1941, έτος πολέμου και έτος όπου η Ευρώπη ζει το δράμα του φασισμού σε όλο το μεγαλείο του. Στο πλοίο Capitaine Paul Lemerle επιβιβάζονται άνθρωποι διαφόρων τάξεων και εθνικοτήτων με προορισμό την Αμερική και ένα καλύτερο μέλλον μακριά από τις εμπόλεμες ζώνες και την αβεβαιότητα μιας ζωής σκοτεινής που αργεί να λάβει τέλος. Σε αυτό το πλοίο επιβαίνουν άνθρωποι του πνευματικού κόσμου όπως ο Αντρέ Μπρετόν, ο περίφημος συγγραφέας του μανιφέστου του σουρεαλισμού, ο επιφανής συγγραφέας Βίκτορ Σερζ αλλά και η Άννα Ζέγκερς, η οποία στα βιβλία της θα περιγράψει την φρίκη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Τέλος, αφηγητής των θλιβερών γεγονότων θα είναι και ο φιλόσοφος Κλωντ Λεβι-Στρως ο οποίος βιώνει και αυτός όπως όλοι τις δύσκολες συγκυρίες σε ένα πλοίο το ταξίδι του οποίου καθίσταται αβέβαιο.
Ένας αβέβαιος πλους προς την Γη της Επαγγελίας
Ο Μποσκ προσφέρει στον αναγνώστη αυτό το εξαιρετικά γραμμένο βιβλίο, το οποίο αποτελεί οδηγό για να κατανοήσει ο αναγνώστης τις δύσκολες συγκυρίες ενός αδυσώπητου πολέμου που στοίχισε από τον κόσμο της διανόησης εκλεκτούς ανθρώπους, συγγραφείς, ζωγράφους και ποιητές που χάθηκαν άδικα, όπως άδικα χάθηκαν τόσοι και τόσοι άνθρωποι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μέσα σε ένα κλίμα μίσους και διάθεσης για εξολόθρευση της διαφορετικότητας. Οι Εβραίοι της Ευρώπης και όσοι τους υποστήριζαν πλήρωσαν με τη ζωή τους τη μισαλλοδοξία, έρμαια μιας συμμορίας που είχε σκοπό να αφανίσει πληθυσμούς ολόκληρους και δυστυχώς εν μέρει το κατάφερε. Και όπως έγραφε και ο Προυστ: “Ποιο είναι το άκρον άωτον της δυστυχίας; απαντούσε: το να είναι κανείς ευανάγνωστος”. Οι πρωταγωνιστές του βιβλίου δίνουν οι ίδιοι τις απαντήσεις τους και ο Μποσκ τους μνημονεύει σε ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί από όλους.
“Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα ζουν χωρίς να διακρίνουν τα σύμπαντα που βρίσκονται από πάνω τους και τα οποία θα μπορούσαν να δουν. Θάλασσα απαλή, αέναα κινούμενη, συγκινητική. Είμαστε γεμάτοι σκέψεις, τόσο που δεν είναι πια σκέψεις, αλλά κύματα και άνεμοι του πνεύματος” διαβάζουμε στο βιβλίο και το πνεύμα βρίσκεται εν πλω στην αναζήτηση καλύτερων ημερών για το ίδιο και για την ανθρωπότητα εν γένει. Για τους ανθρώπους της εποχής, όχι μόνο τους γνωστούς αλλά για όλους που επιβαίνουν στο Καπιτέν το ταξίδι αυτό είναι η μοναδική και η απόλυτη σανίδα σωτηρίας από ένα καθεστώς ανελευθερίας και αιχμαλωσίας όπου τίποτα δεν επιτρέπεται. Ο συγγραφέας έχοντας συλλέξει πλούσιο υλικό και πολλές πληροφορίες τις οποίες και παραθέτει στο τέλος του βιβλίου μας προσφέρει ένα πανόραμα της ζωής πάνω στο πλοίο αλλά και κατά την παραμονή στην Μαρτινίκα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Είναι πολλές φορές σκληρές οι περιγραφές και οι εικόνες, έλλειψη νερού, τροφής, φαρμάκων, καλού ύπνου, έλλειψη των στοιχειωδών για μια ομαλή διαβίωση σε έναν τόπο απομακρυσμένο όπου ακόμα και η επικοινωνία με τον έξω κόσμο δεν είναι εύκολη και ούτε βέβαια δεδομένη. Αυτά που διαβάζουμε δεν είναι δυστυχώς φανταστικά και μακάρι να ήταν, αποτελούν βιώματα από μία περίοδο αστάθειας και ασάφειας ως προς το μέλλον του κόσμου. Το Καπιτέν βέβαια δεν είναι το μοναδικό πλοίο που θα προσπαθήσει να καταπλεύσει στην Νέα Βαβυλώνα όπως λεγόταν τότε η Νέα Υόρκη ή και σε άλλα μέρη όπως το Μεξικό και η Βραζιλία όπου βρήκαν καταφύγιο πολλοί διανοούμενοι αλλά και απλοί άνθρωποι της εποχής. Θα γίνει εκεί προσπάθεια να ξαναφτιάξουν τις ζωές τους μακριά από την γη του πυρός και μακριά από βασανιστήρια και κακουχίες με το βλέμμα πάντα στα όσα συνέβαιναν στην πολύπαθη Γηραιά ήπειρο.
“Οι αλήθειες ζουν με ντοκουμέντα χωρίς αποδείξεις, λεπτομέρειες, ημερομηνίες, ονόματα, εξαφανίζονται, σβήνουν. Ακόμα χειρότερα, σκεπάζουν και πνίγουν άλλες πληροφορίες, και τότε επικρατεί η διαχείριση του φόβου, γραφειοκρατική και “ευσυνείδητη”. Έγραψε στη γραφομηχανή του μια ανηφόρα, τακτοποίησε τη μοναδική μαρτυρία, θύματος αλλά και κριτή”. Μέσα από αυτό το απόσπασμα, ο Μποσκ μας εντάσσει πλήρως στο κλίμα της αγωνίας και της ανησυχίας των επιβαινόντων και στην διαχείριση του φόβου και της ανασφάλειας που επικρατούσε μεταξύ των ταξιδιωτών. Το πλοίο εκείνη την στιγμή ήταν η καλύτερη μέθοδος διαφυγής και η βίζα για την μετανάστευση σίγουρα ήταν ένα έργο για δύσκολους λύτες, ωστόσο η παραμονή στην κατεχόμενη Ευρώπη ήταν πολύ πιο επικίνδυνη.
Και όμως μέσα σε αυτόν τον πυρετό των φυλετικών διακρίσεων, του κυνηγητού μαγισσών και των απάνθρωπων διώξεων η καλλιτεχνική παραγωγή συνέχισε τον δρόμο της, μέσα από επισφαλείς συνθήκες και δυσκολία έκδοσης βιβλίων και χειρογράφων. Η αντίσταση ήταν πνευματική και έγινε από τους ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Βίκτορ Σερζ που δεν έπαψε στιγμή να γράφει, όπως ο Μπρετόν που δεν σταμάτησε λεπτό να υπερασπίζεται αξίες και ιδανικά, όπως η Άννα Ζέγκερς που με τον Έβδομο σταυρό της μαρτυρά συμβάντα φρίκης. Ήταν όλοι αυτοί που ύψωσαν το ανάστημά τους και έλαβαν την γενναία απόφαση να δείξουν σθένος και αυταπάρνηση ως προς το ιδεώδες της ελευθερίας. Κυκλοφόρησαν λοιπόν μέσα σε αυτό το διάστημα βιβλία που άφησαν εποχή, βιβλία που διαβάζονται μέχρι και σήμερα.
Αποσπάσματα βιβλίου
Στο Ράδιο-Μαρτινίκα, ένα μήνυμα μεταδιδόταν συχνά πυκνά. “Γάλλοι, υπήρξατε μάρτυρες, κατά την ιστορία ενός θαύματος, του θαύματος της Ιωάννας της Λωραίνης. Σήμερα, ευλογηθήκατε με ένα δεύτερο θαύμα, το θαύμα Πεταίν!
Η ζέστη ήταν τόση, που την ημέρα, ζαλισμένοι διψασμένοι, έξω από το αμπάρι και κάτω από τους μουσαμάδες για να μην ψήνονται στον ήλιο, οι επιβάτες περίμεναν τη νύχτα, ξαπλωμένοι κάτω από τις τέντες, αποχαυνωμένοι, με μόνο φάρμακο ένα είδος ανεστραμμένης χειμερίας νάρκης, μια σιέστα που παρατείνεται επ’ αόριστον.