Καθώς με το φετινό πρόγραμμα ολοκληρώνεται η θητεία μου, είναι η στιγμή να αναλογιστούμε όλη τη διαδρομή μας στο Φεστιβάλ, ώστε να γίνει πιο καθαρό το έργο που πραγματοποιήσαμε από το 2016 ως σήμερα: τι προσπαθήσαμε και τι καταφέραμε, αλλά και τι χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερη επιμονή και προσπάθεια.

Όπως έχω υπογραμμίσει, πιστεύω σ’ ένα Φεστιβάλ εθνικό και διεθνές, με ισχυρά κοινωνικά αντανακλαστικά, ανοιχτό σε όλους, το οποίο καλείται να αξιοποιεί στο έπακρον τις δυνατότητες ενός δημόσιου οργανισμού ώστε να ανταποκριθεί στα υψηλά ζητούμενα: αισθητική καλλιέργεια του κοινού, ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και σύνδεση της τέχνης με την κοινωνία, και, φυσικά, ενίσχυση της εγχώριας δημιουργίας.

Αυτούς ακριβώς τους στόχους θέσαμε, και σ’ αυτές τις κατευθύνσεις κινηθήκαμε, με κύριο μέλημα την ενίσχυση της διακριτής ταυτότητας των χώρων της Επιδαύρου και της Μικρής Επιδαύρου, του Ηρωδείου, της Πειραιώς 260 και της ενότητας του Ανοίγματος στην πόλη, αναπόσπαστους κρίκους του πολυπρισματικού αυτού φεστιβάλ.

Το 2018 και το 2019 ήταν, θεωρώ, τα πιο ολοκληρωμένα και δυναμικά από τα φεστιβαλικά καλοκαίρια της θητείας μου. Ειδικά φέτος άρχισαν να δίνουν καρπούς όλες οι προσπάθειες διεύρυνσης συνεργασιών των τελευταίων χρόνων με διεθνείς αλλά και υψηλού επιπέδου ελληνικές παραγωγές στην Επίδαυρο, που υποδέχτηκε έως σήμερα, στα 5 από τα 8 διήμερα του προγράμματος, 52.747 θεατές. Στο Ηρώδειο, τις παραστάσεις παρακολούθησαν 79.202 θεατές, χωρίς να υπολογίσουμε βέβαια την Τραβιάτα από τη Λυρική και την Εθνική Ορχήστρα της Κίνας που υπολείπονται.

Τις παραστάσεις της Πειραιώς 260 τις παρακολούθησαν συνολικά 18.433 θεατές, ενώ το Kanata του Λεπάζ στο Μέγαρο Μουσικής είχε 2.440 θεατές. Επίσης, το Άνοιγμα στην πόλη συγκέντρωσε στην Αθήνα 5.845 θεατές, σε 17 εκδηλώσεις με ελεύθερη είσοδο για το κοινό. Βέβαια, σύγκριση αριθμού θεατών με το 2018 αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να γίνει, επειδή δεν έχει ολοκληρωθεί το φετινό προγραμμα. Εκτός των δύο μεγάλων παραγωγών στο Ηρώδειο που προανέφερα, στην Επίδαυρο αναμένουμε ακόμη την παράσταση της Κομεντί Φρανσαίζ Ηλεκτρα / Ορέστης, τις Νεφέλες, τον Προμηθέα με την Κάθρην Χάντερ, και στη Μικρή Επιδαυρο τη Φαίδρα και τις Δαναΐδες. Επίσης, πολύ σημαντικό στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι φέτος οι παραστάσεις είναι λιγότερες συνολικά, κάτι που έγινε απολύτως συνειδητα, αποτέλεσμα σκέψης και αυτοκριτικής: έπρεπε να συμμαζευτεί το “άπλωμα” σε χώρους και o αριθμός των εκδηλώσεων των προηγούμενων ετών, ώστε να δημιουργηθεί ένα πρόγραμμα πιο στοχευμένο, πιο σφιχτό, με πιο δραστική απεύθυνση στον κόσμο.

Ξεκινώντας από το Ηρώδειο, η απόφασή μας να ισχυροποιήσουμε τον μουσικό του χαρακτήρα, με έμφαση στην κλασική μουσική, δικαιώθηκε από την προσέλευση του κοινού στις μεγάλες ορχήστρες και τους μεγάλους ερμηνευτές, ορχήστρες σαν τη Συμφωνική της Βιέννης με μαέστρο και σολίστα τον Λεωνίδα Καβάκο, την Ορχήστρα Νέων Λουίτζι Κερουμπίνι του Φεστιβάλ της Ραβέννας με μαέστρο τον Ρικκάρντο Μούτι, τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Λουξεμβούργου, και ερμηνευτές σαν τον Γιο-Γιο Μα, τη Γιούτζα Γουάνγκ και τον Μαξίμ Βενγκέροφ. Στο χώρο της όπερας, αξίζει να σημειώσουμε ότι η Εθνική Λυρική Σκηνή εμφανίζεται για πρώτη φορά με δύο ολοκαίνουριες παραγωγές, τη Νόρμα και την Τραβιάτα, ενώ οι Μουσικοί της Καμεράτας με τον Γιώργο Πέτρου παρουσίασαν την υπέροχη Αλτσίνα του Χαίντελ με τη Μυρτώ Παπαθανασίου στον επώνυμο ρόλο.

©JuliaWesely

Δεν θα σταθώ εδώ στην επιτυχία των συναυλιών των Jethro Tull, της Λορίνα ΜακΚένιτ, των Dead can Dance και των Tindersticks, που γέμισαν ασφυκτικά το ρωμαϊκό Ωδείο, ούτε των σημαντικών ελλήνων συνθετών και ερμηνευτών που θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει δεδομένη. Το να γεμίζει όμως πάλι το Ηρώδειο στις συναυλίες κλασικής μουσικής, που είναι απαιτητικότερο είδος, το θεωρώ σπουδαίο επίτευγμα, κι αυτό εδραιώνεται σταδιακά μέσα από μια προσεκτική διαμόρφωση του προγράμματος αλλά και της επικοινωνίας. Τόσο το κοινό όσο και οι κριτικοί ανταποκρίθηκαν θερμά στο φετινό πρόγραμμα και καταφέραμε να γεμίσουμε το θέατρο σε όλες τις συναυλίες. Το Ηρώδειο ξαναμπήκε στην ατζέντα του κοινού! Πολύτιμος σύμβουλός μας στον προγραμματισμό του Ηρωδείου είναι ο Κώστας Πηλαβάκης.

Σημαντική όμως στιγμή ήταν και η παράσταση χορού της κορυφαίας ερμηνεύτριας και χορογράφου, Αν Τερέζα ντε Κέερσμάκερ και της ομάδας της Rosas, που ήρθε για πρώτη φορά στο Ηρώδειο με τη δική της εκδοχή στις 6 Σουίτες για τσέλο του Μπαχ, ερμηνευμένες από τον διάσημο τσελίστα Ζαν-Γκυγέν Κεράς.

Στην Πειραιώς 260, σταθερό τόπο καλοκαιρινής συνάντησης των ανήσυχων θεατρόφιλων της πόλης, συνεχίσαμε με τον δικό μας τρόπο την αναζήτηση και την ανάδειξη των κυριότερων σύγχρονων τάσεων στις παραστατικές τέχνες, το θέατρο και το χορό, τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή σκηνή. Για πρώτη φορά όμως ανοίξαμε τις πύλες του βιομηχανικού αυτού χώρου και στα παιδιά με το πολύχρωμο Building Hope του Μαρκ Χατζηπατέρα, τη συνεργασία με το Παιδικό  Μουσείο αλλά και τη διοργάνωση δύο εξαιρετικών εργαστηρίων για παιδιά, το ένα σε συνεργασία με το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (που μας φιλοξενεί σήμερα) και το άλλο, σε συνεργασία με τη Δώρα Ανδρουλιδάκη που δραστηριοποιείται στο χώρο της LGBT κοινότητας του Βερολίνου, όπου ντραγκ κουήν αφηγούνταν ιστορίες για τη διαφορετικότητα στα παιδιά – μια δράση που όχι μόνο διασκέδασε τα παιδιά αλλά συγκίνησε τους συνοδούς τους, κερδίζοντας τις καλύτερες εντυπώσεις.

Στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο, εστιάσαμε επίσης στο ζήτημα της διαφορετικότητας μέσα από παραστάσεις που έθεσαν στο μικροσκόπιο περιπτώσεις ατόμων ή ολόκληρων ομάδων στις παρυφές του κοινωνικού συνόλου, επιχειρώντας να φέρουν στην επιφάνεια το ζήτημα της συλλογικής ευθύνης και την ανάγκη της κοινωνικής ανοχής. Δεν θα τις αναφέρουμε αναλυτικά για λόγους οικονομίας, αλλά και οι 9 ελληνικές παραγωγές στην Πειραιώς προέρχονται από ανερχόμενους σκηνοθέτες  και είχαν το ιδιαίτερο ενδιαφέρον τους, κάτι που επιβραβεύτηκε από τη μεγάλη ανταπόκριση του κόσμου. Γνώμονας της επιλογής μας ήταν οι ίδιοι οι δημιουργοί, δημιουργοί που θέλουμε να συστήσουμε σ’ ένα ευρύτερο κοινό για τη δυναμική που φέρουν και όχι μόνο για την κατασταλαγμένη τους καλλιτεχνική ταυτότητα. Θα μου επιτρέψετε μόνο να μιλήσω εδώ για μια παράσταση που ξεχώρισα, όχι μόνο γιατί βρισκόταν στον πυρήνα της φετινής θεματικής του φεστιβάλ για τη διαφορετικότητα, αλλά και για λόγους καλλιτεχνικούς: Τα Ερωτευμένα άλογα από τη σκηνοθέτρια Ελένη Ευθυμίου και την ομάδα Εν δυνάμει, μια κολεκτίβα νέων καλλιτεχνών με ή χωρίς αναπηρία με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η παράσταση αυτή ανταποκρίνεται υποδειγματικά στον όρο «φεστιβαλική», για την ποιότητα, το μέγεθος, την πρωτοτυπία, τη φρεσκάδα και την τολμηρότητά της.

Σε σχέση με το ελληνικό πρόγραμμα θα ήθελα να σημειώσω ότι το Φεστιβάλ έχει να παίξει έναν σημαντικό υποστηρικτικό ρόλο, καθώς είναι ο μόνος θεσμός που μπορεί να  δώσει ακόμα και σε νεότερους δημιουργούς τη δυνατότητα να δοκιμαστούν σε «μεγαλύτερες» και πιο απαιτητικές διαστάσεις από αυτές της χειμερινής θεατρικής σαιζόν, πλάι σε διεθνείς παραγωγές, να τους προσφέρει τα μέσα ώστε να πειραματιστούν, να διαμορφώσουν ένα τολμηρό, προσωπικό ύφος που θα οδηγήσει εντέλει σε εξαγώγιμα έργα. Το στοίχημα λοιπόν στο ελληνικό και στο ξένο θέατρο δεν είναι το ίδιο: γιατί στο πρώτο «ρισκάρουμε» πάνω σε υποσχόμενες προτάσεις και δημιουργούς, ενώ στο δεύτερο βασιζόμαστε σε μεγάλα διεθνή ονόματα ή επιλέγουμε έτοιμες παραγωγές που έχουν ήδη κατακτήσει το κοινό τους. Σε σχέση με το ελληνικό θέατρο αναλαμβάνουμε δηλαδή έναν αμιγώς δημιουργικό, παραγωγικό ρόλο˙ αυτόν ακριβώς που αρμόζει σ’ ένα δημόσιο φεστιβάλ ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Πολύτιμη σύμβουλος για το ελληνικό πρόγραμμα στο θέατρο είναι η Δήμητρα Κονδυλάκη, που επιπλέον σηκώνει το βάρος και όλων των εκδόσεων του Φεστιβάλ.

Και στο χορό, όμως, το Φεστιβάλ στηρίζει νέους έλληνες δημιουργούς, όπως ο Κώστας Τσιούκας, η Ανδρονίκη Μαραθάκη και το καλλιτεχνικό δίδυμο Άρη Παπαδόπουλου – Μάρθας Πασακοπούλου, που το έργο τους Lucy παρουσιάζεται και στο φετινό Φεστιβάλ Χορού της Καλαμάτας. Επισημαίνουμε επίσης την ενδιαφέρουσα συνεργασία μας με την Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης και το Growing! που έφερε στο Φεστιβάλ τη νέα γενιά του χορού μέσα από τη ματιά και την καθοδήγηση καταξιωμένων χορογράφων: του Γιάννη Μανταφούνη, του Χρήστου Παπαδόπουλου, του Αντώνη Φωνιαδάκη και του Σύριλ Μπάλντυ. Θυμίζουμε εξάλλου και το πρόγραμμα καλλιτεχνικής και εκπαιδευτικής ανταλλαγής που πραγματοποιήσαμε φέτος με το Εθνικό Κέντρο Χορού της Ιταλίας, Aterballetto, καθώς και τη συνεργασία μας με το διεθνές πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών και επιμελητών Onassis AiR του Ιδρύματος Ωνάση.

Ο διεθνής χορός φιλοξένησε παραστάσεις που αγαπήθηκαν πολύ από το κοινό, όπως το #minaret του Λιβανέζου Ομάρ Ρατζέχ, που με τη βοήθεια ενός drone πάνω από τα σώματα των χορευτών μας μετέφερε στον εφιάλτη του ρημαγμένου Χαλεπιού της Συρίας. Σε άλλο μήκος κύματος ο ανερχόμενος Πορτογάλος Μάρκο ντα Σίλβα Φερέιρα συνδυάζει το street dance με τις αφρικανικές επιρροές σε μια έκρηξη μεταδοτικής ενέργειας. Η παγκόσμια πρεμιέρα του έργου infini του Μπορίς Σαρμάτς, στο οποίο το Φεστιβάλ είναι συμπαραγωγός, είναι ορόσημο για τη διεθνή μας ταυτότητα, καθώς σ’ αυτή την περίπτωση στην Πειραιώς 260 έγινε η αρχή μιας περιοδείας που περιλαμβάνει κορυφαία ευρωπαϊκά φεστιβάλ όπως το Festival d’Automne στο Παρίσι, και μεγάλα θέατρα στις Βρυξέλλες, στη Ζυρίχη και αλλού. Το έργο απέδειξε περίτρανα γιατί ο Σαρμάτς ανήκει στην αιχμή του δόρατος της σύγχρονης χορογραφίας, ανοίγοντας δρόμους και θέτοντας νέους όρους θέασης. Παράλληλα, αναδεικνύει το Φεστιβάλ ως θεσμό που παίρνει το ρίσκο να στηρίξει τόσο σπουδαίους αλλά εξόχως πρωτοποριακούς καλλιτέχνες. Στις επιλογές αυτές ουσιαστική ήταν η συμβολή της Στεριανής Τσιντζιλώνη, καλλιτεχνικής συμβούλου για το χορό.

Στο διεθνές πρόγραμμα του θεάτρου ιδιαίτερα αισθητή ήταν η παρουσία των γυναικών δημιουργών. Μεταξύ εκείνων που ξεχώρισαν ήταν η Νοτιοαφρικανή Κάντις Μπράιτς, με τη βίντεο εγκατάσταση Love Story, που έθιγε ζητήματα όπως η μετανάστευση και η δύναμη της αφήγησης, περιέχοντας συγκλονιστικές μαρτυρίες προσφύγων. Εξίσου εκρηκτικές, ανατρεπτικές και ισχυρές γυναικείες φωνές ήταν η Ανχέλικα Λίντελ με το Γένεσις 6, 6-7 και η περφόρμερ Νόρα Τσιπομίρ με το #PUNK.

Για τη διαμόρφωση του διεθνούς προγράμματος, η λέξη-κλειδί ήταν η ποικιλομορφία, που κάλυπτε ένα ευρύ καλλιτεχνικό φάσμα: από καταξιωμένους μαέστρους της σκηνοθεσίας, που άλλη μια φορά θάμπωσαν το κοινό με την πυκνή, ποιητική και μεστή νοήματος εικονοποιία τους, όπως ο Ρομπέρ Λεπάζ και το Θέατρο του Ήλιου της  Αριάν Μνουσκίν με το Kanata ή ο Ρομέο Καστελλούτσι με το La vita nuova, καθώς και σημαντικές παρουσίες που το Φεστιβάλ Αθηνών είχε πρώτο συστήσει στους θεατρόφιλους, όπως οι Κολομβιανοί Mapa Teatro, που επέστρεψαν με το πολύχρωμο, οργιαστικό, πολιτικό όσο και μελαγχολικό Οι αγνοούμενοι, μέχρι ανερχόμενους καλλιτέχνες που αφήνουν τώρα το στίγμα τους στις ευρωπαϊκές σκηνές και στον υπόλοιπο κόσμο.

Το αθηναϊκό κοινό είχε την ευκαιρία να απολαύσει για πρώτη φορά νεότερους δημιουργούς, όπως τη Γαλλοβιετνάμεζα Καρολίν Γκυγελά Ενγκιγιέν με τη Σαϊγκόν, μια παράσταση για τη μνήμη, τη νοσταλγία και την ιστορία, που συγκίνησε βαθιά, τη Γερμανίδα Σουζάννε Κέννεντυ, με την τολμηρή πολυμεσική διασκευή της πάνω στο μυθιστόρημα του Τζέφρυ Ευγενίδη Αυτόχειρες παρθένοι, και τον Ελβετό Τομ Λουτς με το σύγχρονο παραμύθι Το κορίτσι από το εργοστάσιο της ομίχλης. Στη διαμόρφωση του διεθνούς προγράμματος για το θέατρο, επισημαίνω τη συμβολή της νέας συμβούλου για τις διεθνείς παραγωγές, Κάρολιν Χόχλάιχτερ, που πήρε τη σκυτάλη από το φίλο Ματίας φον Χαρτς, ο οποίος ήταν μαζί μας ως το τέλος του 2018 και τώρα πλέον είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ της Ζυρίχης.

Ικανοποιημένοι είμαστε όμως και για το Άνοιγμα στην πόλη, που εγκαινιάσαμε το 2017 και λειτούργησε φέτος για τρίτη συνεχή χρονιά, μια ενότητα δράσεων η οποία δικαίωσε κατά πολύ την αρχική μας επιθυμία να συνδέσουμε με απτό τρόπο την καλλιτεχνική δημιουργία με τους κατοίκους της πόλης, τους φορείς και τις συλλογικότητες που δρουν σ’ αυτήν, γνωρίζοντας στην ουσία το Φεστιβάλ και σ’ έναν κόσμο που δεν ανήκει αυτονόητα στο κοινό του.

Εστιάζοντας και εδώ στη διαφορετικότητα, στήσαμε 19 εκδηλώσεις στην Αθήνα και 10 στον Πειραιά, σε συνεργασία με τον Νίκο Διαμαντή, καλλιτεχνικό διευθυντή του Δημοτικού Θεάτρου του Πειραιά, στοχεύοντας σε μεγάλη γκάμα κατηγοριών κοινού και κοινωνικών χώρων: Από το χώρο της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, με την οποία συνδεόταν η πλατφόρμα Αφροδίτη* καθώς και η περφόρμανς A New Era (?) ως το χώρο της εξάρτησης από τα ναρκωτικά, που ήταν αφορμή έμπνευσης της έκθεσης του Ηλία Πούλου στο Victoria Square Project, με σπάνιο φωτογραφικό υλικό από φιγούρες ναρκομανών του Μεσοπολέμου και ενδιαφέρουσες παράλληλες δράσεις. Επίσης, είχαμε μια σειρά ηχητικών περιπάτων που συνδιοργανώσαμε με το Πολιτιστικό στέκι του ΚΕΘΕΑ. Φέτος υιοθετήσαμε εξάλλου και τις «Αόρατες διαδρομές» της Σχεδίας, περιηγήσεις σε κοινωνικές δομές του κέντρου (συσσίτια, υπνωτήρια, κέντρα απεξάρτησης, κέντρα ημέρας), με οδηγούς άστεγους συμπολίτες μας, που μοιράστηκαν με το κοινό τις εμπειρίες τους.

Ιδιαίτερες ήταν και οι θεατρικές και χορευτικές παραστάσεις του Ανοίγματος στην πόλη. Θα αναφέρω ενδεικτικά την παράσταση-αφιέρωμα στον Μάριο Χάκκα, που παρουσίασε στην Καισαριανή η Ζωή Ξανθοπούλου, με την πολύ συγκινητική συμμετοχή των κατοίκων της γειτονιάς, καθώς και το γοητευτικό πάντρεμα θεάτρου και κινηματογράφου στην Σινε-παρμένη του Θανάση Χαλκιά που παίχτηκε σε θερινούς κινηματογράφους της Αθήνας.

Eπίσης συνεχίστηκαν οι πολύ επιτυχημένες συνεργασίες μας με το Ωδείο Αθηνών, όπου διοργανώθηκε και πάλι η πλατφόρμα για νέους ανερχόμενους μουσικούς, με αφιέρωμα φέτος στο τσέλο και επιμέλεια του προγράμματος από τον Διονύση Μαλλούχο, αλλά και με την Ταινιοθήκη της Ελλάδας, την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού με τις δημοφιλείς ξεναγήσεις του Μανώλη Κορρέ.

Στην Επίδαυρο, είμαστε πολύ ευτυχείς που υλοποιείται πλέον με ορατά αποτελέσματα η προσπάθειά μας για διεθνή προσανατολισμό, με τη συμμετοχή δυνατών ονομάτων της παγκόσμιας πρωτοπορίας: Η Επίδαυρος άνοιξε φέτος με τον Οιδίποδα του Ρόμπερτ Γουίλσον. Αυτή τη βδομάδα κατεβαίνει για πρώτη φορά στο αργολικό θέατρο η Κομεντί Φρανσαίζ με προσκεκλημένο σκηνοθέτη τον Ίβο βαν Χόβε, του οποίου αναμένουμε με μεγάλο ενδιαφέρον την παράσταση  Ηλέκτρα/Ορέστης του Ευριπίδη, ενώ στο κλείσιμο του Φεστιβάλ θα δούμε για πρώτη φορά στην Επίδαυρο την Κάθριν Χάντερ, να ερμηνεύει στα ελληνικά τον επώνυμο ρόλο στον Προμηθέα Δεσμώτη, μια συμπαραγωγή του Φεστιβάλ με το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη.

Οι διεθνείς συνεργασίες δεν είναι κάτι που μπορεί να πραγματοποιηθεί από τη μια στιγμή στην άλλη.  Χρειάζεται μακροχρόνιος προγραμματισμός. Ενδεικτικά θα σας αναφέρω ότι οι συζητήσεις με τον διευθυντή της Κομεντί Φρανσαίζ Ερίκ Ρυφ άρχισαν το φθινόπωρο του 2016! Ο διεθνής όμως προσανατολισμός της Επιδαύρου δεν εξαρτάται μόνο από τις διεθνείς συμμετοχές, αλλά και από την υψηλή ποιότητα και συνοχή του όλου προγράμματος. Οι φετινές ελληνικές παραστάσεις που επιλέξαμε είναι μέσα σ’ αυτή τη λογική, αλλά χρειάζεται ακόμα δουλειά: έχει σημασία να χτίζονται όλες οι παραστάσεις της Επιδαύρου από κοινού με το Φεστιβάλ.

Ο διεθνής προσανατολισμός της Επιδαύρου επιβάλλεται για πολλούς λόγους, ώστε το αρχαίο αυτό θέατρο ως φεστιβαλικός χώρος να αρχίσει να συνομιλεί με τα ευρωπαϊκά φεστιβάλ που φιλοξενούν την αφρόκρεμα της σύγχρονης δημιουργίας, κάτι που θα προσελκύσει ένα διεθνές ενδιαφέρον συμπράξεων, κάνοντας την Επίδαυρο προορισμό του διεθνούς θεατρόφιλου κοινού. Αλλά κι αυτό το όραμα χρειάζεται μακροχρόνιο προγραμματισμό.

Στη Μικρή Επίδαυρο, επίσης, όπως αναγνωρίστηκε και από την κριτική τα δύο τελευταία χρόνια, μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι, καθώς εκεί φιλοξενήθηκαν εναλλακτικές προσεγγίσεις πάνω στο αρχαίο δράμα αλλά και αρχαιόθεμα έργα, που βοήθησαν το χώρο να αποκτήσει μια δική του ιδιαίτερη φυσιογνωμία κι ένα πιο νεανικό, ανήσυχο κοινό. Ήταν καιρός αυτό το υπέροχο ελληνιστικό θέατρο της Παλαιάς Επιδαύρου, δίπλα στη θάλασσα, να ζωντανέψει, ανοίγοντας σε μια απελευθερωμένη και τολμηρή ματιά πάνω στα αρχαία κείμενα. Η Μικρή Επίδαυρος συνομιλεί με το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, ενώ το Λύκειο Επιδαύρου προσθέτει τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα που κατά τη γνώμη μου αρμόζει σ’ ένα φεστιβάλ.

Το Λύκειο Επιδαύρου, το διεθνές θερινό σχολείο αρχαίου δράματος το οποίο σχεδιάσαμε και υλοποιήσαμε από το 2017 σε συνεργασία με το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου στο Ναύπλιο, πραγματοποιήθηκε και φέτος για τρίτη συνεχή χρονιά με τη συμμετοχή σημαντικών ελλήνων και ξένων δασκάλων. Το πρόγραμμα διήρκεσε από τις 2 έως τις 16 Ιουλίου με τη συμμετοχή 105 σπουδαστών από 18 χώρες, 22 διδασκόντων από 8 χώρες και 18 εθελοντών, συν την οργανωτική ομάδα του Λυκείου εντός του Φεστιβάλ.

Για δεύτερη χρονιά φέτος, 45 σπουδαστές του προγράμματος αιτήθηκαν και πρόκειται να λάβουν διδακτικές μονάδες μέσω του προγράμματος ακαδημαϊκής πιστοποίησης του θερινού σχολείου από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.

Για μένα, αυτό το πολυφωνικό, διαπολιτισμικό σχολείο πάνω στο αρχαίο δράμα είναι θεσμός που πρέπει να ριζώσει, όχι μόνο γιατί μας αφορά και πρέπει να μας αφορά επί της ουσίας η διαρκής ανανέωση της ματιάς και των υποκριτικών προσεγγίσεων πάνω στο αρχαίο δράμα, στον τόπο που γεννήθηκε, αλλά και για τα σημαντικά οφέλη του στο ίδιο το φεστιβάλ – ας μην ξεχνάμε ότι ο νεανικός κόσμος με την πληθωρικότητα και τη ζωντάνια του είναι αυτός που κατά κύριο λόγο τροφοδοτεί τις μεγάλες φεστιβαλικές διοργανώσεις διεθνώς. Κάτι που κερδήθηκε στην Πειραιώς 260 και στο Άνοιγμα στην πόλη. Σειρά της Επιδαύρου.

Το ενδιαφέρον μας όμως για τη σύνδεση του προγράμματος με την τοπική κοινωνία στην Επίδαυρο και σε όλη την Αργολίδα δεν σταματάει εδώ, αφού έχουμε αναπτύξει μια σειρά ποικίλων δράσεων που υλοποιήθηκαν και φέτος με μεγάλη συμμετοχή: «Εκπαιδεύοντας το κοινό στο αρχαίο δράμα», με σκοπό την ανάπτυξη του κοινού (μαθητών και ενηλίκων) μέσα από τη συμμετοχή τους σε βιωματικά εργαστήρια, διαλέξεις και παρουσιάσεις σχετικά με τα έργα που ανεβαίνουν το καλοκαίρι στην Επίδαυρο. Από φέτος, εκπαιδευτικές δράσεις ακόμα και με πρόσφυγες. «Διάλογοι», μια σειρά συναντήσεων και ανοιχτών εργαστηρίων με σκηνοθέτες παραστάσεων που φιλοξενούνται στα αρχαία θέατρα της Επιδαύρου, και «Εκπαιδεύοντας το διεθνές κοινό», που περιλαμβάνει βιωματικά θεατρικά εργαστήρια, διαλέξεις για το αρχαίο δράμα, παρακολούθηση παραστάσεων του Φεστιβάλ σε Αθήνα και Επίδαυρο και ξεναγήσεις σε αρχαιολογικούς χώρους, ειδικά σχεδιασμένα για διεθνείς ομάδες συμμετεχόντων. Ενδεικτικά, τις δράσεις αυτού του προγράμματος παρακολούθησαν το 2019 περισσότεροι από 1300 μαθητές, ενήλικες και επισκέπτες από το εξωτερικό. Και αυτό το πρόγραμμα, όπως και οι περισσότερες εκπαιδευτικές δράσεις του Φεστιβάλ, είναι δωρεάν.

Επίσης, φέτος πραγματοποιήθηκε για τρίτη συνεχή χρονιά το πρόγραμμα  «Δημιουργική απασχόληση για παιδιά», την  ώρα που οι μεγάλοι παρακολουθούν  τις παραστάσεις στο Θέατρο της Επιδαύρου. Να αναφέρω εδώ τον ουσιαστικό ρόλο που έχει στο Λύκειο Επιδαύρου και στις εκπαιδευτικές δράσεις στην Αργολίδα αλλά και στην Αθήνα η σύμβουλος εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Φεστιβάλ Τζωρτζίνα Κακουδάκη.

Γιατί και στην Αθήνα έχουμε δώσει έμφαση στον παιδευτικό χαρακτήρα του Φεστιβάλ: Οι συζητήσεις μας με τους διεθνείς σκηνοθέτες και συντελεστές που γίνονται συστηματικά μετά τις παραστάσεις θεάτρου και χορού με συντονισμό από τις καλλιτεχνικές συμβούλους κάθε τομέα γνώρισαν φέτος εντυπωσιακή προσέλευση.

Οι πλατφόρμες «σκέψης» που έχουμε θεσμοθετήσει με στόχο να ενισχύσουμε τη συλλογικότητα στο χώρο των παραστατικών τεχνών είχαν επίσης μεγάλη συμμετοχή, καθώς προσφέρουν μια σπάνια ευκαιρία συνάντησης και συλλογικής κατάθεσης γύρω από κρίσιμα ζητήματα. Στο θέατρο, από τις Ημερίδες που διοργανώσαμε, η πρώτη (με τίτλο «Tο καθ’ ημάς κουίρ») σχετιζόταν με τη διαφορετικότητα ως ευρύτερη θεματική του φετινού προγράμματος, ενώ η δεύτερη, σε συνδιοργάνωση και φέτος με την Ελληνική Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών, ήταν αφιερωμένη στη σχέση θεάτρου και κριτικής (με τίτλο «Οι κριτικοί, το θέατρο και η νέα αγορά: η ανατομία μιας αβέβαιης σχέσης»). Η εμβέλεια των πολυσυλλεκτικών αυτών, ακαδημαϊκού επιπέδου, ημερίδων υπογραμμίστηκε από το ενδιαφέρον του Ιδρύματος Μποδοσάκη να τις αναρτήσει στην ιστοσελίδα του (όπως είχε κάνει και πέρσι με την Ημερίδα που οργανώσαμε για τη Λούλα Αναγνωστάκη), κάτι που διασφαλίζει τη ζωή αυτών των διοργανώσεων και πέραν των ορίων του Φεστιβάλ, αφού μπορεί πλέον να τις παρακολουθήσει ο κάθε ενδιαφερόμενος.

Αντίστοιχα, στο πρόγραμμα του χορού από πέρσι θεσμοθετήσαμε την Ημέρα Χορού. Και η φετινή, όπως και η περσινή εμπειρία, δικαίωσε απολύτως τις προσδοκίες μας. Ειδικά φέτος, στη διάρκεια 9 ωρών, 75 συμμετέχοντες (επαγγελματίες και μη του χορού, όλων των ηλικιών, με και χωρίς αναπηρία), και πάνω από 300 άτομα κοινό παρευρέθηκαν σε 5 δράσεις από τις οποίες οι 4 ήταν συμμετοχικές!

Οι παράλληλες εκδηλώσεις φιλοξένησαν όμως επίσης και άλλες στοχευμένες δράσεις και  εργαστήρια τόσο στον τομέα του θεάτρου (εργαστήρι για νέους σκηνοθέτες με τον Κριστόφ Βαρλικόφσκι), όσο και του χορού (για επαγγελματίες του χορού, με υπερπληρότητα συμμετοχών) και της μουσικής (το εργαστήρι του Γιο-Γιο Μα στην Κυψέλη).

Σ’ όλες τις πτυχές του Φεστιβάλ, το μεγαλύτερο στοίχημα ήταν για μας να φέρουμε κοντά τις διαφορετικές ομάδες που συγκροτούν μια κοινωνία, να τις κάνουμε να συναντηθούν, να προβληματιστούν, να ενεργοποιηθούν μέσω της τέχνης. Αλλά και να προσδώσουμε την απαραίτητη εξωστρέφεια στις παραγωγές μας, στοχεύοντας και στο διεθνές κοινό – κάτι που ευνοήθηκε και από την πολιτική που υιοθετήσαμε στον υπερτιτλισμό, καθώς πέρα από τις παραστάσεις της Επιδαύρου, μεγάλης και μικρής, όπου είχαμε υπέρτιτλους στα αγγλικά και στα ελληνικά, προσθέσαμε αγγλικούς υπέρτιτλους και σε όλες τις ελληνικές παραστάσεις της Πειραιώς 260. Επίσης, από πέρυσι υπέρτιτλοι στα ελληνικά συνοδεύουν ακόμα και τις ελληνικές παραστάσεις, προς διευκόλυνση των μη ακουόντων αλλά όχι μόνο. Πιστεύω λοιπόν ότι το ζητούμενο της διεύρυνσης του κοινού σε μεγάλο βαθμό το πετύχαμε – κάτι που χρειάζεται όραμα, επιμονή και συνέχεια.

Όσον αφορά τώρα τα οικονομικά, τα τρία αυτά χρόνια διαχειρίστηκα τον προϋπολογισμό του καλλιτεχνικού προγράμματος χωρίς υπερβάσεις, που σημαίνει ότι για πρώτη φορά στην ιστορία του φεστιβάλ δεν χρειάστηκε έκτακτη χρηματοδότηση ούτε αύξηση του προϋπολογισμού, παρότι βέβαια μια αύξηση είναι πάντα υπέρ του καλλιτεχνικού προγράμματος. Σ’ αυτό συνέβαλαν οι δεκάδες συνεργασίες που εξασφαλίσαμε με ιδρύματα, φορείς, οργανισμούς και ιδιώτες, που ανέλαβαν μόνοι τους το κόστος των παραγωγών τους. Επίσης, σημαντικό ρόλο έπαιξε η αύξηση των συμπαραγωγών, η αύξηση των θεατών και συνεπώς η αύξηση των εσόδων από τα εισιτήρια. Το αποτέλεσμα σε οικονομικό επίπεδο είναι ότι τα τρία πρώτα χρόνια της θητείας μου το φεστιβάλ ήταν πλεονασματικό, όπως περιμένουμε να είναι και το 2019, όταν λήξει το οικονομικό έτος και έχουμε τα πλήρη οικονομικά στοιχεία.

Θέλω να ευχαριστήσω από καρδιάς την ομάδα των καλλιτεχνικών συμβούλων και του γραφείου μου, που μόχθησαν δίπλα μου· τα μέλη του ΔΣ και τους εργαζόμενους στο Φεστιβάλ, με όσους συμπορεύτηκαμε αυτά τα χρόνια· όλους τους καλλιτέχνες που συμμετείχαν στο Φεστιβάλ, κι εκείνους που δεν στάθηκε δυνατό να συμμετάσχουν· τους δημοσιογράφους και τους κριτικούς που εμπιστεύτηκαν και πρόβαλαν τη δουλειά μας· τους Οργανισμούς, δημόσιους και ιδιωτικούς, τους χορηγούς και τα πρόσωπα που μας στήριξαν· και πάνω απ’ όλα το κοινό, που αγκάλιασε τις παραστάσεις και τις εκδηλώσεις μας.

Κλείνοντας, θα μου επιτρέψετε να πω κάτι πιο προσωπικό. Η θητεία μου λήγει τον επόμενο μήνα. Το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, με όλους τους χώρους που διαθέτει, είναι ένας γιγάντιος οργανισμός. Η δουλειά ήταν πολλή, άπειρες ώρες. Ωστόσο η εμπειρία ήταν για μένα πολύτιμη, κι αυτό μου έδινε καθημερινά ενέργεια και αντοχή. Ταξίδεψα για τις ανάγκες του προγράμματός μας σε πολλά θέατρα και φεστιβάλ του κόσμου, γνώρισα σημαντικούς καλλιτέχνες, επαγγελματίες που η αφοσίωση στη τέχνη τους τους κάνει σεμνούς. Είμαι ευγνώμων γι’ αυτό το ταξίδι που μου επιφύλαξε η ζωή, όσο κι αν είχε και τις δύσκολες στιγμές του.