Το έργο «Γιοσίρου Γιαμαγκούσι» του Γιάννη Κεντρωτά μας μεταφέρει στη δυστοπική Λακοσπηλιά. Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κοιλάκος, μαζί με τους συνεργάτες της ομάδας Ξανθίας στήνουν επί σκηνής ένα νοσηρό σύμπαν γεμάτο λάσπες, ντροπή, και μυστικά. Η αναζήτηση ταυτότητας του Γιοσίρου Γιαμαγκούσι (Ελισσαίος Βλάχος) θα αποτελέσει την αφορμή για αλλεπάλληλες αποκαλύψεις.
Το CultureNow μίλησε με τον Σήφη Πολυζωΐδη, ο οποίος υποδύεται τον φαλλοκράτη αστυνομικό του χωριού.
***
-Η παράσταση ξεκινάει με μια ιδιότυπη ανάκριση, και εσάς να προσπαθείτε να μάθετε το όνομα ενός άντρα. Όμως, δεν έχουμε να κάνουμε με ένα καθαρά αστυνομικό θρίλερ. Πώς θα περιγράφατε τον χαρακτήρα της παράστασης;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Εμείς αστυνομικό θρίλερ νομίζαμε ότι κάνουμε αλλά στη γραφή του Κεντρωτά, όπως και στα περισσότερα έργα του, συνυπάρχουν η κωμωδία το δράμα και κυρίως το παράλογο. Οπότε έχουμε ένα παράλογο κωμικό αστυνομικό θρίλερ με δραματικά στοιχεία.
-Ήδη από την έναρξη κιόλας του κειμένου του Γιάννη Κεντρωτά μπαίνει το θέμα της ταυτότητας. Η πορεία προς την αυτογνωσία, όπως και στον Οιδίποδα, οδηγεί στην καταστροφή. Εδώ, για τον Γιοσίρου Γιαμαγκούσι, υπάρχει κάποιου είδους λύτρωση;
Δεν ξέρω αν υπάρχει ακριβώς λύτρωση, αλλά σίγουρα υπάρχει κάθαρση.
-Ο Γιοσίρου συχνά επαναλαμβάνει το νόημα του ονόματός του – μπορείτε να μου το θυμίσετε; Ισχύει η μετάφραση που μας κάνει ο ήρωας, ή αποτελεί μέρος της εξαπάτησής του;
Μας λέει ότι το όνομά του στα γιαπωνέζικα σημαίνει «ο καλός άντρας» ή σε κάποιες διαλέκτους «αρκούδα του χειμώνα». Εγώ ομως σαν αστυνόμος της Λακοσπηλιάς δεν πιστεύω λέξη από αυτά που μου λέει.
-Κατά τη γνώμη σας, η Λακκοσπηλιά συμπυκνώνει τα κακά της ελληνικής κοινωνίας, και επαρχίας, ή είναι ένα σύμβολο για κάτι ευρύτερο, π.χ. τον σύγχρονο κόσμο εν γένει;
Μπορούν να ισχύουν και το ένα και το άλλο – εξαρτάται από τη σκοπιά που θα το δει ο καθένας. Σίγουρα αντικατοπτρίζει την ελληνική κοινωνία, αλλά πιστεύω ότι είναι πιο ευρύ το φάσμα και πιάνει όλο τον δυτικό κόσμο, αν όχι ολόκληρη την ανθρωπότητα.
-Σχετικά με τον ήρωα σας, νομίζω, έχουμε να κάνουμε με μια μορφή που είναι πιο κοντά στα πρότυπα του νουάρ της λατινικής Αμερικής, και της Μεσογείου. Με την έννοια πως ο αστυνομικός δεν έρχεται να αποκαταστήσει την τάξη, μα μάλλον αποτελεί μέρος του προβλήματος και της γενικότερης σήψης. Εσείς πως τον έχετε στο μυαλό σας; Είχατε κάποιες αναφορές για το «στήσιμο» του χαρακτήρα;
Οι αναφορές υπάρχουν όλες μέσα στο κείμενο. Ο αστυνόμος σε ένα χωριό είναι ο “άρχων”, ο εκπρόσωπος της εξουσίας, δεν εμπιστεύεται εύκολα τους ξένους κι όταν ένας ξένος έρχεται στο χωριό είναι πάντα ύποπτος.
Βέβαια, οταν δουλεύω έναν ρόλο πάντα έχω και επιρροές από ταινίες ή από ανθρώπους που εχω συναντήσει και θεωρώ ότι ταιριάζουν στην εικόνα του ρόλου.
-Θεωρώ, πως παρά την εκκεντρικότητά τους οι χαρακτήρες «διασώζονται» μέσα από την σκηνοθετική ματιά, και δεν καταλήγουν τελείως καρικατούρες. Εσείς, πώς θα λέγατε πως μεταχειρίζεται o Μιχάλης Κοιλάκος τους χαρακτήρες του έργου;
Ο Μιχάλης είναι ένας σκηνοθέτης που αφήνει τον ηθοποιό ελεύθερο να φτιάξει το ρόλο και συγχρόνως κρατάει τις ισορροπίες ώστε όλοι και όλα να λειτουργούν υπέρ της παράστασης.
Photo Credit: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Διαβάστε επίσης:
Γιοσίρου Γιαμαγκούσι, του Γιάννη Κεντρωτά σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κοιλάκου ξανά στο Olvio