Οι “Φόνοι της οδού Μοργκ” είναι το πρώτο δείγμα του λογοτεχνικού είδους που συνηθίσαμε να το ονομάζουμε Αστυνομική Ιστορία και που οι ειδικοί μελετητές το θεωρούν υποκατηγορία της Πεζογραφίας Μυστηρίου, Συνεπώς εκτός από την μεγάλη λογοτεχνική της αξία, η ιστορία αυτή του Έντγκαρ Άλλαν Πόε έχει και μνημειακό χαρακτήρα.
Στην οδό Μοργκ των Παρισίων συμβαίνει μια μυστηριώδης και βάναυση δολοφονία δύο γυναικών. Πολυάριθμοι μάρτυρες δηλώνουν ότι άκουσαν τη φωνή του πιθανού δολοφόνου, κανείς όμως δεν μπόρεσε να καταλάβει ποια γλώσσα ήταν αυτή που μιλούσε. Έτσι, οι έρευνες της αστυνομίας βρίσκονται μπροστά σε ένα απόλυτο αδιέξοδο οπότε ο Αύγουστος Ντυπέν, αυτός ο ευφυής, εκκεντρικός, περιθωριακός διανοούμενος ερευνητής εγκληματικών ενεργειών, αναλαμβάνει να διαλευκάνει το μυστήριο των Φόνων της οδού Μοργκ, και από την πένα του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα κάνει την εμφάνισή του, στον χώρο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, για πρώτη φορά, ο ιδιώτης αστυνομικός ντετέκτιβ, τα ίχνη του οποίου ακολούθησαν και όλοι οι επόμενοι διάσημοι συνάδελφοί του, ίχνη που χαράχτηκαν από την ιδιοφυία του Έντγκαρ Άλλαν Πόε.
Έντγκαρ Άλλαν Πόε:
Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε γεννήθηκε στη Βοστώνη το 1809, από γονείς θεατρίνους. Πριν κλείσει τα δύο του χρόνια, οι γονείς του πέθαναν, και ο Έντγκαρ βρέθηκε στο Ρίτσμοντ, στο σπίτι του εμπόρου Τζων Άλλαν, που όμως δεν τον υιοθέτησε ποτέ. Οι σχέσεις του με τον πατριό του δεν ήταν ποτέ καλές, αλλά επιδεινώθηκαν όταν ο Άλλαν ανάγκασε τον Έντγκαρ να διακόψει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, επειδή δεν ήταν διατεθειμένος να αναλάβει τα έξοδά του. Το 1830 ο Έντγκαρ μπήκε στη Στρατιωτική Ακαδημία του Γουέστ Πόιντ, απ’ όπου αποπέμφθηκε τον επόμενο χρόνο προκαλώντας επίτηδες σκάνδαλο για να εκδικηθεί τον πατριό του. Δούλεψε έπειτα για ένα μεγάλο διάστημα σε διάφορες εφημερίδες του Ρίτσμοντ, της Φιλαδέλφειας και της Νέας Υόρκης, για λόγους βιοποριστικούς, αλλά κατακτώντας παράλληλα τη φήμη του έγκυρου κριτικού. “Το Κοράκι και άλλα ποιήματα”, που κυκλοφόρησε το 1845, τον καθιέρωσε εν μια νυκτί ως συγγραφέα, χωρίς όμως να του ανακουφίσει τη φτώχεια στην οποία είχε ζήσει όλη την ως τότε ζωή του. Το 1836 παντρεύτηκε τη δεκατετράχρονη εξαδέλφη του Βιρτζίνια, που πέθανε φυματική έντεκα χρόνια αργότερα. Πέθανε το 1849, αλκοολικός και οπιομανής κυνηγώντας διαρκώς το όραμα της χαμένης Βιρτζίνια, και τάφηκε δίπλα της στη Βαλτιμόρη, όπως το επιθυμούσε.