Ο δεκάχρονος Όσκαρ ζει στο νοσοκομείο, γιατί υποφέρει από μια βαριά μορφή λευχαιμίας. Κάποια στιγμή μαθαίνει τυχαία ότι δεν υπάρχει καμιά ελπίδα να θεραπευτεί και ότι πρόκειται να πεθάνει σε λίγες μέρες. Στο αποκορύφωμα της απόγνωσής του, μια εκκεντρική ηλικιωμένη κυρία, γνωστή ως κυρία Ροζ, μια από τις εθελόντριες που κρατούν συντροφιά στα παιδιά του νοσοκομείου, του προτείνει ένα παιχνίδι: να θεωρήσει καθεμιά από τις μέρες που του απομένουν ως μια δεκαετία της ζωής του.
Ο Όσκαρ σιγά-σιγά αρχίζει να πιστεύει το παιχνίδι και, κατά τη διάρκεια των τελευταίων του έντεκα ημερών, βιώνει μια πλήρη ζωή γεμάτη γεγονότα: έρωτες, γάμο, προδοσίες, αποχαιρετισμούς, επιστροφές, καβγάδες, αγκαλιές, δάκρυα, συγχώρεση. Τελικά πεθαίνει πιστεύοντας ότι έφτασε την ηλικία των 110 ετών, ικανοποιημένος και ευχαριστημένος που κατάφερε να ζήσει μια ζωή συναρπαστική.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα της νουβέλας «όταν πια δεν μπορούν να μας σώσουν τα φάρμακα, αναλαμβάνει να το κάνει το χιούμορ και η φαντασία». Είναι προφανές ότι αυτή η σκέψη του Schmitt καθιστά την ιστορία του μικρού Όσκαρ πολύ σημαντική, ειδικά για την εποχή που ζούμε. Παρόλα αυτά, το κίνητρο για να την παρουσιάσουμε στο θεατρικό κοινό, είναι η ανάγκη μας να μιλήσουμε για τη χαρά να είσαι ζωντανός. Το να πιστέψεις και να βρεις αυτή τη χαρά, ακόμα και όντας σε απόγνωση λόγω δυστυχίας ή αρρώστιας, είναι το πιο σημαντικό αλλά και δύσκολο καθήκον για κάθε άνθρωπο. Χωρίς χαρά η ύπαρξή μας γίνεται μίζερη και ανούσια. Πιστεύω ότι το πιο ωραίο που μπορεί να κάνει το θέατρο είναι να μιλήσει γι’ αυτό.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Τσέζαρις Γκραουζίνις
Πάντα είχα στο μυαλό μου τη φράση του Ντοστογιέφσκι ότι ο θάνατος ενός παιδιού μας εμποδίζει από το να πιστέψουμε στον Θεό. Ο μικρός Όσκαρ και η κυρία Ρόζ είναι ένα πραγματικό ζευγάρι φιλοσόφων. Και οι δύο είναι στο τέλος της ζωής τους. Εξαιτίας αυτού ή χάρη σε αυτό θα ανακαλύψουν θησαυρούς χιούμορ και φαντασίας κάνοντας την κάθε τους μέρα πλουσιότερη και χαρούμενη. Στο κάτω κάτω, είτε στα 10, είτε στα 50, είτε στα 100 την ίδια ζωή χάνεις. Δεν είναι η διάρκεια της ζωής που την κάνει να αξίζει αλλά η ποιότητα. Το δώρο της ζωής έρχεται με το δώρο του θανάτου.
Éric-Emmanuel Schmitt
Συντελεστές
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
Σκηνοθεσία – Σκηνική προσαρμογή: Cezaris Graužinis
Σκηνικά/Κοστούμια: Kenny MacLellan
Μουσική: Martynas Bialobžeskis
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Φωτογραφίες: Νίκος Κουστένης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Αγοραστή Αρβανίτη
Παίζουν:
Θανάσης Τσαλταμπάσης (Όσκαρ)
Μαρίνα Καλογήρου (κυρία Ροζ)
Αγοραστή Αρβανίτη (Πέγκι Μπλού/Μητέρα Όσκαρ/Μητέρα Πέγκις Μπλού)
Τάσος Θεοφιλάτος (Γιατρός Ντίσελντορφ/Φούσκας)
Ελένη Νάτση (Προϊσταμένη/Σαντρίν/Μπριζίτ)
Edgen Lame (Πατέρας Όσκαρ/Πατέρας Πέγκι Μπλού/Νοσηλευτής)
Η ηθοποιοί μιλούν για το έργο και την παράσταση
Θανάσης Τσαλταμπάσης
Πάντα συμφωνούσα με την άποψη ότι η ζωή είναι μικρή και πρέπει να ζούμε την κάθε μέρα σαν να ‘ναι η τελευταία. Όσο βουτάω όμως στον κόσμο του Όσκαρ αρχίζω να πιστεύω ότι η ζωή είναι μεγάλη και πρέπει να ζούμε την κάθε μέρα με τον ενθουσιασμό της πρώτης φοράς.
Μαρίνα Καλογήρου
Νομίζω ότι στην εποχή που διανύουμε, το να μιλήσει κάποιος μέσα από την τέχνη του για την καλοσύνη, την ομορφιά και τη χαρά της ζωής, είναι επαναστατική πράξη.
Αγοραστή Αρβανίτη
Ο Όσκαρ, αυτό το παιδί, μου έχει δώσει πολλά εφόδια στην ψυχή μου και είμαι σίγουρη ότι θα τα δώσει και στο κοινό. Αυτή μου η σκέψη επιβεβαιώνεται καθημερινά βλέποντας τον τρόπο που το αντιμετωπίζει ο σπουδαίος, κατά τη γνώμη μου, σκηνοθέτης Τσέζαρις Γκραουζίνις.
Τάσος Θεοφιλάτος
Ο μικρός μας Όσκαρ περνάει μια ολόκληρη ζωή μέσα σε λίγες μέρες! Τίποτα, μα τίποτα δεν είναι αδύνατο! Αρκεί να το πιστέψεις. Ευχαριστούμε Όσκαρ, οφείλουμε να ζήσουμε όπως εσυ, εφοσον ξέρουμε το τέλος, ας απολαύσουμε τη διαδρομή!
Ελένη Νάτση
Ο Όσκαρ ζει τις τελευταίες δώδεκα μέρες της ζωής του και μας εντυπωσιάζει όλους σαν μια πεταλούδα με τα πολύχρωμα φανταχτερά φτερά της που πετάει ευτυχισμένη από το ένα λουλούδι στο άλλο και ας έχει μικρή διάρκεια ζωής.
Edgen Lame
Όνομα: Όσκαρ. Ηλικία: 10 ετών. Πάθηση: λευχαιμία. Πάθος: απεριόριστο. Ένα αγοράκι, αθώο, γεμάτο θάρρος και αυτοσαρκασμό, μας εκμυστηρεύεται την δειλία των ανθρώπων να ανοίξουν τα μάτια και να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα. Μία ροζ ψυχή, φαντασία και με ελάχιστο χρόνο, καταφέρνει να δώσει νόημα στη ζωή του που οδεύει προς τον θάνατο με γοργούς ρυθμούς, όπως το πλοίο στην αγκαλιά του λιμανιού σπεύδει να φωλιάσει.