Tο αριστούργημα του ΜΑΡΣΕΛ ΚΑΡΝΕ, σε επανέκδοση πλήρως, ψηφιακά αποκατεστημένο, με τεχνολογία 2K DCP προβάλλεται στις κινηματογραφικές αίθουσες …
αυτές τις ημέρες.
Η ΥΠΟΘΕΣΗ
Παρίσι, 1840, Λεωφόρος του Εγκλήματος. Μέσα στο πολύβουο πλήθος που συνωστίζεται γύρω από τα θεάματα, μια ελεύθερη γυναίκα, η Γκαράνς, γίνεται το αντικείμενο του πόθου ενός πρωτοπόρου, αλλά και συνεσταλμένου μίμου, του Μπατίστ. Εκείνος την ερωτεύεται παράφορα και με μια εξαιρετική παντομίμα την γλιτώνει από τη φυλακή. Ένας τέτοιος έρωτας όμως δεν είναι εφικτός. Η γοητευτική Γκαράνς προσελκύει πολλούς άντρες δίπλα της και ο ρομαντικός Μπατίστ δεν δέχεται τίποτα από το απόλυτο! Σύντομα τους δύο τους χωρίζουν άλλοι έρωτες. Ο Λασνέρ, ο Φρεντερίκ Λεμαίτρ και ο πάμπλουτος κόμης Εντουάρ διεκδικούν την Γκαράνς και η πιστή, ερωτευμένη Ναταλί τον Μπατίστ. Φαίνεται πως οι ζωές τους είναι καταδικασμένες να εξελίσσονται παράλληλα. Όμως, το πάθος του Μπατίστ φαίνεται να παραμένει άσβεστο και να φουντώνει περισσότερο όσο περνά ο καιρός…
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Μια ιστορία σαν παραμύθι…
Από την έλλειψη φιλμ στο κατοχικό Παρίσι, μέχρι την αποκατάστασή της ταινίας μετά από 65 χρόνια, σε 2K DCP (digital cinema package), τελευταία λέξη της ψηφιακής τεχνολογίας υψηλής ευκρίνειας! Κι όλα ξεκίνησαν τους πρώτους μήνες του 1943…
Μετά τις ταινίες ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΩΝ ΑΠΟΚΛΗΡΩΝ, ΞΗΜΕΡΩΝΕΙ και ΟΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ, ο Καρνέ και ο Πρεβέρ προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια ταινία που να πρωταγωνιστήσει η μεγάλη Γαλλίδα στγαρ Αρλετί και μαζί της ο Πιέρ Μπρασέρ και ο Λουί Σαλού. Το αρχικό τους σχέδιο, η ταινία la lantern magique, όμως δεν προχώρησε τελικά. Καθώς έψαχναν για κάτι καινούργιο, συναντήθηκαν με τον φίλο τους Ζαν-Λουί Μπαρό στη Νίκαια. Ο ηθοποιός τους μίλησε για έναν μίμο, τον Ντεμπερό. Ο Καρνέ ενθουσιάστηκε με την ιδέα να ζωντανέψει στη μεγάλη οθόνη την περίφημη Boulevard du Crime, μια περιοχή του Παρισιού που έβριθε από κόσμο κάθε λογής: μικροαπατεώνες, αστούς, ηθοποιούς, τυχοδιώκτες, νομικούς, όλοι οι άνθρωποι, σύχναζαν εκεί και παρακολουθούσαν τις υπαίθριες θεατρικές παραστάσεις που άνθιζαν εκεί εκείνη την εποχή, τα χρόνια 1830-1840.
Ο Καρνέ στρώθηκε αμέσως στη δουλειά για να κάνει μια έρευνα για εκείνη τη μαγική εποχή που ήθελε να παρουσιάσουν, έψαξαν στο μουσείο Carnavalet του Παρισιού και έφερε το υλικό στον Πρεβέρ. Ήταν στις αρχές του 1943.
Ο Πρεβέρ χρειάστηκε 6 μήνες για να γράψει το σενάριο στην περιοχή Πριέρ, όπου έμενε, στα νότια της Γαλλίας. Φίλοι του, που είχαν φύγει απ’ το κατεχόμενο Παρίσι τον συνάντησαν εκεί και δούλεψαν μαζί πάνω στην ταινία.
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής Alexandre Trauner και ο συνθέτης Joseph Cosma, που ήταν εβραίοι, δούλευαν κρυφά, με τη βοήθεια των Καρνέ, Πρεβέρ και του συνεργείου. Οι συνθήκες του γυρίσματος ήταν χαοτικές εκείνη τη δύσκολη εποχή του πολέμου. Η παραγωγή αναγκάστηκε να σταματήσει ύστερα από μόλις 3 εβδομάδες γυρίσματος. Σφοδρές καταιγίδες κατέστρεψαν τα σκηνικά, τα οποία, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, είχαν πάρει 67.000 ώρες για να κατασκευαστούν. 1800 κομπάρσοι βρίσκονταν στα πλατό παράλληλα. Ήταν πολύ δύσκολο να βρεθεί φιλμ, λόγω του πολέμου, ενώ κάτω από την κυριαρχία του Βισύ, απαγορευόταν να κάνεις ταινίες με περισσότερο από 2.750 μέτρα φιλμ χωρίς να έχεις ειδική άδεια, τη στιγμή που τα παιδιά του παραδείσου είχαν φτάσει τα 5.000. Επίσης, απαγορευόταν από τους Γερμανούς να γυρίσουν ταινία τη νύχτα…
Παρ’ όλα αυτά, με έναν μαγικό τρόπο, η ομάδα του Καρνέ άντεξε όλες τις αντιξοότητες και τις ταλαιπωρίες και τα γυρίσματα τελείωσαν τον Απρίλιο του 1944. Μετά από μήνες μοντάζ η ταινία ετοιμάστηκε και ο Καρνέ ήθελε να καθυστερήσει την κυκλοφορία της μέχρι την απελευθέρωση της Γαλλίας. Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στις 9 Μαρτίου του 1945 σε ένα γκαλά ειδικά για κοινωνικό έργο σχετικά με το σινεμά και για αιχμαλώτους πολέμου. Η υποδοχή της ταινίας από τους κριτικούς γενικά ήταν θετική. Μάλιστα ο Georges Sadoul τη χαρακτήρισε «αριστούργημα». Εκεί όμως που η ταινία έκανε πραγματική θραύση ήταν το κοινό. Ο κόσμος ερωτεύτηκε αυτή την ταινία ακαριαία και συνέρρεε στις αίθουσες για να τη δει. Τον Δεκέμβριο του 1946, ο Πρεβέρ μάλιστα προτάθηκε και για Όσκαρ καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου. Η ταινία συνέχισε να έχει κοινό σε όλο τον κόσμο και να δημιουργεί τη δική της λατρεία, και το 1995, η γαλλική επιτροπή από δημοσιογράφους και ιστορικούς που ήθελε να γιορτάσει τα 100 χρόνια του σινεμά έφτιαξαν μια λίστα με 1000 ταινίες που γυρίστηκαν ανάμεσα στο 1944 και στο 1994. Από όλες, ύστερα από ψηφοφορία, ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ βγήκε πρώτο, ως η Καλύτερη ταινία!
Σκηνοθεσία: MARCEL CARNE
Σενάριο: JACQUES PREVERT
Παραγωγή: RAYMOND BORDERIE
Μουσική: JOSEPH KOSMA, MAURICE THIRIET
Μοντάζ: HENRI RUST, MADELEINE BONIN
Κοστούμια: ANTOINE MAYO
Σκηνικά: ALEXANDRE TRAUNER
Διεύθυνση Φωτογραφίας: ROGER HUBERT
Πρωταγωνιστούν: ARLETTY, JEAN LOUIS BARRAULT, PIERRE BRASSEUR, MARCEL HERRAND, PIERRE RENOIR, MARIA CASARES, LOUIS SALOU