Ο συνταξιούχος Βλαντ ζει με δυο σφαίρες σφηνωμένες στο κορμί του, απόρροια της συμμετοχής του στα αιματηρά επεισόδια που ακολούθησαν την ανατροπή του Τσαουσέσκου. Ο Λουτσιάν, με το αινιγματικό και ένοχο οικογενειακό παρελθόν, κουβαλάει δυο ξένα νεφρά, από την μεταμόσχευση που έκανε στα εννιά του. Πλέον είναι Εκδότης και προσκαλεί ανθρώπους που έζησαν από κοντά τις τελευταίες μέρες του καθεστώτος, να καταγράψουν τις μνήμες τους. Διατηρεί σχέση με την Αντρία, πολιτική επιστήμονα, η οποία, έπειτα από τον θάνατο των γονιών της, ενεργοποιεί το δικαίωμά της να ανοίξει τον φάκελο των Μυστικών Υπηρεσιών που τους αφορούσε, κι έτσι έρχεται αντιμέτωπη με συνταρακτικές αποκαλύψεις για το παρελθόν της.
Το «Δυο Πορτοκάλια για τα Χριστούγεννα» είναι η ιστορία τριών ανθρώπων, των οποίων οι ζωές διασταυρώνονται αναπάντεχα. Αν και θα το επιδιώξουν, η προσπάθειά τους να συνδεθούν θα πέσει στο κενό, καθώς οι λιγοστές βεβαιότητες της ζωής τους, θα κλυδωνιστούν. Καθώς τα τραύματα, σωματικά και μη, θα πολλαπλασιάσουν τον φόβο, την ανασφάλεια και την επιφυλακτικότητά τους απέναντι στον άλλον, αποδεικνύοντας πως οι κληρονομημένες ενοχές, που προκύπτουν, πρωτίστως, από την βία με την οποία ασκήθηκε η Εξουσία πάνω τους για δεκαετίες, αλλά και από τις πρακτικές των Μυστικών Υπηρεσιών, έχουν αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στις ψυχές τους.
Σε μια πλοκή με αδιάπτωτο σασπένς και ανατροπές, το χιούμορ θα αποδειχθεί καταλύτης. Οι κωμικές ανάσες του έργου ανοίγουν έναν δίαυλο επικοινωνίας του θεατή με τα δεύτερα και τρίτα νοηματικά στρώματα του έργου, ώστε να αναδυθούν με όσο το δυνατόν πιο γλαφυρό τρόπο, αφενός η κριτική απέναντι στην Εξουσία αλλά και στο άτομο που την ανέχεται, και αφετέρου να τεθούν σε ένα πλαίσιο ανοιχτού διαλόγου μεταξύ σκηνής και πλατείας έννοιες όπως η ατομική ευθύνη σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο ή η μεταβίβαση της ευθύνης και της ενοχής από γενιά σε γενιά και τα καταστροφικά αποτελέσματά της.
Ο Βλαντ και η Αντρία είναι υπαρκτά πρόσωπα, ζουν στο Βουκουρέστι. Τους συναντήσαμε τον Αύγουστο του ’23 και τους ζητήσαμε να ανοίξουν το θησαυροφυλάκιο της μνήμης τους. Δεν έκαναν μόνο αυτό. Κι αυτό δεν ήταν μόνο μια συνέντευξη. Μας μετέδωσαν στο ακέραιο την βιωμένη εμπειρία τους, Τα περιστατικά της ζωής τους και οι αφηγήσεις τους (προσωπικές και ιστορικού ενδιαφέροντος) έδωσαν την έμπνευση, την αφορμή για την μεταγραφή συγκλονιστικών στιγμών και αποκαλυπτικών πληροφοριών σε αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «η νέα ζωή των φανταστικών χαρακτήρων», των χαρακτήρων του έργου που γράφτηκε -σχεδόν απ’ αυτούς- γι’ αυτούς. Ο Λουτσιάν είναι το μόνο πρόσωπο της φαντασίας μου, ο χαρακτήρας που, με τη σκοτεινή του και αδιάλειπτη παρουσία μέσα στις σκηνές, έθεσε σε κίνηση την πλοκή με έναν τρόπο υπολογισμένα χαοτικό, προκαλώντας και μεγεθύνοντας τις ανισορροπίες των σχέσεων.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Το να ασχοληθούμε με την περίοδο Τσαουσέσκου, αρχικά, ήταν μια πρόθεση, μια ιδέα η οποία ακόμη αναζητά μέσα μου τις ρίζες της. Ήμουν εννιά χρονών όταν είδα στην τηλεόραση τα πλάνα της εκτέλεσης του ζεύγους Τσαουσέσκου. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου να παρακολουθεί συνειδητά κινηματογράφο ή τηλεοπτικές σειρές και να επιλέγει βιβλία και αναγνώσματα, οι ιστορίες που αφορούσαν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, το σιδηρούν παραπέτασμα, τον δικό μας εμφύλιο, τον ψυχρό πόλεμο, το τείχος του Βερολίνου, τα καθεστώτα των ανατολικών χωρών με την αναλογούσα επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης σ’ αυτά, ασκούσαν μια μαγεία πάνω μου. Τα τρία θεατρικά έργα που είχα γράψει πριν το Δυο Πορτοκάλια…, όλα μιλούσαν για τον άνθρωπο ως πολιτικό και κοινωνικό ον, για την σχέση του με την Εξουσία. Την εξουσία που καταπιέζει έξωθεν και την άλλη, που ελλοχεύει στις πιο σκοτεινές πτυχές της ύπαρξής του και μερικές φορές διογκώνεται, ζητώντας να καταλάβει όλο τον χώρο μέσα του. Αυτή η, οντολογικής χροιάς, ανησυχία μου, που μου οπλίζει κάθε φορά την πένα, υπερβαίνει κάθε τοπικό ή χρονικό όριο και αναφέρεται (ή βρίσκει αναλογίες) σε κάθε περίοδο της ανθρώπινης Ιστορίας, η οποία -έτσι κι αλλιώς- εκτυλίσσεται σε κύκλους. Και είναι αυτή, τελικά, που μπορεί να συνδέσει την μετεμφυλιακή Κρήτη (στην Απαγωγή της Τσούλας) με το μεσαιωνικό Στρασβούργο (στην Χορευτική Πανούκλα) ή την Κόνιτσα του ’74 την ημέρα της εισβολής στην Κύπρο και της επιστράτευσης (στην Ίτσα του Σάσμα) με το Βουκουρέστι της δεκαετίας του ’80 και του σήμερα.
Διαβάστε επίσης:
Δυο πορτοκάλια για τα Χριστούγεννα, του Κωνσταντίνου Μάρκελλου στο θέατρο «Εν Αθήναις»