Στην έκθεση της Ελένης Πίταρη-Παγκάλου (1905-1995), μέσα από την παρουσίαση μιας σειράς άγνωστων μέχρι τώρα σχεδίων της, επιχειρείται η επανεξέταση της περίπτωσης μιας Ελληνίδας ζωγράφου του μοντερνισμού, η οποία, παρά την έντονη εκθεσιακή της δραστηριότητα, δεν έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό.

Η Ελένη Πίταρη-Παγκάλου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1905 σε εύπορη οικογένεια Ελλήνων της διασποράς. Το 1922, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και το 1926 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου δούλεψε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κοντά στον Νικόλαο Λύτρα. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1929, έγινε δεκτή στο εργαστήριο του Κωνσταντίνου Παρθένη. Παράλληλα με τις σπουδές της στη σχολή, παρακολούθησε ελεύθερα μαθήματα ζωγραφικής στα εργαστήρια των αδελφών Γεραλή και του Θεόφραστου Τριανταφυλλίδη.

Από το 1939 συμμετέχει συστηματικά σε ομαδικές εκθέσεις καλλιτεχνικών συλλογικοτήτων – σωματείων και ομάδων: Ελεύθεροι Καλλιτέχνες (1939), Ομάς Ελλήνων Ζωγράφων Χαρακτών (1939), Ομάς Ζωγράφοι και Γλύπται (1954), Το Εργαστήρι (1965, 1969) καθώς και σε σειρά Πανελληνίων εκθέσεων στο Ζάππειο (1939, 1952, 1957, 1960, 1963, 1967, 1969, 1975). Το 1963 συμμετέχει στην ελληνική εκπροσώπηση στην 7η Μπιενάλε του Sao Paolo και στην 5η Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας.

Το 1950 παρουσιάζει την πρώτη της ατομική έκθεση στην γκαλερί Ζαχαρίου στην Αθήνα. Ακολουθούν δύο ατομικές εκθέσεις στις Νέες Μορφές (1959 και 1963) καθώς και στην γκαλερί MEDUSA στη Ρώμη το 1963.

Σε όλες αυτές τις εκθέσεις η Ελένη Πίταρη-Παγκάλου παρουσιάζει κατά κανόνα ελαιογραφίες – τοπία, νεκρές φύσεις, πορτρέτα και αλληγορικές παραστάσεις. Πρόκειται για έργα, που, με αφετηρία τα ερεθίσματα της διδασκαλίας του Παρθένη, επιχειρούν να κινηθούν –σύμφωνα με την κυρίαρχη τάση της περιόδου– στην ατμόσφαιρα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού.  Παράλληλα με αυτό το σώμα δουλειάς, μέσα στις δεκαετίες 1960 και 1970, μεσήλικας πλέον, η Ελένη Πίταρη-Παγκάλου δημιουργεί ένα σύνολο εξαιρετικά πρωτότυπων ασπρόμαυρων σχεδίων (μελάνι σε χαρτί) που δεν εκθέτει ποτέ και διαφέρουν από την εικαστική γλώσσα της παράλληλης «επίσημης» καλλιτεχνικής της πρακτικής.

Τα σχέδια αυτά κινούνται στον χώρο του φαντασιακού, της ψυχικής ενόρασης και των μεταφυσικών προβληματισμών. Οι διδαχές του Παρθένη ενεργοποιούνται εδώ με ουσιαστικότερο τρόπο καθώς συνδέουν τους πειραματισμούς της αφαίρεσης με τη βάση της τέχνης του Συμβολισμού. Η Παγκάλου μοιάζει να σχεδιάζει τις θεωρητικές αναφορές της ζωγραφικής της, στην πραγματικότητα ίσως και τις πεποιθήσεις της για τη σημασία της τέχνης συνολικά. Τα διαισθητικά της σχέδια, με την αινιγματικότητα και την ευαισθησία τους, συνδιαλέγονται ισότιμα με τις σουρεαλιστικές απεικονίσεις οργανικής αποσύνθεσης της Edith Rimmington, τις ανησυχητικές φιγούρες στα χαρακτικά της Catherine Yarrow και τις ονειρικές αυτοβιογραφικές συνθέσεις της Leonora Carrington. Μαζί, υπογραμμίζουν τη σημαντική, αλλά συχνά παραγνωρισμένη, συμβολή των γυναικών στο κίνημα του σουρεαλισμού.

Με μια εξαντλητικά σχολαστική, στο όριο του horror vacui, κάλυψη της λευκής επιφάνειας του χαρτιού, η καλλιτέχνης δημιουργεί ένα κεντρικό θέμα που πλαισιώνεται με σχέδια που αναπαράγονται σε έναν αέναο πολλαπλασιασμό. Οι οστεώδεις άφυλες μορφές, μεταξύ ανθρώπου, δαίμονα και εντόμου, σαν ήρωες του William Blake, δίνουν την εντύπωση ότι αιωρούνται στον χώρο. Ενταγμένες πότε σε γεωμετρικά πλαίσια (κύκλους, τρίγωνα) και κοντρουκτιβιστικές αποδόσεις αστικού τοπίου και πότε χαμένες σε ανώνυμα πλήθη ανθρώπων ή ζώων, σχεδόν πάντα στρέφονται προς μια πηγή ακτινοβολίας (φωτός άραγε ή ενέργειας;) που λειτουργεί ως κέντρο αλλά και ως σημείο φυγής για τη σύνθεση συνολικά. Αδιαφορώντας για την ακριβή αποτύπωση χαρακτηριστικών και παραμερίζοντας κάθε τοπογραφική αναφορά, τα αινιγματικά σχέδια της Ελένης Πίταρη-Παγκάλου υπερβαίνουν τον χρόνο και διαλέγονται με το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης, το βάρος της απώλειας, την τραγικότητα της μνήμης, την υπερβατικότητα της μαγείας.

Η Ελένη Πίταρη –Παγκάλου στα έργα αυτά εκφράζεται με απόλυτη ελευθερία, αποτυπώνει τις μεταφυσικές της ανησυχίες, ερμηνεύει τον κόσμο μέσα από την προσωπική της συνείδηση και ταυτόχρονα τον επανακτά, επιτρέποντάς μας 60 χρόνια μετά να ρίξουμε μια κλεφτή ματιά.

Το ΕΜΣΤ ευχαριστεί ιδιαιτέρως την Alessandra Maioletti για τη γενναιόδωρη παραχώρηση πρόσβασης στο έργο και το αρχείο της ζωγράφου. Η υποστήριξη και συνεισφορά της υπήρξαν καθοριστικές για την υλοποίηση αυτής της έκθεσης.

Κεντρική εικόνα θέματος: Ελένη Πίταρη – Παγκάλου Χωρίς τίτλο , π.1960 – 1970 Μελάνι και ακουαρέλα σε χαρτί 54×70 εκ Συλλογή Maioletti – Pitari 03 Ελένη Πίταρη – Παγκάλου Χωρίς τίτλο , π.1960 – 1970 Μελάνι σε χαρτί 73 x70εκ Συλλογή Maioletti – Pitari

Διαβάστε επίσης:

ΕΜΣΤ: Το πρόγραμμα για το 4ο μέρος του κύκλου εκθέσεων «Κι αν οι γυναίκες κυβερνούσαν τον κόσμο;»