Τρεις γενιές µιας οικογένειας, από το 1905 και µέχρι τα µέσα της δεκαετίας του 1970. Ο Τζεβντέτ µπέη, ένας δραστήριος µουσουλµάνος έµπορος, ιδιοκτήτης ενός µικρού καταστήµατος, φιλοδοξεί να πλουτίσει και, σε αντίθεση µε τις αρχές του ιδεολόγου Νεότουρκου αδερφού του, να αποκτήσει µια οικογένεια ευρωπαϊκής νοοτροπίας. Η ιστορία του, και η ιστορία των γιων και των εγγονών του, όπως την αφηγείται ο Ορχάν Παμούκ, παρακολουθεί τις αλλαγές στον τρόπο ζωής και στην καθηµερινότητα της Ιστανµπούλ από την εποχή του σουλτάνου Αµπντουλχαµίτ µέχρι τα χρόνια της Τουρκικής Δηµοκρατίας, µε την ανέγερση πολυκατοικιών, τα κυριακάτικα οικογενειακά απογεύµατα γύρω από το ραδιόφωνο, τα ψώνια στα µαγαζιά του Μπέγιογλου… Η πορεία µιας οικογένειας και ενός έθνους, οι πόθοι και τα πάθη της ανερχόµενης αστικής τάξης της τουρκικής κοινωνίας.
«Τι να κάνεις όταν οι καιροί αλλάζουν και η χώρα σου µπαίνει σε καινούργια τροχιά; Και κυρίως, πώς να βρεθείς καβάλα στο κύµα διασφαλίζοντας τις ατοµικές και συλλογικές ελευθερίες, και προπαντός την ελευθερία του πνεύµατος;» Ο Ορχάν Παµούκ είναι 26 χρονών όταν συζητά αυτό το ερώτηµα στο πρώτο του µυθιστόρηµα Ο Τζεβντέτ µπέη και οι γιοι του, όπου, µέσα από τη σάγκα µιας ανερχόµενης µεσοαστικής οικογένειας της Ιστανµπούλ, παρακολουθεί την ακανθώδη πορεία διαµόρφωσης της σύγχρονης Τουρκίας… Ο αναγνώστης θα µπορέσει να δει εδώ, τις συγκρούσεις των αντιλήψεων, τις ψυχικές αµφιταλαντεύσεις, τις αγκυλώσεις, τις εµµονές, τις αντιστάσεις των διαφόρων κοινωνικών οµάδων και κέντρων εξουσίας, που εξηγούν και την όχι πολύ οµαλή πολιτική πορεία της Τουρκίας στη διάρκεια του 20ού αιώνα.
«Το µυθιστόρηµά µου Ο Τζεβντέτ µπέη και οι γιοι του, το οποίο µιµείται αυτό που στην Ευρώπη ονοµάζουν “οικογενειακή σάγκα”, επειδή είναι το πρώτο µου βιβλίο, για πολλά χρόνια µού δηµιουργούσε µια αδιόρατη αίσθηση ντροπής. Τώρα σκέφτοµαι ότι αυτό που πραγµατικά ήθελε να κάνει ήταν να εντάξει στην καθηµερινή ζωή της Ιστανµπούλ, σαν µια αίσθηση σκοτεινή και τροµακτική, τις καταπιεστικές κι αδιάλλακτες δυνάµεις του κράτους. Στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, τον ήρωα της τρίτης γενιάς τον απασχολεί πάρα πολύ το στρατιωτικό πραξικόπηµα, κάτι που δυστυχώς δεν αφορούσε απλώς εκείνη την περίοδο, αλλά είναι έγνοια και της σηµερινής ακόµη Τουρκίας. Μπορώ όµως να πω ότι ο ήρωάς µου, σε αντίθεση µε τους µορφωµένους της ανώτερης κοινωνικά τάξης, οι οποίοι, ενώ στα νιάτα τους ήταν ευρωπαϊστές, εκσυγχρονιστές, έως και µαρξιστές, στη µέση ηλικία και στα γεράµατά τους γίνονται εθνικιστές και φιλικοί προς τους πραξικοπηµατίες, προσπαθεί πάντα να είναι ένας καλός άνθρωπος». (Από το επίµετρο του συγγραφέα)
Ορχάν Παμούκ
Ο Ορχάν Παµούκ γεννήθηκε το 1952 στην Κωνσταντινούπολη. Τελείωσε το λύκειο στη Ροβέρτειο Σχολή, σπούδασε τρία χρόνια αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο και το 1976 αποφοίτησε από το Ινστιτούτο Δηµοσιογραφίας του Πανεπιστηµίου της Κωνσταντινούπολης. Άρχισε να γράφει το 1974. Το πρώτο του µυθιστόρηµα, Ο Τζεβντέτ µπέη και οι γιοι του, βραβεύτηκε µε το Βραβείο Μυθιστορήµατος των Εκδόσεων Μιλιέτ και εκδόθηκε το 1982. Την ίδια χρονιά πήρε και το Βραβείο Μυθιστορήµατος Ορχάν Κεµάλ. Το δεύτερο βιβλίο του, Το σπίτι της σιωπής (Εκδόσεις Πατάκη, 2021), µεταφράστηκε στα γαλλικά και το 1991 τιµήθηκε µε το βραβείο Prix de la Découverte Européenne. Το ιστορικό µυθιστόρηµά του Το λευκό κάστρο µεγάλωσε τη φήµη του µέσα κι έξω από την Τουρκία. Ακολούθησαν τα µυθιστορήµατα Το µαύρο βιβλίο (Εκδόσεις Πατάκη, 2021), ένα από τα πιο συζητηµένα και πολυδιαβασµένα βιβλία της σύγχρονης τουρκικής λογοτεχνίας –η γαλλική µετάφραση του οποίου κέρδισε το βραβείο France Culture–, Η καινούρια ζωή, Με λένε Κόκκινο (Εκδόσεις Πατάκη 2019), που απέσπασε το 2002 στη Γαλλία το Prix du Meilleur livre étranger, στην Ιταλία, επίσης το 2002, το βραβείο Grinzane Cavour και το 2003 το βραβείο IMPAC-Dublin. Το 1999 εκδόθηκαν τα Άλλα χρώµατα, µια επιλογή από άρθρα του για τη λογοτεχνία και τον πολιτισµό, δηµοσιευµένα σε εφηµερίδες και περιοδικά εντός και εκτός Τουρκίας. Ακολούθησαν το Χιόνι (Εκδόσεις Πατάκη, 2020), που το 2005 πήρε το βραβείο Le Prix Médicis Étranger, και το αυτοβιογραφικό Iστανµπούλ. Πόλη και αναµνήσεις (Εκδόσεις Πατάκη, 2020).
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Ορχάν Παµούκ το 2005 τιµήθηκε µε το Βραβείο Ειρήνης του Γερµανικού Συνδέσµου Εκδοτών και το 2006 µε το Νόµπελ Λογοτεχνίας.
Στη συνέχεια εκδόθηκαν τα βιβλία του Το Μουσείο της Αθωότητας, Ο αγαθός και στοχαστικός συγγραφέας, Κάτι παράξενο στον νου µου και Η γυναίκα µε τα κόκκινα µαλλιά (Εκδόσεις Πατάκη 2018), ενώ το 2021 κυκλοφόρησε το τελευταίο του µυθιστόρηµα Νύχτες πανούκλας (υπό έκδοση από τις Εκδόσεις Πατάκη). Τα βιβλία του έχουν µεταφραστεί σε εξήντα τρεις γλώσσες. Από τα µέσα της δεκαετίας του 1990, εκφράζοντας τις απόψεις του για τα δικαιώµατα του ανθρώπου και την ελευθερία της σκέψης, διατηρεί µια κριτική στάση απέναντι στο τουρκικό κράτος. Είναι επίτιµο µέλος της Αµερικανικής Ακαδηµίας Τεχνών και Γραµµάτων και της Κινεζικής Ακαδηµίας Κοινωνικών Επιστηµών. Διδάσκει, για συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα, µία φορά τον χρόνο στο Πανεπιστήµιο Columbia. Πρόσφατα τιµήθηκε µε τα τουρκικά βραβεία του Ιδρύµατος Αϊντίν Ντογάν και Ερντάλ Οζ. Ζει στην Κωνσταντινούπολη.