«Ο καλύτερος ίσως τρόπος για να εισχωρήσει κανείς στα μυστικιστικά «Έρημα Τοπία» του Νίκου Κρανάκη που ανασκάπτουν ανεξιχνίαστους φυσικούς τόπους και γεννούν συνταρακτικά ανάμικτα συναισθήματα ανάτασης και μελαγχολίας, είναι να αφεθεί στην παράλληλη ακρόαση ενός υπέρτατου μουσικού έργου του Γκούσταβ Μάλερ. Στο «Τραγούδι της Γης» («Das Lied von der Erde», 1908-1909), ο μοναχικός Οδοιπόρος του Φθινοπώρου και ο Μεθυσμένος Περιπατητής της Άνοιξης, συναντούν την πρωινή αχλή στην άκρη του σύμπαντος. Μονομαχούν με την απουσία διασχίζοντας κρεμαστές γέφυρες, δαμάζοντας βορεινούς ανέμους και διαβαίνοντας νότιες πύλες. Αποτολμούν ορεινές αιωρήσεις κραδαίνοντας στις αβέβαιες χούφτες τους τις ρίζες του κόσμου».
«Οι ζωγραφικές περιπλανήσεις του Νίκου Κρανάκη, πλασμένες όπως και τα μοναχικά μονοπάτια του Μάλερ από μία πρωτόλεια, αυτογνωσιακή και σπαρακτική σάρκα, αναδίνοντας ένα μετέωρο κράμα ευφορίας και θλίψης, οδηγούν επίσης σε σύμπαντα μεταφυσικά. Τα χρώματα και οι αναμετρήσεις του με την ύλη είναι κι αυτά καθαρή Μουσική: ρόδινοι στρόβιλοι και φαιά σφουμάτο, πράσινα της σκουριάς και αιμάσσοντα κόκκινα, ριπές ύδατος και γενναίες εκτάσεις ανασκαμμένης άμμου και σκούρου χώματος, απειλητικές σχισμές, πυρκαγιές και κρατήρες, κοιλάδες, χαράδρες και πολυδαίδαλες χάλκινες αιωρήσεις, βραδυφλεγείς πυρκαγιές και σβέλτοι κυκλώνες στάχτης, ευφυείς εικονοπλαστικές αφαιρέσεις, υφέσεις, εντάσεις και μυριάδες πνευστά που απελευθερώνουν την υπνωτιστική δύναμή τους κατά την μπλε ώρα του λυκαυγούς».
«Αυτή η επίπονη από μνήμης ζωγραφική και συμπαντική πατριδογνωσία που δράττει το βλέμμα με ευφραντική σχεδόν βία και στοιχειώνει το σκοτεινό είναι του θεατή, είναι η πιο ώριμη στιγμή του ζωγράφου. Εντατική μα ποτέ κραυγαλέα, ερεβώδης μα ποτέ αδιέξοδη, κατάμεστη μα ποτέ αναίτια αφηγηματική, εξομολογητική μα ποτέ περίκλειστα αυτοαναφορική, η συναρπαστική. παλλόμενη χειρονομιακή χορογραφία του Νίκου Κρανάκη είναι ένας νεοφανέρωτος τόπος από μυστική και διάφανη ύλη, από σκοτάδι και φως. Και είναι μια νέα ζωγραφική δυνατότητα».
«Στο δικό του «Τραγούδι της Γης», συμπλέκοντας κι εκείνος όπως και ο Μάλερ την καθαρή εικόνα και το συνειδητό πνεύμα του δυτικού κόσμου με το ψιθυριστικό ασυνείδητο και το δεσπόζον σε αρκετά από τα έργα του μυστικιστικό είναι της Ανατολής, ο Νίκος Κρανάκης πέρα από το καθηλωτικά δυναμικό του ταλέντο, φανερώνει μια σπάνια ψυχογραφική τοπιογραφική οξυδέρκεια. Και οι συμπαντικές αφαιρέσεις του, τρέπονται αίφνης σε ωκεανούς αναμνήσεων και υπαρκτά τοπία από μνήμης, με τον ίδιο τρόπο που περιγράφει ένας μεγάλος της σύγχρονης ευρωπαϊκής και παγκόσμιας ζωγραφικής:
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
«Η απροθυμία του Νίκου Κρανάκη για το πλαστό, η ασίγαστη επιθυμία του για την αέναη περιπλάνηση στα όρια και στα έγκατα της γης, η μεταφυσική σχεδόν αγωνία της ζωγραφικής του για τη συστατική ύλη μιας νέας οικολογίας του πλανήτη, φανερώνεται εκτός άλλων στους τίτλους των έργων της ενότητας: «Absence», «Highlands», «Southern Gate», «Around the pond», «Morning Breath», «The Channel that connects», «Green on red», «Northern Gate», «The Edge of the World», «Hard Rock». «Rusty Cape», «The end of the Route», «The Roots of the Earth». Κάτω από τη στρωματογραφία της φαινομενικής ερημίας αυτών των τόπων, αγκομαχά ο ζωγράφος, αχνοφαίνεται η ανθρώπινη κλίμακα, ανασαίνει ο αθέατος άνθρωπος στο λίκνο της γης. Και ίσως, εντέλει, σε αυτήν ακριβώς την ευσπλαχνία για τον αθέατο άνθρωπο που αναμετράται με το άχρονο και μεγαλειώδες τοπίο, συνοψίζεται η αλήθεια της ζωγραφικής του Νίκου Κρανάκη», σημειώνει η Ίρις Κρητικού στον κατάλογο της έκθεσης.