Η Βασιλική Ακαδημία Τεχνών παρουσιάζει την μεγαλύτερη έκθεση του Βέλγου καλλιτέχνη Léon Spilliaert (1881-1946) που έχει πραγματοποιηθεί ποτέ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Συγκεντρώνοντας περίπου 80 έργα που προέρχονται από δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές από το Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Μεγάλη Βρετανία και τις Η.Π.Α., η έκθεση θα προσφέρει μια σπάνια ευκαιρία στον θεατή να ανακαλύψει αυτόν τον εντυπωσιακό και μοναδικό καλλιτέχνη που σημάδεψε ανεξίτηλα την τέχνη του Βελγίου τον 20ο αιώνα.

Γεννημένος στην Οστάνδη, ένα παραθαλάσσιο θέρετρο στην ακτή της Βόρειας Θάλασσας όπου σύχναζε και η βελγική βασιλική οικογένεια, ο Spilliaert ήταν ένας ταλαντούχος αυτοδίδακτος καλλιτέχνης. Αποφεύγοντας τις λαδομπογιές, δούλευε συνδυάζοντας ινδική μελάνη, κηρομπογιές, νερομπογιές, παστέλ, κιμωλίες, μολύβι και στυλό σε χαρτί ή χαρτόνι. Χάρη σε αυτούς τους συνδυασμούς υλικών επιτύγχανε τη δημιουργία ατμοσφαιρικών έργων που συχνά απέπνεαν μυστήριο και μελαγχολία.

Léon Spilliaert, The Gust of Wind, 1904. Indian ink wash, brush, watercolour and gouache on paper. 51 x 41 cm. Mu.ZEE , Ostend – www.lukasweb.be – Art in Flanders vzw, photo: Hugo Maertens.

Στην νεότητα του, επειδή ταλαιπωρούταν από έντονη αϋπνία και χρόνια γαστρεντερολογικά προβλήματα, ο Spilliaert περπατούσε τακτικά σε ερειπωμένα παραλιακά μονοπάτια, αλλά και στους δρόμους της Οστάνδης μέσα στο σκοτάδι της νύχτας. Έπειτα μετέφερε στους καμβάδες του όλα όσα έβλεπε, που δεν ήταν άλλο από το ατελείωτο και σκοτεινό κενό της παραλίας και της πόλης. Τα αποτύπωνε με μία ιδιαίτερη και ασυνήθιστη χρήση της προοπτικής, αλλά και του φωτός.

Πέρα από την αϋπνία, το άλλο μεγάλο πρόβλημα του Spilliaert ήταν το υπαρξιακό του άγχος. Κυριευμένος από αυτό δημιούργησε μία σειρά αυτοπροσωπογραφιών που αποκαλύπτουν την ανησυχία του για την ταυτότητά του ως καλλιτέχνη. Αυτές οι ισχυρές εικόνες της μοναξιάς συνδέουν υφολογικά τον Spilliaert με σκανδιναβικούς καλλιτέχνες όπως ο Edvard Munch, ο Vilhelm Hammershøi και η Helene Schjerfbeck, οι οποίοι επίσης παλεύουν με οπτικές και αγχώδεις εξερευνήσεις του εαυτού τους στην αλλαγή του εικοστού αιώνα. Επίσης, η αγάπη του για τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία, ιδιαίτερα για το έργο του Edgar Allan Poe και του Friedrich Nietzsche, επηρέασε σε μεγάλο βαθμό το πρώιμο έργο του, το οποίο ήταν διαποτισμένο με μία ενθουσιώδη και ενίοτε ρομαντική ένταση.

Léon Spilliaert, Self-portait, 1907. Gouache, watercolour and coloured pencil on paper. 52.7 x 37.8 cm. The Metropolitan Museum of Art, New York © 2019. Image copyright The Metropolitan Museum of ArtArt ResourceScala, Florence.

Το 1902, ο Spilliaert αρχίζει να εργάζεται για τον εκδότη Edmond Deman και να εικονογραφεί έργα του θεατρικού συγγραφέα, ποιητή και δοκιμιογράφου Maurice Maeterlinck (ο οποίος, το 1911, έγινε ο μόνος Βέλγος που έχει κερδίσει το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας) και του ποιητή Emile Verhaeren, με τον οποίο απέκτησε στενή φιλία. Ο Verhaeren θα είναι υπεύθυνος για την γνωριμία του καλλιτέχνη με πολλούς ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων, όπως ο Αυστριακός μυθιστοριογράφος Stefan Zweig και ο Βέλγος θεατρικός συγγραφέας Fernand Crommelynck.

Léon Spilliaert, Hothouses I, 1917. Conté crayon, Indian ink wash, brush, pen and coloured chalk on paper. 67.5 x 51 cm. Private collection. Photo: Luc Schrobiltgen.

Φεύγοντας από την Οστάνδη το 1917 για να ξεφύγουν από τη γερμανική κατοχή, ο Spilliaert και η νεαρή σύζυγός του Rachel Vergison ξεκίνησαν για τη Γενεύη, όπου σχεδίαζαν να ενταχθούν σε ένα ειρηνικό κίνημα. Ωστόσο, με τα λίγα χρήματα που διέθεταν και ένα νεογέννητο μωρό στην αγκαλιά, δεν κατάφεραν να πάνε πέρα από τις Βρυξέλλες. Ο Spilliaert θα μετακινείται μεταξύ Οστάνδης και Βρυξελλών για το υπόλοιπο της ζωής του. Πάντα γοητευμένος από τον φυσικό κόσμο, ο καλλιτέχνης στη μετέπειτα δουλειά του ανέπτυξε μια μαλακότερη εστίαση και δημιούργησε στοχαστικά και ήσυχα έργα που σε μαγεύουν με τον τρόπο που απεικονίζουν το βραδινό φως ή τις σκιές των οξιών στο Forêt de Soignes στις Βρυξέλλες, όπου περπατούσε τακτικά.

Léon Spilliaert, The Absinthe Drinker, 1907. Indian ink, gouache, watercolour and coloured chalk on paper. 105 x 77 cm. Collection King Baudouin Foundation, entrusted to the Fine Arts Museum of Ghent, Belgium, © Studio Philippe de Formanoir.

Η έκθεση θα οργανωθεί σε τέσσερα θεματικά τμήματα, παρουσιάζοντας το ταξίδι της ζωής αυτού του αξιοσημείωτα διορατικού και ασυνήθιστου καλλιτέχνη. Με τίτλο Φωτισμός, το πρώτο τμήμα θα επικεντρωθεί στην αφοσίωση του Spilliaert στην λογοτεχνία, το θέατρο και την εικονογράφηση βιβλίων και θα παρουσιάσει τις ποιητικές απεικονίσεις της φύσης που έχει δημιουργήσει ο καλλιτέχνης, όπως το έργο «Beech Trunks, 1945». Το δεύτερο τμήμα, με τίτλο Λυκαυγές, παρουσιάζει την καλλιτεχνική έκφραση του Spilliaert σχετικά με την κενότητα και τη μοναξιά στον κόσμο του μισοσκόταδου όπου και συχνά περιφερόταν. Οι νεκρές φύσεις και οι εσωτερικές σκηνές μεταδίδουν μια ήρεμη λάμψη στα βάθη της νύχτας, όπως απεικονίζεται στο έργο «Young Woman on a Stool, 1909» όπου μοναχικές γυναίκες περιμένουν τους συζύγους τους να επιστρέψουν από τη θάλασσα στο τέλος της ημέρας. Στο τμήμα αυτό θα συμπεριληφθούν επίσης παραδείγματα από την προσπάθεια εικονογράφησης του Belgique II, ενός από τα πρώτα αερόπλοιο του Βελγίου.

Léon Spilliaert, Dike at night. Reflected lights, 1908. Indian ink wash, pen and coloured pencil on paper. 48 x 39.4 cm. Musée D’Orsay. Photo: © Musée d’Orsay, Dist. RMN-Grand Palais / Patrice Schmidt.

Το τρίτο τμήμα με τίτλο Παράκτια ζώνη αποτελεί μία εξερεύνηση στη γοητεία που ασκούσαν στον Spilliaert τα όρια μεταξύ γης και θάλασσας, όπως φαίνεται στα έργα «A Gust of Wind, 1904» , αλλά και στο «Dike at night. Reflected lights, 1908.», όπου έχει αντλήσει έμπνευση από τους περιπάτους του στην Οστάνδη. Το τελευταίο τμήμα, Ανακλάσεις, συγκεντρώνει μια σημαντική ομάδα αυτοπροσωπογραφιών.

Η έκθεση πραγματοποιείται στην Royal Academy of Arts (Burlington House, Piccadilly, Mayfair, London W1J 0BD, Ηνωμένο Βασίλειο), έως τις 25 Μαΐου του 2020. 


Κεντρική φωτογραφία θέματος: Léon Spilliaert,Woman at the Shoreline, 1910, Indian ink, coloured pencil and pastel on paper. 49 x 60 cm. Private collection. Photo: © Cedric Verhelst