Μια υπερρεαλιστική προσέγγιση στον κόσμο του βιβλίου, της μουσικής, των εκλεκτικών πνευματικών συγγενειών και του ονείρου είναι το νέο μυθιστόρημα της Ελένης Γκίκα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καλέντης με τίτλο «Το Μπολερό δεν ήταν του Ραβέλ».
Από την Τέσυ Μπάιλα
Γραμμένο με τη γνωστή ποιητική διάθεση της Ελένης Γκίκα, με γλώσσα λυρική που ρέει βουτηγμένη στη συνείδηση των ονείρων, το κείμενο «παίζει» με συμβολισμούς εικόνων και φλύαρες σιωπές σαν ανάσες, ανάσες που, ενώ τροφοδοτούν τον αναγνώστη με το απαραίτητο χρόνο για να συλλάβει το μέγεθος των νοημάτων από τη μια, από την άλλη πετυχαίνουν να δώσουν μια ακουστική στο έργο, ένα ρυθμό προσωπικό όπου μέσα σ’ αυτόν, αναρίθμητα σύμβολα στροβιλίζονται και δίνουν τελικά την εικόνα της πραγματικότητας μέσα από το παιχνίδι της με το όνειρο.
Καταιγισμός διακειμενικών αναφορών. Το βιβλίο συνομιλεί με εξαιρετική δεξιοτεχνία αλλά και διαφάνεια με μεγάλους δημιουργούς, τον Ντοστογιέφσκι, τον Χιουζ, τον Ρίλκε και βεβαίως τον Βάγκνερ, τον Μαραί, τον Μοντεβέρντι και τον Φίτσεκ. Μα περισσότερο από όλους με την ποιητική του Ταρκόφσκι και βεβαίως τον μεγάλο Μπόρχες, τον συγγραφέα που μαγνητίζει την Ελένη Γκίκα ως δημιουργό και ως άνθρωπο περισσότερο από όλους και δίνει τροφή στην αισθητική των προσωπικών της ιδεών. Το Άλεφ και το Μπεθ ως μαγικά σύμβολα αυτού του κόσμου, η προστασία του Γκόλεμ, αγαπημένα παιχνίδια στα χέρια της Ελένης Γκίκα, που ενώ στην περίπτωσή της εξελίσσονται αυθόρμητα στην περίπτωση του αναγνώστη γίνονται η αφορμή για ένα ταξίδι μέσα στην τέχνη, ένα μονοπάτι προσωπικής διαφυγής μέσα στον υπερβατικό κόσμο του ονείρου, ένα σημείο αναφοράς για αναγνωστικές αναζητήσεις. Κι ενώ όλα αυτά μοιάζουν να είναι «ανώφελα ξόρκια» μετατρέπουν τελικά το βιβλίο της Ελένης Γκίκα σε οξυγόνο που θα σου επιτρέψει να «αναπνέεις κανονικά».
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η ιστορία του έργου κινείται μέσα στη σφαίρα του μυστηρίου, του αστυνομικού, του νουάρ. Νεκρομαντεία, αρχαία θέατρα, μια σειρά μυστήριων φόνων, δολοφόνοι που τα ίχνη που αφήνουν πίσω τους είναι μουσικές παρτιτούρες, νότες που αναμειγνύονται με την εκδίκηση, μια εκδίκηση που διατρέχει δυο ολόκληρες γενιές κι ένα Μπολερό, που δεν είναι του Ραβέλ αλλά ένα παγωτό σοκολάτα πλέκουν ένα γαϊτανάκι αναμνήσεων και συναισθημάτων, βιωμάτων και αληθειών που όταν ξεδιπλωθεί θα αφήσει να φανούν σε όλους μας οι αδυναμίες, τα πάθη και η μοναξιά που βιώσαμε, συναισθήματα βαθιά καταχωνιασμένα μέσα μας, όλα όσα μας όρισαν και καθόρισαν το μέλλον μας, όλα όσα με οδυνηρό ή ηδονικό τρόπο έγιναν βιώματα και εμπειρίες.
Ανάμεσα σε όλα αυτά, ένα ζευγάρι αντιφατικών ανθρώπων με ονόματα ομιλούντα και σημαίνοντα, η Εκάτη-Ουλρίκα και ο Μίχαελ-Σεμπάστιαν, θα συναντηθούν στη ζωή και θα παλέψουν για το μέλλον αυτής της συνάντησης. Άνθρωποι εμβληματικοί με ευαισθησίες που τους κάνουν να ζουν μέσα στη μνήμη του αίματος των οικογενειών ένα μεγάλο έρωτα, θα βαδίσουν μαζί μέσα από το μονοπάτι της μνήμης, της βουτηγμένης στην ενοχή, το αίμα και την εκδίκηση, για να βγουν στο ξέφωτο μιας τρυφερής μοίρας κι ενός κοινού, μοιραίου τέλους που θα τους οδηγήσει στο φως της προσωπικής αυτογνωσίας – αυτό πάντα το ζητούμενο- στο κόψιμο των δεσμών που κρατούν τους ανθρώπους βουτηγμένους στο μίσος, στον πόνο, στον εμφύλιο σπαραγμό. «Άλλωστε οι ιστορίες δεν ξεφεύγουν ποτέ από την Ιστορία», όπως μας λέει η ίδια.
Ακολουθώντας αντίστροφα αυτή τη φορά έναν αόρατο μίτο της Αριάδνης – αφού όλα σ’ αυτό το βιβλίο έχουν μια απροσδόκητη τροπή – θα φτάσουν από την έξοδο στην καρδιά του λαβυρίνθου για να τον γκρεμίσουν και να βγουν μέσα από τα χαλάσματα του οι ίδιοι, συλλαμβάνοντας το νόημα της αγάπης για τη ζωή ακόμη πιο δυνατό μέσα τους.
«Ένα έργο μένει πάντοτε ανοιχτό στο ενδεχόμενο» μας λέει η Ελένη στη Γυναίκα της Βορινής κουζίνας και το βιβλίο της αυτό είναι για άλλη μια φορά μια αναγνωστική συνάντηση με το ενδεχόμενο, όπου ο μαγικός ρεαλισμός συναντά τον υπερρεαλισμό και ο φόνος τη μουσική κλίμακα μιας υψηλής αισθητικής, αυτής που τόσα χρόνια υπηρετεί η Ελένη Γκίκα.
Από το οπισθόφυλλο διαβάζουμε:
Η Εκάτη-Ουλρίκα, μνήμη που συγκρατεί τα μυστικά και κάνει προσωπεία τα πρόσωπα και μαριονέτες τους πεθαμένους της για ν’ αντέξει.
Και ο Μιχαήλ-Σεμπάστιαν που συμπληρώνει τη χαμένη παρτιτούρα – γι’ αυτό έχει έρθει εξάλλου σ’ αυτή τη ζωή.
Ανάμεσά τους, η Ιστορία και η Συγγένεια, το Παρελθόν και η Νέμεσις, το Χρέος και ο Έρωτας, ο Μπόρχες και η Αιώνια Επανάληψη.
“Άλεφ” και “Μπεθ”, υπνοβάτες στο Σολάρις του Διαδικτύου, όπου “ό,τι γεννιέται γεννιέται ξανά”, για μια αιώνια στιγμή. “Δραπέτες”, καταδικασμένοι να συναντιούνται ξανά και ξανά στην ίδια σκακιέρα. Με προσωπεία, έστω. Και με λόγια -για να τ’ αντέξουν? δανεικά. Ακούγοντας πάντα τον δικό τους Ραβέλ ή Βάγκνερ, με την υπόσχεση να αιωρείται εκεί σαν θηλιά: “Πατέρα, δεν ξέχασα, μάνα είμαι εδώ στην ξερολιθιά, σε κάθε ξερολιθιά, κι ακούω πάντα τον δικό μας Βάγκνερ. Θα ξανάρθω, και η τιμωρία θα είναι πορφυρή”. Είκοσι και ένας οι νεκροί. Και δύο έγκλειστοι. Οι πρώτοι, σε νεκρομαντεία, αρχαία θέατρα, ιστορικά μνημεία. Εκεί όπου “η πύλη του Άδη παραμένει ανοιχτή”. Οι δεύτεροι, σ’ ένα ρημαγμένο ξενοδοχείο που ζωντανεύει με τον καιρό και σ’ ένα Πυργόσπιτο με γκρεμισμένες τις πολεμίστρες, αλλά με στοιχειωμένες τις ζωές και τις μουσικές. Επειδή οι ιστορίες δεν ξεφεύγουν εύκολα ούτε από την Ιστορία ούτε και από την καταγωγή. Ο Λαβύρινθος παραμένει λαβύρινθος και αναπάντητη η απορία του Αβερρόη. Αλλά εκείνοι οι δύο θα κάνουν τα πάντα για να μπορέσει ν’ απαντηθεί. Θραύσματα ποιητικής πεζογραφίας, ένας γρίφος με μέρη χρησμικά ή καλοσχεδιασμένα βήματα πάνω σε μια σκακιέρα απ’ όπου όλοι θέλουν να δραπετεύσουν; Οι ήρωες αναμετρώνται με τις αναμνήσεις και το παρόν, αναμετρώνται με το Χρόνο. Και το Μπολερό, κυρίαρχο επαναλαμβανόμενο μοτίβο αλλά και τόπος όπου η ζωή συναντά το θάνατο στο νέο μυθιστόρημα της Ελένης Γκίκα “Το μπολερό δεν ήταν του Ραβέλ”.
Το βιβλίο της Ελένης Γκίκα Το μπολερό δεν ήταν του Ραβέλ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καλέντης.