Φέτος, συμπληρώνονται 41 χρόνια από τον θάνατό του Μενέλαου Λουντέμη (22/1/1977) και 71 χρόνια από την λειτουργία της Μακρονήσου ως στρατόπεδο συγκέντρωσης «εθνικής αναμόρφωσης».

Ο Μενέλαος Λουντέμης στο μυθιστόρημα «Οδός Αβύσσου, Αριθμός 0» περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο τις συνθήκες κράτησης κάτω από το εγκληματικό καθεστώς «πειθαρχημένης διαβίωσης» και βασανιστηρίων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Μακρονήσου, όπου κυριαρχούσε η ωμή βία, ο τρόμος και η απελπισία, αλλά και η λεβεντιά και η αξιοπρέπεια των εξορισθέντων.

«Το νησί αυτό, που διαδραματίζεται σήμερα η ιστορία μας» γράφει ο Μενέλαος Λουντέμης«είναι το τοπίο όπου το έγκλημα δοξάστηκε σαν ύψιστη αρετή. Όπου μέσα απ’ το λαρύγγι του ανθρώπου πέρασαν -για πρώτη φορά στην Ιστορία της Ανθρωπότητας- φθόγγοι άγνωστοι… Ήρθε μια νύχτα που το νησί κλυδωνίζεται σαν ακυβέρνητο σκάφος. Αυτή τη νύχτα -οι φθόγγοι αυτοί οι άγνωστοι- ακούστηκαν τόσο δυνατά, που οι μεταλλωρύχοι της αντικρινής πλαγιάς τρόμαξαν και κρύφτηκαν στις στοές τους. Ήταν οχτώ του Δεκέμβρη, χίλια εννιακόσια σαράντα εννέα, χρόνια ύστερα απ’ τη γέννησή του γιου μιας χωρικής που τον σταύρωσαν -μια φορά- πάνω σ’ ένα ξύλο σ’ ένα λόφο της Σιών, επειδή κουβάλησε μαζί του καινούργιες ιδέες. Βλέπετε οι ιδέες, κάθε φορά που έχουν απόλυτους τους ιδιοκτήτες, που άμα δεν έρχονται στα μέτρα που θέλουν αυτοί, παίρνουν το κεφάλι που τις έχει…

… Έτσι τώρα κι εδώ φτιάξανε κάτι ιδέες, και τους καλέσανε όλους -τους γίνονται δεν τους γίνονται- να τις φορέσουν. Η θα τις βάλετε με το καλό μες στο κεφάλι σας ή θα σας το ανοίξουμε για να τις χώσουμε εμείς μέσα! Έτσι και κείνη τη νύχτα δεν κάνανε τίποτ’ άλλο. Σκάβανε κρανία και φυτεύανε μέσα ιδέες.

… Και σαν ξημέρωσε η οχτώ του Δεκέμβρη σύρτηκε απ’ τη μιαν άκρη του νησιού ως την άλλη η πελώρια σκιά του τρόμου. Δήμιοι, νεκροί, πληγωμένοι… κείτονταν χάμω, μέσα σ’ έναν πέτρινο αγρό σπαρμένων με ανθρώπινα κορμιά. Εκείνο το πρωί τα κοκόρια του Λαυρίου -για πρώτη φορά- δε λάλησαν. Μόνο τα σκυλιά της πόλης ανέβηκαν στο καρβουνόχωμα και κλαίανε όλη τη νύχτα. Όσο για τους ανθρώπους, όλες αυτές τις νύχτες, παρακολουθούσαν τη ζωή απ’ τις χαραμάδες… Σάστιζαν πως, αυτό που γινόταν αντίκρυ, δεν το είχε γράψει ακόμα η Αποκάλυψη»…

O «φακός» του Μενέλαου Λουντέμη εστιάζει σε δύο από τους κρατούμενους αγωνιστές. Είναι οι πρωταγωνιστές – θύματα αυτής της ενορχηστρωμένης θηριωδίας, ο Γιώργης και ο Παναής. Δεμένοι χέρι χέρι με τις χειροπέδες σ’ όλη τη διάρκεια της εξορίας τους, μέσα στην φρίκη της Μακρονήσου εξακολουθούν και παραμένουν άνθρωποι. Βοηθάνε και σώζουν στο καΐκι το δεσμοφύλακά τους από βέβαιο πνιγμό, θυμούνται τις μανάδες τους και σκέφτονται τις αγαπημένες τους, προσπαθούν να κάνουν καλύτερο άνθρωπο τον Στελάρα ή Μελιτζάνα, αυτόν τον λαϊκό άνθρωπο, τον μικροαπατεώνα -που προσποιείται το βασανιστή τους στο Μακρονήσι, που επηρεάζεται βαθύτατα από την ανθρωπιά τους, και πάνω απ’ όλα εξακολουθούν και επιμένουν να περπατάνε με τα δύο πόδια σε πείσμα των βασανιστών τους που τους θέλουν να περπατάνε με τα τέσσερα σαν άγρια θηρία, δεν υπογράφουν δήλωση και ονειρεύονται τον καλύτερο και δικαιότερο κόσμο για τον οποίο αγωνίζονται…

Οι κάτοικοι της οδού Αβύσσου σαν σύγχρονες Αντιγόνες παίρνουν το δρόμο το δύσκολο, το δρόμο της αρετής και της δικαιοσύνης και ας γνωρίζουν πολύ καλά ότι αυτός ο δρόμος είναι που τους οδηγεί στο βωμό που έχουν φτιάξει για αυτούς οι σύγχρονοι Κρέοντες.

Το μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη «Οδός Αβύσσου, αριθμός 0» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ.

Συντελεστές

Θεατρική διασκευή: Σοφία Αδαμίδου
Σκηνοθεσία: Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη
Μουσική: Νότης Μαυρουδής
Σκηνικά: Ντέιβιντ Νεγρίν
Σχεδιασμός φωτισμού: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου
Κοστούμια: Μαρία Παπαδοπούλου
Sound Design: Μανώλης Μανουσάκης
Κίνηση: Στέφανι Τσάκωνα
Βοηθός σκηνοθέτη: Καλλιόπη Καραμάνη
Σκηνοθεσία Video: Γιώργος Κορδέλλας.
Video art cinematography: Δημήτρης Ζόγκας, Παναγιώτης Ανδρεαδάκης
Φωτογραφία: Γιάννης Πρίφτης
Βοηθός σκηνογράφου Νάσια Πλέτση
Επικοινωνία: Άντζυ Νομικού
Παραγωγή: Artφως

Τους ρόλους ερμηνεύουν με σειρά εμφάνισης: Χάρης Μαυρουδής, Δημήτρης Μαύρος, Χριστόδουλος Στυλιανού, Νότης Παρασκευόπουλος, Στέλιος Γεράνης.

Τη φωνή του «δανείζει» ο Βασίλης Μπισμπίκης

Διάρκεια παράστασης: 100 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)