοιπα του παρελθόντος συγχρόνως με τις σύγχρονες πολιτιστικές δράσεις. Χιλιάδες άνθρωποι κατέφυγαν σε αυτό σε περιόδους πολέμου για να διασωθούν, επιβίωσαν ή έχασαν την ζωή τους καθώς το υπερασπιζόταν, άλλοι άσκησαν από εδώ εξουσία και το χρησιμοποίησαν ως ανεπανάληπτο σκηνικό των δημόσιων τελετών τους, κοσμικών και θρησκευτικών. Σήμερα οι χρήσεις του είναι πολλαπλές καθώς καταρχήν αναδεικνύουν και προβάλουν την ιστορικότητά του ως κορυφαίου μνημείου για την πόλη, το υπόλοιπο νησί αλλά και ευρύτερα την περιοχή των Ιονίων  νήσων και του Ιονίου Πελάγους. Επίσης το καθιστούν όπως αναφέρθηκε ήδη, τόπο φιλοξενίας πολιτιστικών δράσεων και παιδείας εξυπηρετώντας τους λάτρεις της τέχνης αλλά και τους επισκέπτες της ιστορικής Δημόσιας Βιβλιοθήκης, των πλούσιων Γενικών Αρχείων του Κράτους και του Ιονίου Πανεπιστημίου. Η διαμόρφωση της ποικίλης αυτής σύγχρονης, διαχειριστικής προσωπικότητας του Παλαιού Φρουρίου αποτυπώνει, ως σφικτός εναγκαλισμός, την επίμονη και παρορμητική προσπάθεια της τοπικής κοινωνίας αλλά και της Πολιτείας να αξιοποιήσουν κατά την άποψή τους όλες οι δυνατότητες του μνημείου και να διατηρήσουν και προβάλλουν την σημασία του για την σύγχρονη πραγματικότητα. Ως ο πιο δημοφιλής εν τέλει τόπος επίσκεψης του νησιού το Παλαιό Φρούριο αποτελεί το περιβάλλον και το τοπίο όπου η καθημερινότητα μπορεί να καταγραφεί σε ενδιαφέροντα στιγμιότυπα και το οπτικό αρχείο μας να εμπλουτισθεί σημαντικά.

Η ζωγραφική και ιδιαίτερα η εκ του φυσικού αποτύπωση αναλαμβάνει να συστήσει το σύνολο των οπτικών αυτών μαρτυριών. Με την δική της αυθόρμητη εκφραστική γλώσσα αλλά και την κριτική προσέγγιση μπορεί να μας μεταφέρει τις σκηνές μίας επί τόπου διήγησης πολύ οικείας,  όψεις της οποίας κάπου πρόσφατα συναντήσαμε και εμείς και ίσως κρύψαμε στην μνήμη μας ως απλές καθημερινές εικόνες που μας συγκινούν. Εκεί στην άκρη των ματιών μας διαφυλάχθηκαν στιγμιαία τα δυνατά συναισθήματά μας για την ωραιότητα του Παλαιού Φρουρίου. Η ζωγραφική ανασύρει και αποτυπώνει την μοναδική αυτή περιουσία δίνοντάς της μορφή και πνοή.
Υποστηρικτές τα εργαλεία της τέχνης, η αναμέτρηση με την τεχνική που δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από την υδατογραφία στην παρούσα περίπτωση με τις ποικίλες προκλήσεις της αλλά και ο ενδιαφέρων διάλογος που πραγματοποιούν δύο σύγχρονοι  καλλιτέχνες, ο Σπύρος Κολυβάς και ο Κώστας Μηνάς μέσω των διαφορετικών προσωπικών προσεγγίσεων. Παίζοντας με τον φακό του ρεαλισμού άλλοτε πιο πιστά σε ό, τι τα μάτια διασώζουν και άλλοτε σε ό, τι η καρδιά, ένα πανόραμα λεπτομερειών της καθημερινότητας του Παλαιού Φρουρίου συνθέτει την μαγευτική του συνολική εικόνα.  Οι δεξιοτεχνικές χρωματικές αναπλάσεις των δύο καλλιτεχνών, ακολουθώντας μουσικά τους ήχους ενός φλάουτου ή ενός βιολιού, στην περίπτωση του Σπύρου Κολυβά αποδίδουν σε ό, τι βλέπουμε ό, τι αισθανόμαστε ενώ σε αυτή του Κώστα Μηνά σε ό, τι αισθανόμαστε ό, τι βλέπουμε ανασύροντας και εμφανίζοντας με άνεση και ευκρίνεια τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ωραιότητας του Παλαιού Φρουρίου.  Κάτω από άλλες συνθήκες θα αναφερόμαστε σε μία κάποια τάση και επιτυχημένη απόπειρα εξιδανίκευσης των απεικονιζόμενων από τους δημιουργούς. Εδώ γνωρίζουμε καλά ότι η προσπάθεια αυτή είναι ανεπαίσθητη και οι δύο καλλιτέχνες με επιτυχία αποδίδουν την ωραιότητα ενός εξαιρετικού, μοναδικού τοπίου τους παλμούς του οποίου έχουν αισθανθεί βαθειά και μόνο μέσω της τέχνης μπορούν να σκιαγραφήσουν επαρκώς. Ένας ούριος ανθρώπινος άνεμος φυσά εμπρός από το ιστορικά κτήρια, στις κρυφές γωνιές, κάπου στις στοές, επάνω από τους προμαχώνες, ανασαίνει στα ανοικτά παράθυρα των γραφείων. Ένας άνεμος που δυναμώνει. Μία νέα πολύ αξιόλογη κατάθεση στην κερκυραϊκή παράδοση της τοπιογραφίας προστίθεται με το σύνολο των έργων που εκτίθενται για έναν περίπου μήνα στο ναό του Αγίου Γεωργίου (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2016).

Και κάπου εδώ εμείς, θεατές, κοιτώντας από το παρατηρητήριο του χρόνου το Παλαιό Φρούριο ως κιβωτό ανθρώπινης μνήμης και αίσθησης, λάτρεις των ιδανικών εικόνων του ανά τους αιώνες, όλο αναζητούμε και νοσταλγούμε από αυτές την δική μας την πιο παλιά. Εκείνη του παιδικού μας ονείρου, την στιγμή όπου σαν καράβι με έτοιμα τα μεγάλα πανιά θα τραβήξει τα σχοινιά από τους κάβους και θα ξανοιχτεί στο πέλαγος, αφήνοντας πίσω την πόλη μας να το ακολουθεί, ωραίο και ελεύθερο, με τον σταυρό της Ανάστασης φωτεινό στο μεσαίο κατάρτι, τα χρώματα της τέχνης, της αυγής και της δύσης, να το συντροφεύουν.