NEW STAR θα προβάλλει στους κινηματογράφους, από 11 Ιουνίου 2015, το αριστούργημα του Αλεξάντρ Ντοβζένκο, «Σβενιγκόρα», μία από τις ταινίες-σταθμούς του σοβιετικού αλλά και του παγκόσμιου κινηματογράφου. 

Σύνοψη

Η ταινία ξεκινά με τη συνάντηση του γέροντα με μια ομάδα Ουκρανών Κοζάκων από το παρελθόν, που αναζητούν το θησαυρό που λέγεται ότι είναι θαμμένος στους λόφους του Σβενιγκόρα. Διατρέχοντας αιώνες ιστορίας, φτάνει στο παρόν που σημαδεύεται από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την Οκτωβριανή Επανάσταση και τον εμφύλιο.

Ο γέροντας έχει δύο εγγονούς, τον Τιμίσκο και τον Πάβλο. Ο Τιμίσκο ενσαρκώνει το νέο σοβιετικό άνθρωπο που δεν πιστεύει στις προλήψεις, μορφώνεται και δουλεύει για το χτίσιμο του νέου κόσμου. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή όπου, στη διάρκεια του πολέμου, ο Τιμίσκο πάει στα χαρακώματα των Γερμανών και τείνει στους στρατιώτες το χέρι, γιατί κι εκείνοι εργάτες σαν αυτόν είναι! Ο Πάβλο από την άλλη, μάλλον ανόητος και τεμπέλης, τάσσεται με τους ουκρανούς εθνικιστές. Σ’ αυτόν, όμως, διηγείται ο γέροντας την ιστορία του θησαυρού και του γίνεται έμμονη ιδέα. Φεύγει από τη χώρα του και τον βλέπουμε στο Παρίσι, όπου προσπαθεί να μαζέψει χρήματα για να γυρίσει και να αναζητήσει το θησαυρό, υποκρινόμενος τον Ουκρανό πρίγκιπα που προτίθεται να αυτοκτονήσει δημόσια, μπροστά σε ένα κοινό από μανιασμένους παριζιάνους μπουρζουάδες, που πληρώνουν για να “απολαύσουν” το θάνατό του. Η απληστία του παραλίγο να στοιχίσει τη ζωή του παππού του, που σώζεται όμως, από αυτούς τους ανθρώπους που μέχρι τώρα αρνιόταν και συμφιλιώνεται, επιτέλους, με τον κόσμο που ανατέλλει.

Ο γέροντας (Nikolai Nademsky) στην ταινία εξιστορεί  το μυστήριο της σπηλιάς του βουνού Σβενιγκόρα στα δύο εγγόνια του, και αυτά με τη σειρά τους, αρχίζουν να ψάχνουν για αυτόν. Ψάχνουν για τον δικό τους θησαυρό, τα όνειρά τους και την ευτυχία τους.


 «Μία ταινία με τρεις ή τέσσερις ηθοποιούς, μία ταινία όπου τα πράγματα κινούνται στο ίδιο δωμάτιο και σχεδόν σε μια μέρα – σχεδόν όλη η ταινία σα μία οργή … Τι να πώ στον θεατή να δει, πώς να κατανοήσει όλα όσα περνούν μπροστά απ’τα μάτια του; Και όλα αυτά χωρίς ίντριγκες, χωρίς αγάπη …» – αναφέρει ο σκηνοθέτης της ταινίας, Αλεξάντερ Ντοβζένκο.

 Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν το 1927, καθώς η παραγωγή της ταινίας έπρεπε να προγραμματιστεί για την 10η επέτειο της σοβιετικής εξουσίας. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Ντοβζένκο, η ταινία γυρίστηκε «με μία κίνηση» σε 100 ημέρες. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, ο διευθυντής της παραγωγής ανακάλυψε το χωριό Yaresko που βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Psel, περιοχή που χρησιμοποίησε και για τα γυρίσματα άλλων ταινιών, συμπεριλαμβανομένης και της ταινίας «Γη».

Η ταινία “Zvenigora” έκανε διάσημο το νεαρό σκηνοθέτη και έκανε μεγάλη εντύπωση στον Σεργκέι Αϊζενστάιν και Βσέβολντ Πουτόβκιν. Οι καινοτόμες τεχνικές των γυρισμάτων έκαναν τον εκπρόσωπο της HFSA στη Μόσχα να δηλώσει για το “Zvenigora”: « Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει τίποτα».

Ο Σεργκέι Αϊζενστάιν βλέποντας το “Zvenigora” δήλωσε: «Σήμερα για μια στιγμή θα μπορούσε να σβήσει το φανάρι του Διογένη: Ένας άνδρας στάθηκε μπροστά μας …” “Ένας Κύριος του εαυτού του. Ένας Κύριος του είδους του. Ένας Δάσκαλος της προσωπικότητάς του … ο άνθρωπος αυτός που δημιούργησε το καινούργιο στο κινηματογράφο. “

Σκηνοθεσία: Αλεξάντερ Ντοβζένκο

Σενάριο: Αλεξάντερ Ντοβζένκο, Μιχαήλ Γιογκανσόν

Μουσική: Βατσεσλάβ Ομπσινκόφ

Διάρκεια: 91’

Βιογραφία Αλεξάντρ Ντοβζένκο

Αλεξάντερ Ντοβζένκο,  (Alexander Dovzhenko, Σόσνιτσα, Ουκρανία 1894 – Μόσχα 1956). Ουκρανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός του σοβιετικού κινηματογράφου. Καταγόταν από οικογένεια φτωχών χωρικών και, ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στο διδασκαλείο, εργάστηκε ως δάσκαλος. Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση συμμετείχε στη λαϊκή επιτροπή παιδείας (το αντίστοιχο Υπουργείο Παιδείας) και υπηρέτησε ως διπλωμάτης στη Βαρσοβία και στο Βερολίνο, όπου παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής δίπλα στον εξπρεσιονιστή ζωγράφο Έριχ Χέκελ. Όταν επέστρεψε στην Ουκρανία, εργάστηκε σε εφημερίδα ως σκιτσογράφος. 
Το 1926 πραγματοποίησε την πρώτη του επαφή με τη ρωσική κινηματογραφική βιομηχανία και το 1928 σκηνοθέτησε την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του με τίτλο Βάσια ο Μεταρρυθμιστής. Σε αυτήν αφηγείται με λυρισμό και ευαισθησία την πορεία του ουκρανικού λαού από τους Βίκινγκς μέχρι την επανάσταση του 1917. Ακολούθησε η ταινία Οπλοστάσιο (1929), ενώ η τρίτη του ταινία με τίτλο Γη (1930) χαρακτηρίστηκε από το σταλινικό καθεστώς ως «αντίθετη με την επανάσταση». Το αριστούργημά του αυτό αναφέρεται στις αλλαγές που επέφερε στη σοβιετική κοινωνία η κολεκτιβοποίηση, πάντα μέσα από το πλαίσιο της ιδιαίτερης σχέσης που αναπτύσσει ο Ουκρανός αγρότης με τη γη του και με τον θάνατο. 
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ο Ν. εργάστηκε ως πολεμικός ανταποκριτής και κινηματογράφησε μια σειρά ντοκιμαντέρ προπαγανδιστικού περιεχομένου, που κατέγραφαν τον αγώνα των ομοεθνών του Ουκρανών. Το 1941 και το 1949 τιμήθηκε με το βραβείο Λένιν. 
Ο Ν., αν και συγκαταλέγεται στους πέντε κορυφαίους σκηνοθέτες της Σοβιετικής Ένωσης, διαφοροποιείται από τους υπόλοιπους κινηματογραφιστές της εποχής του. Πρωταρχικό του μέλημα δεν ήταν το μοντάζ, όπως για παράδειγμα συνέβαινε στα έργα του Αϊζενστάιν, αλλά η δημιουργία ποιητικών εικαστικών πλάνων. 
Ο Ν. πέθανε το 1956, ενώ κινηματογραφούσε Το ποίημα της θάλασσας, μια ταινία που τελικά εκδόθηκε το 1959 χάρη στις ενέργειες της χήρας του, Γιούλια Σόντσεβα.