Είναι η πρώτη ατομική παρουσίαση του έργου του εικαστικού μετά τον θάνατό του το 2009. Με την παρούσα έκθεση, καθώς επίσης και μέσα από μία σειρά μελλοντικών εκθέσεων, projects και παρουσιάσεων η γκαλερί Kalfayan ‘συστήνει’ ξανά στο ελληνικό κοινό το πρωτοποριακό και σημαντικό εικαστικό έργο του Μολφέση και θέτει ως στόχο την ανάδειξη του καλλιτεχνικού κληροδοτήματός του και τη σημασία του για τον Μοντερνισμό διεθνώς. Τα εγκαίνια θα πραγματοποιηθούν την Πέμπτη, 20 Ιανουαρίου 2022, 18.00 – 21.00.
Τα έργα που παρουσιάζονται στην γκαλερί Kalfayan είναι αντιπροσωπευτικά της τέχνης που οραματίστηκε και δημιούργησε ο Μολφέσης. Διαχρονική, χωρίς σύνορα, ανοιχτή, ανατρεπτική, που αφήνει τον θεατή να «αισθανθεί» το έργο.
Για τον Μολφέση η αισθητική του έργου τέχνης είναι ο «Δούρειος Ίππος» με τον οποίον το έργο πλησιάζει «την ανθρώπινη ευαισθησία και γίνεται αντιληπτό». Ο ίδιος υπήρξε μεταξύ των πρωτοπόρων καλλιτεχνών της γενιάς του που γοητεύτηκαν από την τεχνολογία της εποχής τους και κυρίως από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Δεν χρησιμοποίησε ωστόσο τον υπολογιστή ως μέσο για τη δημιουργία των έργων του, αλλά έκανε δημιουργική χρήση της γλώσσας του για να δημιουργήσει το δικό του αφηρημένο καλλιτεχνικό σύμπαν.
Ο Ιάσων Μολφέσης γεννήθηκε το 1925 στην Αθήνα. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών μεταξύ 1941-46 με δασκάλους τους Κ. Παρθένη, Δ. Μπισκίνη και Ε. Θωμόπουλο, φοιτώντας παράλληλα στη Νομική Σχολή Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας ήρθε σε επαφή με τη βυζαντινή τέχνη στα μοναστήρια της Βορείου Ελλάδας και δούλεψε μια σειρά αγιογραφίες, αναζητώντας ένα πνευματικό αντίβαρο στη σκληρότητα του εμφυλίου πολέμου. Το 1950 έφυγε για το Παρίσι όπου παρακολούθησε στην École des Beaux Arts το εργαστήριο τοιχογραφίας του Pierre-Henri Ducos και το εργαστήριο ζωγραφικής του Jean Souverbie (1951-52).
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Άνθρωπος καλλιεργημένος, φύση ανήσυχη, με έντονες καλλιτεχνικές και φιλοσοφικές αναζητήσεις, εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Παρίσι σε μια εποχή έκρηξης των νέων ρευμάτων της αφηρημένης τέχνης και του αφηρημένου εξπρεσιονισμού και έζησε από κοντά τις διεθνείς καλλιτεχνικές ζυμώσεις και εξελίξεις. Συνδέθηκε με την πρωτοπορία της εποχής του, διατηρώντας παράλληλα τις επαφές του στην Ελλάδα και διέγραψε μια μοναδική πορεία στον εικαστικό χώρο μετουσιώνοντας τα ερεθίσματα και τα διδάγματα του περιβάλλοντος του στο ιδιαίτερο εικαστικό του ιδίωμα.
Το σπίτι του στo Παρίσι παρέμεινε για χρόνια σημείο συνάντησης διανοούμενων και καλλιτεχνών. Ο Αξελός, ο Παπαϊωάννου, ο Αλεξάνδρου, ο Πράσσινος, ο Κουλεντιανός, ο Ξενάκης, ο Μόραλης, ο Φραγκιάς, ο νομπελίστας Claude Simon είναι μερικοί μόνο από όσους απεικονίζονται στο πλούσιο φωτογραφικό αρχείο του Μολφέση.
Κατά την εικοσαετία 1950-1970 δημιούργησε κυρίως ζωγραφικά έργα που ξεχωρίζουν για τον λυρισμό, τη χειρονομιακή γραφή και την εξπρεσιονιστική τους δραματικότητα, ενώ διακρίνονται για τη χρωματική λιτότητά τους (άσπρο, μαύρο, γκρι και ώχρες). Γύρω στο 1960 αρχίζει να ενσωματώνει στα έργα του την κωδικοποιημένη γλώσσα των πρώτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, συνδυάζοντας τις μαύρες κουκίδες των διάτρητων ταινιών του τηλέτυπου (telex) με τη δική του χειρονομιακή γραφή. Μεταφέροντας σε σφυρήλατο μολύβι το σύστημα των σκούρων στιγμών, των οπών και των λευκών επιφανειών των ταινιών του ηλεκτρονικού υπολογιστή, ο Μολφέσης δημιουργεί τα πρώτα του ανάγλυφα. Αξιοποιώντας υλικά όπως τον πολυεστέρα, το γύψο, το μέταλλο, τα φύλλα αλουμινίου ή μόλυβδου, επεξεργάζεται και εξελίσσει τις φόρμες που δημιουργούνται.
Από το 1970 αρχίζει να δημιουργεί, στο Παρίσι και σε άλλες πόλεις της Γαλλίας αλλά και στην Ελλάδα, γλυπτικούς χώρους και εγκαταστάσεις μνημειακών διαστάσεων με συμβολικές προεκτάσεις και ονομασίες όπως Αγορά, Λαβύρινθος, Σαρκοφάγος, Ναός, Απολίθωμα κ.α. που παραπέμπουν τόσο σε αρχαίους πολιτισμούς όσο και σε «απομεινάρια του μέλλοντος», όπως ο ίδιος τα αποκαλεί.
Το 1988 ο Μολφέσης θα έρθει στην Ελλάδα ως Τακτικός Καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης. Το 1991 θα επιστρέψει στο Παρίσι για μια ακόμα δεκαετία πριν εγκατασταθεί οριστικά στην Ελλάδα, μοιράζοντας το χρόνο του μεταξύ Αθήνας και Αίγινας, το νησί που επέλεξε για το φως του και το ήμερο τοπίο του. Δουλεύει ακατάπαυστα, δημιουργώντας μέχρι το τέλος. Πεθαίνει στο σπίτι του στην Αθήνα στις 19 Ιανουαρίου 2009, σε ηλικία 84 ετών.