Λίγο πριν την έναρξη του νέου κύκλου παραστάσεων για τον Γλάρο μας, ξεφυλλίζω τις περσινές μου σημειώσεις. «Ο Τρέμπλιεφ αντανακλάται και συνομιλεί με τα θραύσματα ενός σπασμένου καθρέφτη, ένα τραυματισμένο ζώο, μιλάει μέσα από το τραύμα, η μνήμη-λήθη, η μνήμη ως τραύμα, το τώρα, το τώρα, τώρα. Η ΕΛΠΙΔΑ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΥΣ ΑΠΕΛΠΙΣΜΕΝΟΥΣ, η μεγάλη προσδοκία, το έργο ως αποστολή καμικάζι αυτοκτονίας. Είναι ένας πύραυλος έτοιμος να απογειωθεί στο διάστημα αλλά το παραμικρό εμπόδιο τον εκτροχιάζει, δεν έχει σχέδιο, ξέρει μόνο ότι δεν ανήκει εδώ, σ’ αυτόν τον κόσμο. Μετέωρος, εκκρεμές του Φουκώ. Αδυνατεί να αρπάξει την ζωή κι ας είναι νέος, τον αδικείς; Ένας κόσμος που πνίγεται από το ίδιο του το αίμα κι ένας καλλιτέχνης που καλείται είτε να επαναστατήσει είτε; Τι; Ο Τρέμπλιεφ δεν είναι επαναστάτης, είναι νερό που βράζει αλλά δεν εξατμίζεται ποτέ. Μια χύτρα που όσο και να μείνει πάνω στην φωτιά δεν θα εκραγεί. Γι’ αυτό η μόνη του λύση είναι η αυτοκατάργηση, ο αυτοσπαραγμός. Παραπράττει, κάθε στιγμή, σε κάθε συναναστροφή του, αφήνει κι ένα κομμάτι του, μέχρι να απομείνει ένα στομάχι μόνο».

Ο Τρέμπλιεφ είναι ένας νέος καλλιτέχνης που φέρει όλη την προσδοκία του κόσμου για την Τέχνη και τη Ζωή. Βρίσκεται σε διαρκή αντιπαράθεση με το παλιό, το κατεστημένο που εντοπίζεται στα πρόσωπα της μητέρας του Αρκάντινα και του συγγραφέα Τριγκόριν. Πιο σωστά, δεν είναι μια απλή αντιπαράθεση. Όλο του το είναι συγκρούεται με αυτόν ψεύτικο, βαλτωμένο κόσμο στον οποίο δεν νιώθει ότι ανήκει. Είναι απόκληρος. Είναι αδύνατο για τον Τρέμπλιεφ να διαχωρίσει το Θέατρο από τον Έρωτα, την Τέχνη από την Ζωή. Ο έρωτάς του για τη Νίνα και η απόρριψη της, τον τραυματίζουν σε σημείο να μην μπορεί να γράψει. Όταν η μητέρα του ακυρώνει το έργο του, νιώθει ότι ακυρώνει και τον ίδιο. Κάνει πράξεις ακραίες, τίποτα στην συμπεριφορά του δεν είναι γραμμικό, καίγεται από την κορυφή ως τα νύχια για να βρει τα πατήματα του, να βρει έναν κόσμο που χωράει την ιδέα του για τον απόλυτο Έρωτα, για την απόλυτη Τέχνη.

Μετά από 2 χρόνια προβών και παραστάσεων, το αριστουργηματικό αυτό έργο του Τσέχωφ μας εκπλήσσει ακόμα. Πρόσωπα με απύθμενο βάθος, όσο και να σκάψεις θα έχεις πάντα κάτι ακόμη να ανακαλύψεις. Η εργαστηριακή δουλειά της Ομάδας Σημείο Μηδέν, η ψυχική χειρονομία, η απουσία ανάγκης για λογική ερμηνεία της γραμμής των ηρώων, μας οδηγούν σε μια κατάβαση προς τον πυρήνα της δραματουργίας και των προσώπων. «Χαρακτήρες σαν πίνακες του Jackson Pollock και του Kandinsky», μας είπε πρόσφατα ο σκηνοθέτης μας Σάββας Στρούμπος. Εγκάρσιοι άξονες που έρχονται και δημιουργούν δίνες μέσα και έξω από τα πρόσωπα.

Photo Credit: Αντωνία Κάντα

Ο Τσέχωφ γράφει τον Γλάρο σε μια εποχή παρακμής για τον κατεστημένο κόσμο που φαίνεται έτοιμος να καταρρεύσει. Ο νέος κόσμος, όμως, έχει μόλις αρχίσει να δείχνει τις πρώτες σπίθες της γέννησης του κι αρά δεν υπάρχει καμία σταθερά. Είναι λοιπόν μια εποχή μετάβασης και σε τέτοιες εποχές οι καλλιτέχνες, αλλά και όλοι οι άνθρωποι, καλούνται να επιλέξουν τι θα κάνουν με τα συντρίμμια του παλιού κόσμου. Θα συνεχίσουν να πορεύονται πάνω σε μία ερημωμένη δυστοπία, παριστάνοντας πως δε συμβαίνει τίποτα μέχρι να μείνουν σκιές του εαυτού τους ή θα κοιτάξουν κατάματα την Ιστορία και θα παλέψουν για ένα νέο, πιο όμορφο κόσμο;

Διαβάστε επίσης:

Ο Γλάρος, του Άντoν Τσέχωφ από την Ομάδα Σημείο Μηδέν για 3η χρονιά στο Θέατρο Άττις
Ρόζυ Μονάκη: Ο Γλάρος είναι ένα κείμενο μετάβασης, στις λέξεις του γίνεται μια ανατομία του ανθρώπινου πόνου σε περιόδους κρίσης