Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ianos το βιβλίο «Διάλογοι στο λυκόφως. 90 συνεντεύξεις» του Μίκη Θεοδωράκη, σε επιμέλεια υλικού Δέσποινας Ζηλφίδου. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό υλικό, μέσα από το οποίο ο συνθέτης παραθέτει τις απόψεις του, για την πολιτική, τη μουσική και την κοινωνία, όπως δεν έχει καταγραφεί σε κανένα βιβλίο του,  έως τώρα.

Το βιβλίο προλογίζει ο Μίμης Ανδρουλάκης. Έργο εξωφύλλου: γ. στούμπος  «Χωρίς τίτλο», 2000.

«Στο παρόν βιβλίο περιλαμβάνονται 90 γραπτές συνεντεύξεις του Μίκη Θεοδωράκη, της χρονικής περιόδου 2003 έως 2015, όπως ακριβώς ανασύρθηκαν από το αρχείο του, και σε σειρά, από τις πιο πρόσφατες έως τις πιο παλιές, ανά έτος. Η επιλογή έγινε από τον ίδιο τον συνθέτη, ο οποίος διάλεξε και τους τίτλους. Επίσης, ο ίδιος επέλεξε ως Επίλογο του βιβλίου μια επιστολή που τον συγκίνησε.
 
Οι συνεντεύξεις είναι στην πρωταρχική τους μορφή, αυτό σημαίνει πως δεν έχουν υποστεί επεξεργασία από τους δημοσιογράφους και μπορεί να έχουν διαφορετική ημερομηνία δημοσίευσης.
 
Αρκετές από αυτές δημοσιεύτηκαν σε ξένα έντυπα, αποτέλεσαν τμήμα διδακτορικών διατριβών ή ερευνητικών εργασιών».
Δέσποινα Ζηλφίδου



Από τον πρόλογο του Μίμη Ανδρούλακη
«Ο Κρητικός, ο Έλληνας, ο Ευρωπαίος Μίκης –ένα όνομα γενικότερα για τον κόσμο της δημιουργίας– έκανε το χρέος του. Επέδειξε, σε αντίθεση με τη μεγαλοαστική τάξη, καινοτομικό πνεύμα, εξωστρέφεια και υψηλή παραγωγικότητα για την αναγέννηση της πατρίδας. Εκείνη, αντίθετα, απέτυχε ιστορικά στην αποστολή της να δημιουργήσει μια επαρκή παραγωγική βάση, βιώσιμη στον σημερινό κόσμο των ανοιχτών συνόρων, υλική προϋπόθεση για τον εκσυγχρονισμό και την ευημερία του τόπου. Κι όμως, κουνά το δάκτυλο από καθέδρας, ενώ διακρίθηκε κυρίως στο να μποτιλιάρει αέρα κοπανιστό στη φούσκα του φθηνού δανεισμού προ κρίσης και της εύκολης κερδοσκοπίας, που έσκασε με πάταγο κι απειλεί την ίδια την υπόσταση του ιστορικού έθνους των Ελλήνων».
{…}
«Δημιούργησε το τραγούδι-ποταμός, λαϊκό ορατόριο και μετασυμφωνικό, αλλά είναι κι ο ίδιος ηγέτης-ποταμός. Ξεχύνεται με ορμή, παρασέρνει τα εμπόδια στο πέρασμά του, ελίσσεται, αναζητά εναλλακτικές πορείες, κατεβάζει νερά, γόνιμα υλικά, κορμούς, πέτρες, αλλά ποιος θα ανοίξει την κοίτη, θα φτιάξει «γεφύρια», «αρδευτικά», και «αντιπλημμυρικά» έργα και θα παράγει «ηλεκτρικό ρεύμα»; Το ίδιο πρόβλημα, το ίδιο ιστορικό έλλειμμα σε διαφορετικές ιστορικές καμπές. Το πολιτικό υποκείμενο της Αριστεράς ήταν αδύναμο να εκμεταλλευτεί με πληρότητα την ενέργεια που αποδέσμευε ο ηγέτης-ποταμός Μίκης. Ναι, ηγέτης πολιτικο-πολιτισμικός, πολύτροπος. Αν ηγέτης –όχι απλά πρωθυπουργός, πρόεδρος, υπουργός, αξιωματούχος, γραμματέας κόμματος– γίνεσαι όταν το εσωτερικό σου κάλεσμα συγχρονίζεται με το κάλεσμα της Ιστορίας στις μεγάλες στιγμές της, ε τότε ο Μίκης Θεοδωράκης κατέχει δικαιωματικά αυτή την αναγνώριση».


 
Από την εισαγωγή του Μίκη Θεοδωράκη
Δεν υπάρχει μια Ελλάδα σήμερα (όπως και χθες και προχθές…) αλλά δέκα εκατομμύρια περίπου. Δηλαδή, όσοι είναι οι Έλληνες. Ο κάθε Έλληνας είναι μια διαφορετική Ελλάδα. Έτσι κι εγώ, σαν μια ιδιαίτερη Ελλάδα, υπήρξα εξ απαλών ονύχων η Ελλάδα που ταυτίστηκε με τον μαγικό σπάγκο. Και ταυτίστηκα μαζί του για πάντα! 
{…}
«Μα πώς πιάνετε τόσο μεγάλα ψάρια;»
Τότε ένα παιδί μού δείχνει ένα κουβάρι σπάγκο και μου λέει:
«Αυτός ο σπάγκος είναι μαγικός. Αυτός τα πιάνει».
«Μου τον δίνεις;» του λέω.
«Κι εσύ τι θα μου δώσεις;»
«Ό,τι θέλεις».
«Θέλω το αεροπλάνο σου».
Του δίνω λοιπόν το αεροπλανάκι μου και παίρνω χαρούμενος τον μαγικό σπάγκο, με τον οποίο θα έπιανα πολύ μεγάλα ψάρια. Όταν γύρισα στο σπίτι, η μαμά μου με ρώτησε:
«Πού είναι το αεροπλάνο σου;»
Τότε εγώ, περήφανος, της δείχνω το κουβάρι και της λέω:
«Το έδωσα και πήρα αυτόν τον μαγικό σπάγκο!»
Η μαμά μου έμεινε άφωνη κι αργότερα ο πατέρας μου, όταν πληροφορήθηκε την ιστορία του σπάγκου, και όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι… Από τότε έως τώρα!
 
Μονάχα εγώ παρέμεινα μέχρι σήμερα αμετανόητος και περήφανος, χωρίς να έχω αντιληφθεί ακόμα τη γενική θυμηδία που προκαλεί στους γύρω μου η ταύτισή μου με τον μαγικό σπάγκο…