Η NEW STAR δίνει τη δυνατότητα από τη Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015 να παρακολουθήσετε από τη ολόκληρη την τριλογία του πολέμου, του Ουκρανού σκηνοθέτη Αλεξάντρ Ντοβζένκο(1894-1956), αποκλειστικά για μία εβδομάδα στον κινηματογράφο «ΑΛΚΥΟΝΙΣ new star art cinema». Η τριλογία ξεκινάει με το «Σβενιγκόρα»(1928)και συμπληρώνεται με το «Οπλοστάσιο»(1929)και τη «Γη»(1939). Ο τρίτος της τρόικα του σοβιετικού κινηματογράφου, ο Αλεξάντρ Ντοβζένκο,(οι άλλοι δύο είναι ο Αϊζενστάιν και ο Πουντόβκιν), έλεγε πως «δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε το θέμα του κοινού ανθρώπου σαν κοινό θέμα». Μέσα σε αυτή τη ρήση βρίσκεται όλη η αξία του Ντοβζένκο που με τον αρυτίδωτο μοντερνισμό του σου δίνει την εντύπωση ότι οι ταινίες του γυριστήκαν μόλις χτες και πως τα προβλήματα που βάζουν είναι πάντα επίκαιρα.

Λίγα λόγια για τις ταινίες της Τριλογίας:

«ΣΒΕΝΙΓΚΟΡΑ» (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ 18:00)

Σοβιετική Ένωση – 1928 – 91’

Συντελεστές:

Σκηνοθεσία: Αλεξάντερ Ντοβζένκο

Σενάριο: Αλεξάντερ Ντοβζένκο, Μιχαήλ Γιογκανσόν

Μουσική: Βατσεσλάβ Ομπσινκόφ

Πρωταγωνιστούν: Georgi Astafyev

Nikolai Nademsky

Vladimir Uralsky

Les Podorozhnij

Semyon Svashenko

Σύνοψη:

Το «Σβενιγκόρα» είναι μια δραματική ταινία με ένα άγγιγμα του μυστικισμού. Αφηγείται τα γεγονότα, σαν να συμβαίνουν σε ένα όνειρο ευφάνταστο. Σύμφωνα με την παράδοση, στις Ουκρανικές στέπες, στα έγκατα μιας αρχαίας σπηλιάς με το όνομα «Σβενιγκόρα» βρίσκεται ένας κρυμμένος θησαυρός. Αλλά κάθε φορά που κάποιος βρίσκει το θησαυρό στα χέρια του, τα χρυσά κύπελλα μετατρέπονται σε θραύσματα, και οι πολύτιμοι λίθοι σε απλές πέτρες. Σμίγοντας τη μυθοπλασία με το ρεαλισμό, το σενάριο χρησιμοποιεί το θρύλο ενός θαμμένου θησαυρού, για να ταξιδέψει από το μακρινό παρελθόν της Ουκρανίας στο επαναστατικό παρόν της, αντλώντας πολλά στοιχεία από την ιστορία και τη λαογραφία της. Συνδετικός κρίκος σ’ αυτό το ταξίδι είναι η φιγούρα ενός γέροντα που ενσαρκώνει την πατριαρχική, αγροτική παράδοση και σχεδόν μέχρι το τέλος μένει προσκολλημένος στο παρελθόν. Ο γέροντας, στην ταινία εξιστορεί στα εγγόνια του, το μυστήριο της σπηλιάς του βουνού «Σβενιγκόρα» και αυτά με τη σειρά τους, αρχίζουν να ψάχνουν για αυτό. Ψάχνουν για τον δικό τους θησαυρό, τα όνειρά τους και την ευτυχία τους.

Η ταινία

Η ταινία ξεκινά με τη συνάντηση του γέροντα με μια ομάδα Ουκρανών Κοζάκων από το παρελθόν, που αναζητούν το θησαυρό που λέγεται ότι είναι θαμμένος στους λόφους του Σβενιγκόρα. Διατρέχοντας αιώνες ιστορίας, φτάνει στο παρόν που σημαδεύεται από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την Οκτωβριανή Επανάσταση και τον εμφύλιο.

Ο γέροντας έχει δύο εγγονούς, τον Τιμίσκο και τον Πάβλο. Ο Τιμίσκο ενσαρκώνει το νέο σοβιετικό άνθρωπο που δεν πιστεύει στις προλήψεις, μορφώνεται και δουλεύει για το χτίσιμο του νέου κόσμου. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή όπου, στη διάρκεια του πολέμου, ο Τιμίσκο πάει στα χαρακώματα των Γερμανών και τείνει στους στρατιώτες το χέρι, γιατί κι εκείνοι εργάτες σαν αυτόν είναι! Ο Πάβλο από την άλλη, μάλλον ανόητος και τεμπέλης, τάσσεται με τους ουκρανούς εθνικιστές. Σ’ αυτόν, όμως, διηγείται ο γέροντας την ιστορία του θησαυρού και του γίνεται έμμονη ιδέα. Φεύγει από τη χώρα του και τον βλέπουμε στο Παρίσι, όπου προσπαθεί να μαζέψει χρήματα για να γυρίσει και να αναζητήσει το θησαυρό, υποκρινόμενος τον Ουκρανό πρίγκιπα που προτίθεται να αυτοκτονήσει δημόσια, μπροστά σε ένα κοινό από μανιασμένους παριζιάνους μπουρζουάδες, που πληρώνουν για να “απολαύσουν” το θάνατό του. Η απληστία του παραλίγο να στοιχίσει τη ζωή του παππού του, που σώζεται όμως, από αυτούς τους ανθρώπους που μέχρι τώρα αρνιόταν και συμφιλιώνεται, επιτέλους, με τον κόσμο που ανατέλλει.

Ο γέροντας (Nikolai Nademsky) στην ταινία εξιστορεί  το μυστήριο της σπηλιάς του βουνού Σβενιγκόρα στα δύο εγγόνια του, και αυτά με τη σειρά τους, αρχίζουν να ψάχνουν για αυτόν. Ψάχνουν για τον δικό τους θησαυρό, τα όνειρά τους και την ευτυχία τους.

Η ταινία «Σβενιγκόρα» έκανε διάσημο το νεαρό σκηνοθέτη και έκανε μεγάλη εντύπωση στον Σεργκέι Αϊζενστάιν και Βσέβολντ Πουτόβκιν.

Ο Σεργκέι Αϊζενστάιν βλέποντας το «Σβενιγκόρα» δήλωσε: «Σήμερα για μια στιγμή θα μπορούσε να σβήσει το φανάρι του Διογένη: Ένας άνδρας στάθηκε μπροστά μας …” “Ένας Κύριος του εαυτού του. Ένας Κύριος του είδους του. Ένας Δάσκαλος της προσωπικότητάς του … ο άνθρωπος αυτός που δημιούργησε το καινούργιο στο κινηματογράφο. “

Το 1928 γύρισε μια σειρά μύθων με έντονο στιλιζάρισμα, όπου αποκαλύφθηκε ένα σημαντικό βάθος ποιητικής αίσθησης και τεχνική εκτός συμβάσεων. Το «Σβεγκόρα» υπήρξε ο προάγγελος των επικών ποιημάτων «Aρσενάλ» (1929) και «Γη» (1930), με οικουμενική αναγνώριση ως το αριστούργημα του Ντοβζένκο.

“ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ” / “ΑΡΣΕΝΑΛ” (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ 19:45)

Σενάριο – Σκηνοθεσία: Αλεξάντρ Ντοβζένκο

Πρωταγωνιστούν: Σεμιόν Σβασένκο, Αμρόσι Μπούχμα

Διάρκεια: 90′

Σύνοψη

Η ιστορία πλέκεται γύρω από την εξέγερση των μπολσεβίκων στο οπλοστάσιο του Κιέβου, το Γενάρη του 1918, αλλά η ταινία ξεκινά λίγο νωρίτερα. Την άνοιξη του 1917, στη ρημαγμένη από τον Α’  Παγκόσμιο Πόλεμο Ουκρανία, μια μάνα στέκεται ακίνητη μέσα στο φτωχικό της σπίτι. Στο χωριό υπάρχουν μόνο ανάπηροι βετεράνοι, τα χωράφια μένουν ακαλλιέργητα, η πείνα θερίζει. Στα χαρακώματα οι στρατιώτες εξεγείρονται. Ένα τραίνο που μεταφέρει φαντάρους στο μέτωπο εκτροχιάζεται. Ανάμεσα στους επιζώντες είναι ο Τιμός, εργάτης στο οπλοστάσιο, που επιστρέφει στην πόλη του. Στο Κίεβο, οι εθνικιστές κατέχουν την εξουσία και διαδηλώνουν στους δρόμους. Αποστρατευμένοι κατατάσσονται στο στρατό του εθνικιστή Πετλιούρα. Ο Τιμός αρνείται να υπογράψει. Αντιπροσωπεύοντας τους μπολσεβίκους, μιλά στην πρώτη συνέλευση της εθνικής κυβέρνησης. Ο ίδιος και η μικρή ομάδα του αντιμετωπίζονται με ειρωνεία και αποχωρούν, αλλά ένα τηλεγράφημα από το στόλο της Μαύρης Θάλασσας ανατρέπει τα σχέδια των εθνικιστών.

Η εξέγερση στο οπλοστάσιο οργανώνεται και η πόλη παραλύει περιμένοντας το τι θα γίνει.

Κόκκινοι αντάρτες μεταφέρουν ένα νεκρό σύντροφό τους στη μάνα του για να τον θάψει. Διασχίζοντας το χειμωνιάτικο τοπίο, τα άλογά τους συνομιλούν.

Η εξέγερση συνεχίζεται και, σε μια συμβολική σκηνή, ένας ηλικιωμένος εθνικιστής αντιμετωπίζει τον μπολσεβίκο μαθητή του, απειλώντας τον με ένα πιστόλι, αλλά τελικά βρίσκει ο ίδιος το θάνατο.

Οι εργάτες στο οπλοστάσιο κάνουν την τελευταία τους επίθεση, αλλά συναντούν την ήττα. Οι εθνικιστές είναι πολλοί περισσότεροι και οργανωμένοι. Ο Τιμός βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα απόσπασμα. Κοιτάζοντας κατάματα το θάνατο, κάνει την τελευταία του δήλωση, ότι είναι ένας “Ουκρανός εργάτης”. Τον πυροβολούν, όμως οι σφαίρες γλιστρούν από πάνω του! Έχοντάς τα χαμένα πυροβολούν ξανά και ξανά, όμως ο Τιμός, με προτεταμένο το γυμνό στήθος του, είναι ανίκητος!

“Η ΓΗ” / “ZEMLYA” (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ 21:15)

Σοβιετική Ένωση, 1930, 76΄

Σκηνοθεσία: Αλεξάντρ Ντοβζένκο

Σενάριο: Αλεξάντρ Ντοβζένκο

Παίζουν: Στεπάν Σκουράτ, Σεμιόν Σβασένκο, Γιούλια Σόλντσεβα

Φωτογραφία: Ντανιήλ Ντεμουίσκι

Μουσική: Λέβκο Ρεβούτσκι, Βιατσλάβ Οβτσινίκοφ

Παραγωγή: ΕΣΣΔ, (WUFKU), 1930

Σύνοψη

Σε μια στέπα της Ουκρανίας, ανάμεσα στην οικογένειά του, ο παππούς Συμεών ζει ειρηνικά τις τελευταίες στιγμές του, κάνοντας αστεία με ένα παλιό του φίλο. Τρώει ένα αχλάδι, δίπλα σε ένα μωρό και μετά ξαπλώνει γαλήνια στη γη και πεθαίνει, ανάμεσα σε μήλα που πέφτουν από τα δέντρα.

Οι κουλάκοι της περιοχής, ο Αρκίπ Μπιλόκιν και η οικογένειά του, θρηνούν για την κολεκτιβοποίηση που έρχεται. Ένα από τα μέλη της οικογένειας απειλεί να σκοτώσει το άλογό του, παρά να το δώσει στην κολεκτίβα. Οι γυναίκες ουρλιάζουν, ενώ ο Αρκίπ Μπιλόκιν διαβάζει τι γράφει η εφημερίδα για τους κουλάκους.

Ο εγγονός του Συμεών, ο Βασίλι, και η τοπική οργάνωση της Κομσομόλ οργανώνουν μια συνάντηση σπίτι του για να συζητήσουν για την κολεκτιβοποίηση. Ο πατέρας του Βασίλι,ο Οπανάς, αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τις νέες μεθόδους.

Ο Βασίλι φέρνει με συνοδεία στο χωριό το πρώτο τρακτέρ. Το νερό του τρακτέρ εξατμίζεται και οι άντρες εφευρίσκουν ένα τρόπο να το αντικαταστήσουν: ουρούν μέσα στο ψυγείο!

Οι χωρικοί οργώνουν, σπέρνουν και θερίζουν με τη βοήθεια του Βασίλι που οδηγεί το τρακτέρ. Οι γυναίκες δένουν δεμάτια και οι άντρες λιχνίζουν. Η σκηνή αυτή περιγράφει, με μοντάζ, όλη τη διαδικασία παραγωγής στην κολεκτίβα, από το φύτεμα του σπόρου μέχρι το ψήσιμο του ψωμιού.

Έπειτα από τη σκληρή δουλειά της μέρας, οι νεαροί αγρότες συναντούν τις αγαπημένες τους. Μέσα σε μια παράξενη νυχτερινή ομίχλη, η Νατάσα, το κορίτσι του Βασίλι, βρίσκει καταφύγιο στην αγκαλιά του αγαπημένου της. Επιστρέφοντας στο σπίτι του, κάτω από το ολόγιομο φεγγάρι, ο Βασίλι χορεύει ένα λαϊκό χορό, το χοπάκ. Όμως, φτάνοντας σε ένα σταυροδρόμι, πέφτει σε δολοφονική ενέδρα.

Ο πατέρας του αρνείται θρησκευτική τελετή για την κηδεία του γιου του. Οι χωρικοί θάβουν το Βασίλι τραγουδώντας “νέα τραγούδια”, αφού ο νέος δολοφονήθηκε παλεύοντας για μια “νέα ζωή”. Με ένα πολύπλοκο μοντάζ, στη σκηνή της κηδείας παρεμβάλλονται η μητέρα του Βασίλι, που φέρνει στον κόσμο ένα μωρό, ο Κόμα Μπιλόκιν που τρελαίνεται και ομολογεί ότι αυτός σκότωσε το Βασίλι, η Νατάσα, που θρηνεί γυμνή το θάνατο του αγαπημένου της, ο παπάς του χωριού που παρακαλεί το θεό του να τιμωρήσει τους “άπιστους” αγρότες.

Η ταινία τελειώνει με μια ομιλία που σηματοδοτεί τη μετάβαση σε μια νέα εποχή και, κλείνοντας ένα κύκλο, με εικόνες από τη φύση και τη γονιμότητα της γης.

Πρόσθετες πληροφορίες

Το πολιτικο-οικονομικό πλαίσιο της ταινίας: Όταν αποφασίστηκε η σταδιακή συνένωση των μικρών αγροτικών καλλιεργειών, για να γλυτώσουν οι φτωχοί αγρότες από την εκμετάλλευση και τους εκβιασμούς των κουλάκων, που κατείχαν εκτάσεις γης με τσαρικές αποφάσεις, εκείνοι αντέδρασαν με λύσσα: χαλούσαν τις μηχανές, πυρπολούσαν την περιουσία του κολχόζ, σκότωναν ζώα, εμπόδιζαν τη συγκομιδή των σιτηρών. Ιδιαίτερα έντονη ήταν η αντίδραση στην Ουκρανία, αφενός γιατί η γη της είναι πλούσια και επομένως οι κουλάκοι ζημιώνονταν σημαντικά, αφετέρου γιατί, ιδίως στις περιοχές που συνόρευαν με την Πολωνία, οι αντεπαναστατικές δυνάμεις είχαν ερείσματα από την εποχή του εμφυλίου. Το Μάιο του 1930 καταγράφηκαν στην Ουκρανία 2.945 ένοπλες επιθέσεις, ενώ δολοφονήθηκαν πάνω από χίλιοι άνθρωποι, επαρχιακά στελέχη και κολχόζνικοι αγρότες.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο γυρίστηκε η “Γη”, που είναι η τελευταία βωβή ταινία του Ντοβζένκο και πιο βατή, αφηγηματικά, της “Τριλογίας του Πολέμου”. Ο Ντοβζένκο έγραψε το αρχικό σενάριο το 1929, ανταποκρινόμενος στις θεμελιακές αλλαγές που γίνονταν εκείνη την περίοδο, την οποία περιέγραψε ως “μια περίοδο όχι μόνο οικονομικής μεταμόρφωσης, αλλά επίσης και πνευματικής μεταμόρφωσης ολόκληρου του λαού”. Ο χαρακτήρας του παππού που πεθαίνει στην αρχή βασίζεται στον πραγματικό παππού του, τον Συμεών Ταράσοβιτς Ντοβζένκο, ενώ η δολοφονία του Βασίλι σε μια ανάλογη ενός σοβιετικού αντιπροσώπου που έγινε στο χωριό του.

Το 1958, στην Παγκόσμια Έκθεση Βρυξελλών, ψηφίστηκε από 117 ιστορικούς του κινηματογράφου ως ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ 12 ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ

Το Διεθνές Συμπόσιο Κριτικών Κινηματογράφου, τη χαρακτήρισε ως ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ 10 ΚΟΡΥΦΑΙΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ

Το 1995, στο Δημοψήφισμα του Αιώνα του περιοδικού Time Out κατέλαβε την 88η θέση ανάμεσα στις 100 καλύτερες ταινίες του αιώνα

Βιογραφία του Ντοβζένκο

Πολυτάλαντος και πολυπράγμων, ο Αλεξάντρ Ντοβζένκο θεωρείται ένας από τους τρεις κορυφαίους σκηνοθέτες του κλασικού σοβιετικού κινηματογράφου, μαζί με τον Σεργκέι Αϊζενστάιν και τον Βσεβολόντ Πουντόβκιν. Γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1894, στο χωριουδάκι Βιουνίσε της Ουκρανίας (σήμερα μέρος του Σόσνιτσι) και ήταν αρχικά το έβδομο από δεκατρία παιδιά μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας. Όμως τα μεγαλύτερα αδέλφια του πέθαναν και ο παππούς του θέλησε αυτός τουλάχιστον να μορφωθεί. Έτσι έγινε δάσκαλος και δίδαξε μερικά χρόνια. Ανήσυχο πνεύμα, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη διδασκαλία και συνέχισε τις σπουδές του στις φυσικές πρώτα και μετά στις εμπορικές επιστήμες. Τα χρόνια 1917-19 πολέμησε ως στρατιώτης του Κόκκινου Στρατού και στη συνέχεια έγινε γραμματέας του Κόμματος στην περιοχή του Κιέβου.

Φανατικός κομμουνιστής και προσωπικός φίλος του Στάλιν, ο Ντοβζένκο μπήκε στο διπλωματικό σώμα και υπηρέτησε για μερικά χρόνια στην Πολωνία και στη Γερμανία. Εκεί σπούδασε σπούδασε ζωγραφική δίπλα στον Τζορτζ Γκρος και τον Έριχ Χέκελ και στη συνέχεια δούλεψε ως σκιτσογράφος σε εφημερίδες, ενώ παράλληλα άρχισε να δοκιμάζει τις δυνάμεις του στην πεζογραφία.

Με τον κινηματογράφο ήρθε πρώτη φορά σε επαφή το 1925, ενώ βρισκόταν στην Οδησσό, και έκτοτε του αφιερώθηκε ολοκληρωτικά. Στην αρχή ασχολήθηκε με την κωμωδία, είδος αγαπητό στους σοβιετικούς. Από τις πρώτες του ταινίες ξεχωρίζει ο “Βάσια ο Μεταρρυθμιστής”, σε δικό του σενάριο. Η ταινία που τον καθιέρωσε ήταν το “Σβενιγκόρα” (1928), που αποτέλεσε στη συνέχεια το πρώτο μέρος της λεγόμενης “Τριλογίας του Πολέμου”, μαζί με το “Οπλοστάσιο” (1928-29) και τη”Γη” (1930).

Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, υπηρέτησε ως πολεμικός ανταποκριτής στον Κόκκινο Στρατό.

Ο Ντοβζένκο δούλεψε πολλά χρόνια στα Μοσφίλμ Στούντιος, , στη Μόσχα, κυρίως ως παραγωγός και σεναριογράφος. Στη διάρκεια της καριέρας του, που κράτησε πάνω από είκοσι χρόνια, σκηνοθέτησε προσωπικά μόνο 7 ταινίες. Τιμήθηκε δύο φορές με το Βραβείο Στάλιν, για το “Χσορς” (1941) και το “Μιτσούριν” (1949).

Τα τελευταία του χρόνια είχε στραφεί περισσότερο στη συγγραφή μυθιστορημάτων.

Πέθανε από καρδιακή ανακοπή στις 25 Νοεμβρίου 1956, στο εξοχικό του, στο Περεντελκίνο.

Ο Ντοβζένκο θεωρείται ο κατεξοχήν σκηνοθέτης που στη δεκαετία του ’30 έκανε διεθνώς γνωστό το σοβιετικό κινηματογράφο. Παρότι καθαρά πολιτικές, οι ταινίες του είναι γεμάτες συναίσθημα και συμβολισμούς, που συχνά κυριαρχούν στη γραμμική σεναριακή αφήγηση. Επηρέασε πολλούς σοβιετικούς σκηνοθέτες και υπήρξε μέντορας των νεαρών τότε Λαρίσα Σεπίτκο και Σεργκέι Παρατζάνοφ. Μετά το θάνατό του δόθηκε το όνομά του στα κινηματογραφικά στούντιο του Κιέβου. Η γυναίκα του, Γιούλια Σόλντσεβα, συνέχισε κατά κάποιο τρόπο το έργο του, παράγοντας δικές της ταινίες και ολοκληρώνοντας σχέδια που εκείνος δεν είχε προφτάσει.

Φιλμογραφία

1926..Γιάχιντκα Κοχάνια / Oi καρποί του έρωτα

1927 Βάσια /Βάσια ο Μεταρρυθμιστής

1927 Τέκα Ντιπκουριέρα / Η διπλωματική βαλίτσα

1928 Ζβένιγκορα / Το βουνό με το θησαυρό

1929 Άρσεναλ / Το οπλοστάσιο

1932 Ζεμλιά / Η γη

1932 Ιβάν

1935 Αερογκράντ

1939 Χσορς Το ξεσήκωμα ενός λαού

1940 Οσβομποτζντένι /Απελευθέρωση

1943 Μπίτβα Ζα Νόσου Σοβιέτσκιου Ουκράινου /

Η μάχη της Ουκρανίας-ντοκιμαντέρ

1946 Στρανά Ραντνάγια – ντοκιμαντέρ

1949 Μιτσούριν / Η ανθισμένη ζωή(1949)