Η παράσταση «Άνθρωποι χωρίς όνομα», μέσα από έξι διαφορετικές ιστορίες φροντιστών, επιχειρεί να θίξει το σημαντικό θέμα της έλλειψης ανακουφιστικής φροντίδας, ως παροχή του συστήματος υγείας της χώρας μας.

Ταυτόχρονα η παράσταση επιθυμεί να εστιάσει στην αξία και τη συμβολή των ανθρώπων αυτών στην φροντίδα των αγαπημένων τους προσώπων αλλά και την επίδραση που μπορεί να έχει η ευθύνη αυτή στην εξέλιξη της δικής τους ζωής.


-Αρχικά, θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια για την παράσταση «Άνθρωποι χωρίς όνομα» ως συγγραφέας και πρωταγωνίστρια του έργου;

Η παράσταση «Άνθρωπο χωρίς όνομα» είναι ένα παραστατικό αφιέρωμα σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που περιμένουν στις αίθουσες αναμονής των νοσοκομείων, που κάνουν βόλτες με τα αποτελέσματα των εξετάσεων στο χέρι μες στους διαδρόμους, μη ξέροντας πως να γυρίσουν στο δωμάτιο και να κοιτάξουν κατάματα το αγαπημένο τους πρόσωπο που νοσεί. Είναι μια κραυγή όλων αυτών που φροντίζουν και παράλληλα καταστρέφονται οικονομικά, διαλύονται ψυχολογικά και μένουν μετέωροι να αντιμετωπίσουν γεγονότα και καταστάσεις που ξεπερνούν τη φαντασία ενός νοήμονα ανθρώπου.

-Ποια κομμάτια του ρόλου σας θα λέγατε πως σας άγγιξαν περισσότερο;

Το θεατρικό έργο «Άνθρωποι χωρίς όνομα» αποτελείται από 6 σπονδυλωτές ιστορίες, άρα έχω να υποδυθώ 6 διαφορετικές ηρωίδες, 5 φροντίστριες και μία ασθενή. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχουν κομμάτια που με άγγιξαν περισσότερο. Όλο το έργο με ταρακουνάει συθέμελη. Κι αυτό συμβαίνει γιατί κάθε ηρωίδα είναι τόσο διαφορετική από την άλλη, αλλά τελικά όλοι τους φροντιστές και ασθενείς μέσα από τα σπίτια τους και χωρίς να γνωρίζονται μεταξύ τους συντονίζονται σε κοινές στιγμές απελπισίας, έντασης, αγάπης.

-Ο τίτλος του έργου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Θα λέγατε ότι εμπεριέχει τη θεατρική διδαχή της παράστασης;

Δεν πιστεύω γενικά ότι οι θεατρικές παραστάσεις θα πρέπει απαραίτητα να έχουν κάτι να μας διδάξουν. Ο συγκεκριμένος τίτλος προέρχεται από ένα προσωπικό βίωμα. Μήνες μετά από τη διαμονή μου μαζί με τον πατέρα μου στο νοσοκομείο και μην έχοντας ακούσει ούτε μία φορά το όνομά μου, το οποίο άκουσα τη μέρα που πήγα να πάρω τα απαραίτητα χαρτιά για να φύγουμε χώρια οι δυο μας από εκεί, συνειδητοποίησα ότι μέχρι εκείνη ακριβώς τη στιγμή δεν είχα όνομα, δεν είχα ύπαρξη. Ήμουν η συνοδός, η κόρη, η «αυτή», τέλος πάντων, του κυρίου «τάδε». Κι αυτή ήταν μάλιστα και η πρώτη φορά που ένιωσα ότι πρέπει να μιλήσω για τους φροντιστές. Ότι θέλω μέσα από τη φωνή μου να μιλήσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι χωρίς ονόματα.

-Προσωπικά, πως κρίνετε τη στάση της πολιτείας απέναντι σε ανθρώπους οι οποίοι, χωρίς ιατρικές γνώσεις, καλούνται να παράσχουν βοήθεια σε οικία τους πρόσωπα που βρίσκονται σε κίνδυνο;

Θα μπορούσα να έχω κρίση για την πολιτεία αν υπήρχε πολιτεία. Δεν υπάρχει καμία απολύτως υποστήριξη γι’ αυτούς τους ανθρώπους και τους ασθενείς τους οποίους περιθάλπτουν. Όταν δεν υπάρχει μέριμνα για τον ασθενή, θεωρώ σχεδόν ουτοπικό να ζητάμε μέριμνα για τον φροντιστή. Όμως μέσα από αυτή την ουτοπία της παράστασής μας -γιατί αυτό είναι το θέατρο, μια ουτοπία- θέλουμε να αναδείξουμε το μείζον πρόβλημα της έλλειψης ανακουφιστικής φροντίδας στη χώρα μας.

-Είστε μέλος της ομάδας ΕρΜα, με την οποία ανεβάζετε την παράσταση. Πως προέκυψε η ιδέα ίδρυσης του θεατρικού εγχειρήματος;

Η αρχική ιδέα προήλθε από ένα προσωπικό μου βίωμα. Μάλλον καλύτερα από τρία προσωπικά μου βιώματα. Βρέθηκα στη θέση της φροντίστριας τρεις φορές στη ζωή μου μέχρι σήμερα. Την τρίτη για τον πατέρα μου στην ηλικία των 31 ετών. Τότε ήταν που κατάλαβα πόσο οδυνηρό ήταν όλο αυτό για μένα. Τότε που αποσπάστηκα από την ίδια μου τη ζωή, έβαλα στον πάγο τα θέλω μου, τα όνειρά μου, τις διαθέσεις, τις ορέξεις μου. Άλλαξα τόπο κατοικίας, καθημερινότητα και αφοσιώθηκα σε ένα έργο, στο έργο της περίθαλψης, καθώς είναι πανέμορφο να προσφέρεις τόσα πολλά και με ανιδιοτέλεια, αλλά και απίστευτα δύσκολο και οδυνηρό. Ειδικά όταν γνωρίζεις το τέλος κι αυτό σου τρώει τα σωθικά κάθε μέρα και πιο πολύ.

Έτσι λοιπόν, ένα απόγευμα στο πάρκο Τρίτση λίγο πριν την πρώτη καραντίνα, μοιράστηκα την αρχική μου ιδέα με την Ερμιόνη Πολιτίδου, φίλη που φοιτούσαμε στην ίδια σχολή στη Θεσσαλονίκη. Εκείνη την έκανε δική της, γράψαμε μαζί με την Κάτια Παπαϊωάννου το θεατρικό έργο και στις 11 Ιανουαρίου εγώ θα παίξω στο έργο μας το οποίο η Ερμιόνη σκηνοθετεί.

-Παράλληλα με τις παραστάσεις, έχετε δημιουργήσει και ένα λεύκωμα αφιερωμένο στους φροντιστές, σε συνεργασία με την Εταιρεία Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας. Μιλήστε μας για αυτή την ιδιαίτερη έκδοση.

Το λεύκωμα «Άνθρωποι χωρίς όνομα», ομότιτλο με το θεατρικό έργο, είναι το πρώτο μας παιδί. Είναι η πηγή της έρευνάς μας για να γραφτεί το θεατρικό έργο. Μη θέλοντας να καταγράψουμε την προσωπική μου εμπειρία μόνο, αλλά να μιλήσουμε για την οικουμενικότητα του θέματος, δημιουργήσαμε ένα ερωτηματολόγιο που το μοιράσαμε σε φροντιστές ασθενών. Καταφέραμε να συλλέξουμε 60 τουλάχιστον απαντημένα ερωτηματολόγια. Οι απαντήσεις που λάβαμε μας έδωσαν τη συναισθηματική καμπύλη βάσει της οποίας δουλέψαμε τη συγγραφή του έργου μας, άπειρο υλικό για τη μελέτη των σχέσεων φροντιστή-ασθενή και φυσικά πολύ σημαντικές πληροφορίες για τις χρόνιες ασθένειες. Αυτή την έρευνά μας, λοιπόν, μοιραστήκαμε με την Εταιρία Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδος και με την υποστήριξή τους καταφέραμε να τη διανθίσουμε με επιστημονικά και λογοτεχνικά κείμενα και να εκδώσουμε το λεύκωμα «Άνθρωποι χωρίς όνομα», τα έσοδα του οποίου αποτελούν και τη βασική χρηματοδότηση της παράστασής μας. Όποιος επιθυμεί να μας στηρίξει μπορεί να το προμηθευτεί ζητώντας το από τα μεγάλα βιβλιοπωλεία, από την ιστοσελίδα του εκδοτικού οίκου Ευρασία ή και από εμάς στέλνοντάς μας ένα μήνυμα στη Θεατρική Ομάδα ΕρΜα στο facebook.

Διαβάστε επίσης:

Άνθρωποι Χωρίς Όνομα, από την ομάδα ΕρΜα στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης