Ο Λιβανέζος εικαστικός καλλιτέχνης Ζίαντ Άνταρ ακολουθώντας την ιστορική διαδρομή της αγροκαλλιέργειας, μας μίλησε για κάτι μεγαλύτερο: τη σχέση ανάμεσα στα Δυτικά έθνη και την Ανατολική Μεσόγειο, συνυφαίνοντας ιστορίες της διεθνούς διπλωματίας, της καλλιέργειας πατάτας και τομάτας, καθώς και προσωπικές οικογενειακές ιστορίες. Τώρα ήρθε η ώρα να δούμε το συναρπαστικό docu-fiction “Ziad Antar,από τη Βηρυτό στην Αθήνα”, του Γιώργου Τελτζίδη βασισμένο στην περφόρμανς του αλλά και στη ζωή του, γυρισμένο στoυς δρόμους και τις λαϊκές αγορές της Αθήνας αλλά και στη Στέγη.
-Αρχικά, θα θέλατε να μας μιλήσετε για το πως προέκυψε η ιδέα να μετουσιώσετε την ομιλία του Ζίαντ Άνταρ με τίτλο “H Διπλωματία της Ουροδόχου Κύστης” σε μικρού μήκους ταινία;
Ο Head of Creative του Ιδρύματος Ωνάση, Χρήστος Σαρρής μου εμπιστεύθηκε την ιδέα καταγραφής της performance του Antar. Πρόθεση όλων μας ήταν να δοκιμάσουμε μια διαφορετική οπτική προσέγγιση. Καταλήξαμε στην ιδέα ενός mixed media docu-fiction που θα ενσωματώνει τον κόσμο της performance, αλλά και του Αntar.
-Ποιές πτυχές της καυστικής performance επιλέξατε να αναδείξετε περισσότερο με την σκηνοθετική σας προσέγγιση;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Ziad Antar χρησιμοποιεί το προσωπικό του βίωμα και την ιστορική διαδρομή της αγροκαλλιέργειας για να μιλήσει για κάτι μεγαλύτερο από αυτά τα δυο. Να μιλήσει για τους περίπλοκους μηχανισμούς των γεωπολιτικών παιχνιδιών και του καπιταλισμού, τους διαχωρισμούς και τις περίεργες “συνεργασίες” Δύσης και Μέσης Ανατολής και να χρησιμοποιήσει την αγροτική-πολιτική σάτιρα για να μιλήσει για την ίδια την ζωή.
Eίναι εντυπωσιακό πως η ιστορική διαδρομή ενός λαχανικού και συγκεκριμένα της πατάτας, ταυτίζεται άμεσα με την πολιτική κυριαρχία της Δύσης. Αυτή η διαδρομή υπήρξε και ο βασικός αφηγηματικός άξονας, που γύρω του στήθηκε η υπόλοιπη δραματουργία της ταινίας.
-Ο καλλιτέχνης Ζίαντ Άνταρ, κατέχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία σας “Ziad Antar, from Beirut to Athens”. Τι εντυπώσεις έχετε αποκομίσει από την πολυδιάστατη συνεργασία σας;
Από την αρχή κατάλαβα πως έχω να κάνω με έναν πολυδιάστατο καλλιτέχνη που το κοινωνικοπολιτικό στοιχείο διατρέχει όλο το έργο του. Ο καυστικός σαρκασμός και το εύστοχο χιούμορ της performance κατάφερε να κάνει φαινομενικά βαρύγδουπα ζητήματα, εύκολα αναγνώσιμα στο κοινό.
-Διαβάζουμε, ότι τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στις λαϊκές της Αθήνας. Με ποιό τρόπο θεωρείτε ότι συνδέεται αυτό το background με τα γεωπολιτικά παιχνίδια μεταξύ των χωρών και τον καπιταλισμό;
Προσπαθήσαμε να αναδείξουμε την διαταξική διαδρομή της πατάτας ως πρώτη ύλη και πως αυτή συνδέεται με την κοινωνική διαστρωμάτωση. Από την καλλιέργεια της, στα εργοστάσια επεξεργασίας, τις μεγάλες αποθήκες της λαχαναγοράς, τους πάγκους τις λαϊκής αγοράς, μέχρι την gourmet εκδοχή της σε ένα πολυτελές εστιατόριο ή μια καντίνας. Τα γεωπολιτικά παιχνίδια και ο καπιταλισμός, επηρεάζουν το φαγητό που μας σερβίρεται και της γευστικές μας συνήθειες, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από όσο ίσως νομίζουμε.
-Επιλέξατε η κινηματογραφική σας αφήγηση, να μην ακολουθεί χρονικά την εξιστόρηση των “γεγονότων” της performance, αλλά να αποτελέσει μια δασιά αποτύπωση αυτών. Ποιό είναι το σκεπτικό πίσω από αυτή την επιλογή;
Το διαμεσικό ταξίδι των παραστατικών τεχνών και ο μετασχηματισμός τους σε αυτόνομο κινηματογραφικό έργο, αποτελεί μια καλλιτεχνική πρόκληση που γιγαντώθηκε τα τελευταία χρόνια της πανδημίας. Προσπαθήσαμε να οπτικοποιήσουμε την διάλεξη, όχι απλά ντύνοντας την με εικόνες, αλλά δημιουργώντας ακόμη ένα επίπεδο οπτικής αφήγησης.
H δυνατότητα να αλλάζει σε μια στιγμή ο τόπος και χρόνος, όχι μόνο ενδυνάμωσε την αφήγηση, αλλά μας έδωσε την ευκαιρία, με οδηγό το κείμενο του Antar, να μεταφερόμαστε από την Κοιλάδα Μπεκάα στην λαϊκή αγορά της Καλλιδρομίου, δημιουργώντας έτσι την άμεση αίσθηση στον θεατή, πως στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό όλα συνδέονται μεταξύ τους.
-Η ελληνική βιομηχανία της έβδομης τέχνης, θεωρείτε πως προσφέρει ευκαιρίες σε νέους καλλιτέχνες και καλλιτέχνιδες;
Η βιομηχανία κινηματογράφου παγκοσμίως, είναι μια από τις πλέον αναπτυσσόμενες αγορές. Το ίδιο ισχύει και στην Ελλάδα. Το πεδίο ελεύθερης έκφρασης υπάρχει, αλλά προϋποθέτει μεγάλα αποθέματα υπομονής και επίμονης που σχετίζονται με γραφειοκρατικά ζητήματα, έτοιμα να σκοτώσουν την καρδιά ενός καλλιτέχνη.
-Ποιό ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα που σας ώθησε στο να ασχοληθείτε επαγγελματικά με τον κινηματογράφο;
Ως ένα μοναχοπαίδι που η βασική παρέα του ήταν το σινεμά και οι συχνές επισκέψεις στο video club της γειτονιάς, θα έλεγα πως μάλλον υπήρξε ως φυσική συνέχεια, μιας και από τότε που θυμάμαι τον εαυτό ήθελα πάντα να βρίσκομαι σε αυτόν τον κόσμο, είτε ως σινεφίλ, είτε ως κινηματογραφιστής.
Διαβάστε επίσης:
Ζίαντ Άνταρ, από τη Βηρυττό στην Αθήνα: Η ταινία του Γιώργου Τελτζίδη στο Onassis Channel