Μια εξαφάνιση, ένας φόνος και ένας απαγορευμένος έρωτας γίνονται το εφαλτήριο για να ξεδιπλωθεί ένα μυθιστόρημα πολλαπλών αναγνώσεων, με το αστυνομικό μυστήριο να χρησιμοποιείται ως το όχημα της αφήγησης που οδηγεί στις βασικές ηθικές αξίες του μυθιστορήματος και στην ανάγκη του ανθρώπου να επιβιώσει αλλά και να δικαιωθεί και να μιλήσει για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο, άλλωστε, ότι η Σκιαδαρέση τοποθετεί το σκηνικό της μυθιστορίας της στη σημερινή Βοιωτία, έναν τόπο σημαδεμένο από τις ιστορίες του Θηβαϊκού κύκλου, σημαδεμένο, επίσης, από τον ανθρώπινο μόχθο πάνω στη γη και στις ανάγκες της.
Ο Ινδός εργάτης, ο Χόντι, αναφαίνεται ως σύμβολο της κοινωνικής τάξης που εκτοπίζεται, της μειονότητας που καταναλώνεται από τις ανάγκες μιας σκληρής εργασίας, αλλά και της πάλης του να κατακτήσει το δικαίωμα στην αναγνώριση και στον σεβασμό, βρισκόμενος σε έναν τόπο που δεν έχει καμιά σχέση με οτιδήποτε οικείο για τον ίδιο. Πρόκειται για έναν αντιφατικό ήρωα, καθώς προέρχεται από μια καλή κοινωνική κάστα, γεγονός που θα γίνει η αφορμή για να διερευνηθούν αφηγηματικά και οι συνέπειες της απροσπέλαστης κοινωνικής ιεραρχίας της χώρας του.
Αναντίλεκτα, οι ήρωες παίρνουν αποφάσεις και δρουν με τρόπους που θυμίζουν αρχαία τραγωδία, καθώς η σύγκρουση ανάμεσα στο καθήκον και στους κοινωνικούς νόμους εκφράζει την αγωνία του ανθρώπου για δικαιοσύνη σε έναν κόσμο όπου οι θεσμοί και οι νόμοι αγνοούν την ανάγκη του ανθρώπου για αυτοδιάθεση, δεν συμμερίζονται τις ανάγκες του και λειτουργούν ως μήτρες νοοτροπιών και παγιωμένων στερεοτύπων.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Στο μυθιστόρημα διαπλέκονται σε έναν αξεδιάλυτο ιστό τόσο η διαφορετικότητα των πολιτισμών όσο και η ένταση ανάμεσα στην ατομική βούληση και στους νόμους, η γυναικεία υπόσταση και η καταπίεση που διαχρονικά υφίσταται, η αυτοδικία, όχι ως τρόπος εκδίκησης αλλά ως ανθρώπινη ανάγκη, το σθένος απέναντι στους ανθρώπινους νόμους και την καθεστηκυία τάξη, η ανθρώπινη συνείδηση ως φορέας πολιτισμού, η μοίρα και το πεπρωμένο στην ύπαρξη του ανθρώπου.
Μια σύγχρονη Αντιγόνη η Ανίλα ακολουθεί το ένστικτό της και αντιτίθεται στις προσταγές της μοίρας της. Υψώνει το ανάστημά της και αποφασίζει να αποχαιρετίσει τον δολοφονημένο αδελφό της, με τον τρόπο που πιστεύει ότι είναι ο πρέπων, έτσι ακριβώς όπως πριν από χιλιάδες χρόνια έκανε η Αντιγόνη και μάλιστα στα ίδια μέρη. Ανάμεσα σε όλα αυτά, ένας αστυνομικός προσπαθεί να ανακαλύψει την αλήθεια, καθώς η ιστορία της εξαφάνισης, του φόνου και της αυτοδικίας αλλά και τα εμπόδια που εμφανίζονται εξελίσσονται και δημιουργούν το απαραίτητο μυστήριο σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πλοκή.
Ωστόσο, ενώ ο αναγνώστης περιμένει η αφήγηση να οδηγηθεί σταδιακά στην κάθαρση, η Σκιαδαρέση δεν πέφτει στην παγίδα να αποκαταστήσει τα πάντα, υιοθετώντας ένα ανοιχτό τέλος και αφήνοντας τους ήρωές της να παλεύουν με την αδικία και τις προσταγές της. Παρόλα αυτά, η αίσθηση της τραγικότητας λειαίνεται καθώς αναφύεται η ελπίδα ότι ο άνθρωπος ενάντια σε κάθε αντιξοότητα συνεχίζει να παλεύει για τη δικαίωση.
Η Σκιαδαρέση υπογράφει ένα έργο με έντονη συναισθηματική φόρτιση, αφηγηματική πυκνότητα και προβληματισμό. Έμπλεο υπαρξιακών αναζητήσεων και στοχασμών που υπαινικτικά διαχέονται. Και παράλληλα κατασκευάζει μια σύγχρονη πραγματικότητα στην οποία ενσωματώνει βασικούς υφολογικούς άξονες της αρχαίας τραγωδίας— η δομή, άλλωστε, του μυθιστορήματος, επίσης δεν είναι τυχαία— δημιουργώντας ένα πολύ αξιόλογο μυθιστόρημα σε ένα πλαίσιο υψηλής γλωσσικής αισθητικής.
Διαβάστε επίσης:
Μαρία Σκιαδαρέση – Αντιγόνη απ’ το Πουσκάρ: Κυκλοφορεί το συναρπαστικό μυθιστόρημα