Μέρες γιορτινές, μέρες που οι καρδιές ανοίγουν, «καλημέρες» που ακούγονται πιο συχνά,  «Χρόνια Πολλά» που αντηχούν σαν χάδι στα αυτιά μιας πόλης που φοβάται, ευχές, αγάπη, αλληλεγγύη.

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα περπατούσα και εγώ, απορροφημένος από τα φώτα της πόλης, βράδυ Τρίτης στην οδό Ιπποκράτους…

Το βλέμμα μου όμως, έπεσε σε μια βιτρίνα με βιβλία, μια βιτρίνα αλλιώτικη, μια βιτρίνα παραμυθένια, ένας κόσμος διαφορετικός και όμως τόσο οικείος. Σήκωσα τα μάτια μου στην ταμπέλα και το όνομα «Χριστάκης» έδωσε την απάντηση. Βρισκόμουν έξω από την «ονειρική» βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου με χρόνια παράδοσης, έναν χώρο φιλοξενίας για βιβλία, βιβλιοπώλες, αναγνώστες, περαστικούς, μικρούς και μεγάλους ονειροπόλους.

Και κάπου εκεί, ανάμεσα στην ονειρική βιτρίνα με το τζάκι και την εντυπωσιακή κατασκευή με το δέντρο, το μάτι μου ξεχώρισε έναν τίτλο, «Η μέρα που έγινε νύχτα…» της Εύης Γεροκώστα. Με ένα εξώφυλλο ατμοσφαιρικό, σχεδόν ποιητικό, που ταίριαζε τέλεια στην  ψυχολογική μου κατάσταση, στην εορταστική περίοδο, στην ανάγκη μου για ένα θαύμα.

Χωρίς δεύτερη σκέψη, τα βήματα μου με έφεραν μέσα στον χώρο του βιβλιοπωλείου, και λίγα λεπτά αργότερα, τη στιγμή που έφευγα, κρατούσα ήδη το βιβλίο στα χέρια μου, είχα ήδη γνωρίσει την υπεύθυνη του παιδικού τρήματος και είχα ήδη ζητήσει να συναντήσω και να μάθω περισσότερα για τη συγγραφέα του.

Έτσι και έγινε.

Ημέρα Πέμπτη, βρέθηκα ξανά έξω από την ίδια βιτρίνα, χάζεψα σαν παιδί τα χρώματα, ένιωσα τη θαλπωρή της ζεστής παιδικής γωνιάς, και πέρασα δειλά την πόρτα που θα με οδηγούσε στο μαγικό κόσμο της Βάνας Χριστάκη. Χαμογελαστή, γλυκιά, όμορφη, με περίμενε εκεί, μαζί με τη συγγραφέα Εύη Γεροκώστα, τη συγγραφέα του παραμυθιού που από την πρώτη στιγμή είχα ξεχωρίσει.

Η αίσθηση στον χώρο του παιδικού τμήματος ήταν τουλάχιστον μαγική. Η Βάνα Χριστάκη, το καινούριο αίμα του βιβλιοπωλείου, μαζί με τον αδελφό της, έχει καταφέρει να κάνει αυτό που πάντα ονειρευόταν. Να προσφέρει, σε μικρούς και μεγάλους, έναν χώρο που θα μπορείς να νιώσεις οικεία, να ξεφυλλίσεις ελεύθερος τα βιβλία, να ταξιδέψεις στις ιστορίες τους, να νιώσεις ξανά παιδί, να νιώσεις πως έχεις το δικό σου στέκι.

Και πόσο καλά τα έχει καταφέρει, και πόσο την ζηλεύω, πόσο θαυμάζω τους ανθρώπους που ακόμα δεν έχουν χάσει τη μαγεία από μέσα τους, που ακόμα δεν έχουν σκληρύνει, που ακόμα ελπίζουν και προσπαθούν για έναν πιο φωτεινό κόσμο. Κυρίως για τα παιδιά…

Ανάμεσα σε χαμόγελα, συζητήσεις, σε τόσο όμορφα συναισθήματα, η Εύη Γεροκώστα ξεδιπλωνόταν σεμνά στα μάτια μου και εγώ χαιρόμουν να βρίσκομαι δίπλα σε μια συγγραφέα που κυρίως, και πάνω από όλα, είναι μια αληθινή παραμυθού, μια παιδική ψυχή, μια νεράιδα, ένας άνθρωπος που έγραψε κάτι τόσο μαγικό και ευαίσθητο.  Ένα παραμύθι που δεν είναι απαραίτητα, και μόνο για παιδιά, αλλά ένα παραμύθι που διάβασα ένα κρύο βράδυ και πλημύρισε το μικρό μου δωμάτιο με ζεστασιά και φώς, και κυρίως, γέμισε το μυαλό μου με σκέψεις και μαγεία.

Τι πιο όμορφο όμως από το να διαβάσουμε τις λέξεις που η ίδια η Εύη Γεροκώστα μοιράστηκε με εμάς, και μαζί, να ανακαλύψουμε το δικό της, τόσο τρυφερό, μοναδικό και ανθρώπινο κόσμο.

«Όλοι έχουμε ένα κουτί στην ψυχή μας. Άλλοι το γεμίζουν με εξουσία. Άλλοι με χρυσά φλουριά. Άλλοι με αναμνήσεις. Υπάρχουν όμως κι αυτοί που το γεμίζουν πέτρες. Πέτρες ασήμαντες, που μιλούν και λένε τις πιο όμορφες ιστορίες. Κάπως έτσι βλέπω τα παραμύθια: μικρές, ασήμαντες πέτρες που συναντώ στο δρόμο μου, τις ξεδιαλέγω και κρύβω στο μικρό κουτί της ψυχής μου όσες μου μιλούν.

 

Κάπως έτσι άρχισα να γράφω, κάπως έτσι γεννήθηκε και το «Μια μέρα που έγινε νύχτα». Κάποιοι λένε πως αυτή η ιστορία μιλάει για τη μοναξιά. Άλλοι για το μοίρασμα. Άλλοι μένουν μονάχα με μια αίσθηση. Όλοι όμως βλέπουν το κίτρινο φως. Κάθε φορά που χάνομαι στις σκέψεις μου, κοιτάζω τον αληθινό κίτρινο λαστιχένιο δράκο. Εκείνος μου κλείνει το μάτι. Μου έμαθε να πιστεύω σε όσα νιώθω και ν’ αντιμετωπίζω τα πράγματα πιο απλά. Ζει κοντά μου και αφηγείται τα πιο όμορφα παραμύθια.

 

Πολλές φορές με ακούω να αφηγούμαι ιστορίες στον εαυτό μου. Μοναξιά ή μοναχικότητα; Με συντροφεύουν και τα δύο, ακόμα κι όταν είμαι με πρόσωπα αγαπημένα. Τα φροντίζω, τα κοιμίζω και τα ξυπνάω. «Αγάπη είναι ν’ αγαπάς τη μοναξιά του άλλου», είχα σημειώσει κάποτε σ’ ένα τετράδιο.

 

Τα παιδιά όλα τα ξέρουν κι όλα τα νιώθουν, γιατί ξέρουν να κοιτάζουν στα μάτια. Κάθε φορά που αφηγούμαι σε παιδιά, βλέπω πως νιώθουν ότι κάτι διαφορετικό συμβαίνει, κάτι που, ακόμα κι αν το ζουν για πρώτη φορά, δεν τους φαίνεται ξένο. Μιλάμε για δέντρα και τα βλέπουμε. Μιλάμε για νεράιδες και ξέρουμε πως κάπου κρύβονται. Μιλάμε για πουλιά και τ’ ακούμε να φτερουγίζουν. Η μαγεία υπάρχει στα παιδιά. Αυτό τα σώζει, αυτό σώζει κι όσους νομίζουμε ότι μεγαλώσαμε.

 

Τα παραμύθια δεν μιλούν παρά για την ίδια τη ζωή. Ο φόβος, η λύπη, η απώλεια, η χαρά, ο έρωτας, υπάρχουν στη ζωή όλων μας. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να βρούμε το δικό μας αγαπημένο παραμύθι, τον ήρωα που θα ξυπνήσει όσα κοιμούνται μέσα μας. Έναν ήρωα που θα μας κοιτάξει στα μάτια και που ίσως καθορίσει την πορεία μας στη ζωή. Γιατί αυτός ο ήρωας ο «διαλεχτός», δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον εαυτό μας.

 

Ακόμα κι αν οι άνθρωποι απομακρύνονται ή χάνονται, κι αν οι κύκλοι μικραίνουν ή κλείνουν, κι αν όλα δυσκολεύουν, κι αν τα σχέδια ναυαγούν… πάντα να έρχονται χρωματιστές στιγμές, να χαιρόμαστε ένα περπάτημα, ν’ αναζητούμε ένα χέρι ή ένα μάγουλο αγαπημένο, να κάνουμε σχέδια, κι ας είναι χάρτινα…»

 

…………………………………………

Καθώς το σκοτάδι είχε κρύψει εντελώς κάθε τι άσχημο σε αυτή την πόλη, καθώς οι φωνές έξω στο δρόμο είχαν σωπάσει και τα φωτάκια αναβόσβηναν  σιωπηλά και αυτά δίπλα στο τζάκι της βιτρίνας, έμεινε η φωνής της Εύης Γεροκώστα να χαϊδεύει τα αυτιά μας και να ταξιδεύει το μυαλό μας.

Μία μόλις ώρα μέσα σε ένα δωμάτιο γεμάτο με θετική ενέργεια, αληθινούς ανθρώπους και τρυφερές ιστορίες, και θαρρείς πως κάθε άσχημη σκέψη να εξαφανίστηκε, κάθε άγχος να συρρικνώθηκε και κάθε δυσκολία να μειώθηκε στο μισό.

Η ώρα όμως είχε ήδη περάσει. Οι πόρτες σε λίγο θα έπρεπε να κλείσουν. Ευτυχώς, όχι για πολύ…

Χριστούγεννα στη μεγάλη πόλη, και κάθε ευχή, κάθε ιστορία, κάθε όνειρο ίσως μπορέσει να γίνει φέτος πραγματικότητα. Και αν όχι, τι πειράζει; Όσο υπάρχουν άνθρωποι ανάμεσα μας, όσο υπάρχουν βιβλία, όσα υπάρχουν παραμύθια, τότε υπάρχει και η ελπίδα για ένα καλύτερο παρόν, για ένα καλύτερο αύριο.

Εμείς, έτσι και αλλιώς, θα συνεχίσουμε να πιστεύουμε στα παραμύθια, στα θαύματα, στις μέρες που έγιναν νύχτα, στους λαστιχένιους μικρούς κίτρινους δράκους που ίσως καταφέρουν σιωπηλά να αλλάξουν την ψυχή μας…

Χρόνια πολλά!

Το «Μια μέρα που έγινε νύχτα», σε εικονογράφηση Ανδρέα Κούρτη, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Χριστάκη (Ιπποκράτους 12, τηλ. 210 3639336) τις οποίες και ευχαριστούμε για την προσφορά του βιβλίου και τη ζεστή φιλοξενία στον χώρο του βιβλιοπωλείου τους. Ευχαριστούμε επίσης πολύ την Βάνα Χριστάκη για τη μεγάλη αγκαλιά που μας προσέφερε, και τη συγγραφέα Εύη Γεροκώστα για την τόσο όμορφη συζήτηση και το ταξίδι στο δικό της μαγικό και τόσο τρυφερό κόσμο.