Εκείνη που ψιθύρισε στο κεφάλι του Θεού για ν’ αρχίσει τη θλιβερή κατασκευή του κόσμου. Εκείνη που με τη μορφή του αρχάγγελου Μιχαήλ εμφανίστηκε σ’ αυτό το τρελό κορίτσι, την αειπάρθενο Μαρία, για να της πει ότι ο Λόγος τη διάλεξε και πρέπει να τη διαπεράσει και να μην αφήσει τίποτα όρθιο μέσα της. Κι έκανε το τρελό κορίτσι υπακοή και χάρη σ’ αυτήν κερδίσαμε το άτακτο παιδί, το ξακουστό τσογλάνι από τη Ναζαρέτ.

Εκείνο το γοητευτικό φάντασμα που λικνίστηκε μπροστά στον Άγγελο Σικελιανό ενώ καθόταν, ο μεγαλοπρεπής, στον κήπο του και τον έπεισε πως είναι ικανός και νεκρούς ν’ αναστήσει, και πείστηκε ο ποιητής, και έσπευσε ν’ αναστήσει τον θανόντα φίλο του – χωρίς αποτέλεσμα – απαντώντας στην κατακραυγή της οικογενείας και των φίλων: «Τι να κάνω; Αυτός επιμένει να μη σηκώνεται!».

Εκείνη η τρομερή παρουσία χάριν της οποίας ο Όμηρος έβγαλε τα μάτια του γιατί δεν άντεχε την ομορφιά τους∙ η γεροντοκόρη που συμβουλευόταν ο Μιχάλης Κατσαρός στο Ζάππειο σ’ ένα παγκάκι∙ το πρώτο μου είδωλο, ο Ρώσος παλαιστής Κοριένκο, που πάλευε μέχρι τελικής πτώσεως με τον θηριώδη Αττίλιο στο γήπεδο του Παναθηναϊκού.

Εκείνη που ψιθύριζε στον ποιητή Νίκο Καρούζο ακατάληπτα και τον έκανε μια λυπημένη μηχανή από το πρωί ως το βράδυ. Εκείνη που ζούσε μέσα στον κύριο Λάζαρο, τον οποίο συνάντησα στο διπλανό κρεβάτι από τον Μίλτο Σαχτούρη στο Βασιλάκειον Ίδρυμα. Ολονυχτίς πέθαινε, μα το πρωί αναστηνόταν. Εκείνη που έκανε τον Τζον Κιτς να επιθυμεί να γίνει αηδόνι, που έσπρωξε τον Μπόρχες να συντρώγει με δολοφόνους στρατιωτικούς, τον Ντοστογιέφσκι στα κάτεργα και τον Πούσκιν στη μονομαχία. Εκείνη που τροφοδοτούσε τον Γιάννη Παπαδέλλη, τον αγιογράφο, ο οποίος βοήθησε όσο κανείς τον Κόντογλου, αλλά τον ίδιο τον Γιάννη τον διά Χριστόν σαλό Παπαδέλλη δεν τον θυμήθηκε ποτέ κανείς. Εκείνη η πουτάνα που ένα υγρό βράδυ ζητούσε από τον νταβατζή της να της χαρίσει το δεξί του μάτι για να το φορέσει σκουλαρίκι. Εκείνη, τέλος, στη λατρεία της οποίας αφιέρωσαν αυτό το τέμενος, το μουσείο, όπου κάθε δημιουργός ονειρεύεται να ενταφιαστεί μέσα του.

Info:

Ο Γιώργος Κακουλίδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1956. Είναι γιος ζωγράφου και εγγονός γλύπτη. Σε νεαρή ηλικία ταξίδεψε με φορτηγά καράβια. Έχει εκδώσει 13 ποιητικές συλλογές (Άγρα, Καστανιώτης, Εξάντας), δέκα πεζογραφήματα (Καστανιώτης, Εξάντας, Λιβάνης, Κέδρος) και δύο θεατρικά έργα. Το 1994 τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Καβάφη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Παράλληλα με τη συγγραφική του δραστηριότητα, ασχολείται με τη ζωγραφική, και έχει πραγματοποιήσει έξι ατομικές εκθέσεις.