«Τον Μάρτιο του 2022, ο πατέρας μου, ο αγαπημένος σύζυγος της Σίγκριντ Νασούφη, απεβίωσε. Πέρασα το μεγαλύτερο μέρος εκείνης της χρονιάς κρατώντας της συντροφιά. Τον Σεπτέμβριο, ξεκινήσαμε ένα εκτεταμένο ταξίδι στο Μπουλιάγκα ντι Τρασκουέρα—ένα μαγευτικό μέρος που διατηρείται ζωντανό και ανθίζει, χάρη στους υπέροχους φίλους μου, τον Αντόνιο και τη Σου. Το Μπουλιάγκα ντι Τρασκουέρα είναι ιδανικό για κάποιον που αναζητά ένα είδος επαναφοράς, και ήμουν πεπεισμένος ότι θα έκανε πολύ καλό στη Σίγκριντ. Περάσαμε υπέροχα. Μετά την επιστροφή στην Αθήνα, αποφασίσαμε ότι ένας πίνακας εμπνευσμένος από τον χρόνο μας στο Μπουλιάγκα θα ήταν το πιο κατάλληλο ευχαριστήριο δώρο για τους ευγενικούς μας οικοδεσπότες. Αρχικά, αυτό το σχέδιο περιλάμβανε μόνο έναν πίνακα, αλλά ο ενθουσιασμός της Σίγκριντ το μετέτρεψε σε μια σειρά από δώδεκα έργα, δημιουργημένα κατά τη διάρκεια των επόμενων δύο χρόνων.»

-Νίκος Νασούφης

Η Μαρλένα Πολιτοπούλου γράφει:

Απουσία

Η ζωγραφική πράξη κινείται στην επιφάνεια και οδηγεί με χάρη, δύναμη και πάθος στο βάθος των αισθημάτων. Κρύβει και αποκαλύπτει συγχρόνως. Μετατρέπεται σε ένα ιδανικό όργανο έκφρασης, ένα πινέλο αυτοβοήθειας και προσωπικής σωτηρίας όταν η ζωή δείξει το σκληρό της πρόσωπο. Θεωρείται ως πράξη άκρως ευεργετική για την πάσχουσα ψυχή όταν τα λόγια χάνουν το νόημα τους. Η κίνηση του πινέλου, συνέχεια του χεριού, του μυαλού και της καρδιάς μπορεί να εκτονώσει το βάρος που φέρει ο καλλιτέχνης και να δημιουργήσει ένα δικό του κόσμο που θέλει να τον μοιραστεί με τους άλλους. Τα έργα της Ζίγκριντ Νασούφη, λάδι σε μουσαμά, είναι δημιουργίες που ξεκίνησαν μετά το θάνατο του άντρα της. Στο πένθος η φράση που επαναλαμβάνεται από συγγενείς και φίλους, είναι “δεν έχω λόγια”. Η Ζίγκριντ άφησε τα λόγια στην άκρη- οι λέξεις μπήγονται σαν καρφιά- και δημιούργησε μια σειρά από τοπία με βοηθό τη φωτογραφία και οδηγό τη μνήμη. Ζωγράφισε την απουσία. Η ομορφιά υπάρχει, η αρμονία γαληνεύει, η απουσία ανθρώπων σημαίνει. Σκιές κα φως, γαλήνη και απειλή. Η φύση έχει προοπτική όταν οι άνθρωποι φεύγουν. Είναι παρηγορητική στο μεγαλείο και την ομορφιά της. ‘Σε γυρεύω σε τόπους που μοιάζουν αθάνατοι’, σαν να λέει. ‘Να, κοίτα τα βουνά που πήγα με τους γιους μας όταν έφυγες!’ Τα ψηλά βουνά που αγάπησε, που περπάτησε και περπατάει η Ζίγκριντ και στην όγδοη δεκαετία της ζωής της είναι ο σύνδεσμος της με τη ζωή. Με οδηγούς τα χρώματα και τα πινέλα ανοίγει ένα μονοπάτι. Αυτό που οι όμορφοι ξύλινοι φράχτες μπροστά από τους επιβλητικούς ορεινούς όγκους δεν μπορούν να κλείσουν.

Σίγκριντ Νασούφη:

Γεννημένη στις 8 Νοεμβρίου 1940, στην γραφική περιοχή της Βαυαρίας, στη Γερμανία, η Σίγκριντ Νασούφη ανέπτυξε από νωρίς στη ζωή της εκτίμηση για την ομορφιά και τον σχεδιασμό. Καλλιέργησε αυτό το πάθος ακαδημαϊκά στο Πανεπιστήμιο του Konstanz, όπου σπούδασε γραφιστική και ένδυση. Το ταξίδι της ζωής της πήρε μια απρόσμενη τροπή το 1967, όταν μετακόμισε στην Ελλάδα με τον συντροφò της, ο οποίος αργότερα έγινε ο αγαπημένος της σύζυγος. Στην Ελλάδα, η Σίγκριντ αρχικά εργάστηκε ως γραφίστρια, καταθέτοντας το δημιουργικό της ταλέντο σε διάφορα έργα. Ωστόσο, καθώς η οικογένειά της μεγάλωσε, με την άφιξη τριών παιδιών, επέλεξε να αφιερωθεί πλήρως στην ανατροφή τους. Εξισορροπώντας τους ρόλους της αφοσιωμένης νοικοκυράς και της αγαπημένης μητέρας, η Σιγκριντ δεν εγκατέλειψε ποτέ το καλλιτεχνικό της πνεύμα. Ασχολήθηκε με την κεραμική και τη ζωγραφική, βρίσκοντας χαρά και ικανοποίηση στη δημιουργία τέχνης που αντικατόπτριζε τις εμπειρίες και το περιβάλλον της. Η αγάπη της Σιγκριντ για τον φυσικό κόσμο είναι εξίσου βαθιά. Εξερεύνησε τα μαγευτικά τοπία της Ελλάδας, περπατώντας από τα βάθη του φαραγγιού του Βίκου μέχρι τις κορυφές του Όλυμπου, τις οποίες ανέβηκε πολλές φορές. Αυτές οι περιπέτειες είναι απόδειξη του περιπετειώδους πνεύματός της και της βαθιάς της σύνδεσης με τη Φύση.