Κοινωνιολόγος και ακτιβίστρια με σπουδές στη Φεμινιστική οικονομία του Αυτόνομου Πανεπιστημίου του Μεξικού και μεταπτυχιακό στις σπουδές φύλου η Μπρέντα Ναβάρο (Brenda Navarro) είναι μια νέα συγγραφέας, η οποία το 2018 δημοσίευσε δωρεάν το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Άδεια σπίτια» στο διαδικτυακό περιοδικό και εκδοτικό οίκο Kaja Nrgra. Πολύ σύντομα το μυθιστόρημά της γνώρισε τεράστια επιτυχία, κυκλοφόρησε σε έντυπη μορφή το 2019 από τον εκδ. οίκο Sexto Piso και έκτοτε μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τις εκδ. Carnivora, σε μετάφραση Ασπασίας Καμπύλη, στο πλαίσιο της προσπάθειας του συγκεκριμένου, τόσο αξιόλογου, εκδοτικού οίκου να φέρει στην ελληνική αγορά βιβλία της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας.
Πώς βιώνει μια γυναίκα τη ζωή εντός των περιοριστικών κοινωνικών στερεοτύπων που της έχουν επιβληθεί; Τι γίνεται όταν ξεγλιστρά στο «κελί» της απώλειας; Όταν αδειάζει από τον ρόλο που οφείλει να διαδραματίζει και πόσο σημαντική είναι, εν τέλει, η μητρότητα; Μήπως το μητρικό φίλτρο είναι τελικά ένας μύθος, κατασκευασμένος να παγιδεύσει τη γυναίκα στα δεσμά που δημιουργεί;
Η Ναβάρο στήνει μια φαινομενικά απλή ιστορία, για να μιλήσει για όλα αυτά, γραμμένη, ωστόσο, με εξαιρετικά ρωμαλέα γραφή. Δυο γυναίκες πρωταγωνιστούν. Η μία έχει χάσει το παιδί της σε ένα πάρκο, η άλλη έχει κλέψει αυτό το παιδί. Η μία δεν θέλει να κάνει παιδί, ωστόσο, πιέζει τον εαυτό της να αποδεχτεί τη μητρότητα για να συνδεθεί ξανά με τον άντρα της. Το μωρό της είναι ένα πανέμορφο πλάσμα που όμως είναι αυτιστικό. Απορροφημένη στο κινητό της κάποια μέρα στο πάρκο και συνομιλώντας με τον εραστή της θα χάσει το παιδί και θα γυρίσει σπίτι, στην καταδίκη της θετής κόρης που επίσης δεν αγάπησε ποτέ και αναγκάστηκε να ζήσει μαζί της. Η άλλη είναι μια γυναίκα που έχει ανάγκη να κάνει ένα παιδί αλλά δεν τα καταφέρνει. Πέρα από την κοροϊδία του άντρα της που δεν θέλει ένα παιδί έχει να αντιμετωπίσει και την αποβολή του εμβρύου που κυοφορεί. Όταν αργότερα θα δει τον μικρό Ντανιέλ στο πάρκο θα τον αρπάξει, για να μπορέσει να ζήσει το όνειρό της και να γευτεί τη χαρά της μητρότητας που τόσο επιθυμεί. Για να βρει την υπαρκτική της ταυτότητα μέσα στον προδιαγεγραμμένο ρόλο που της υπαγορεύει η κοινωνία, καθώς, όπως φαίνεται, είναι αδύνατο να ζήσει εκτός αυτού του κοινωνικού πλαισίου.
Η Ναβάρο δεν νοιάζεται όμως για την ιστορία αυτή καθ’ αυτή. Δεν γράφει ένα μυθιστόρημα, οδοιπορικό μιας ανεξιχνίαστης υπόθεσης παιδικής απαγωγής. Τη χρησιμοποιεί ως πρόσχημα για να φέρει στην επιφάνεια τη συγκρουσιακή δύναμη των συναισθημάτων των γυναικών που προσπαθούν να ανακαλύψουν τον εαυτό τους και να τον αγαπήσουν, ενώ τώρα πια είναι άδειες και αποστερημένες από τον συμβατικό ρόλο τους, επειδή η ζωή τους πλέον έχει μεταβληθεί σε μια ανοιχτή πληγή, ένα άδειο σπίτι έχει γίνει η αγκαλιά τους. Η καταγραφή των σκέψεών τους, των πιο μύχιων ελπίδων τους και των φόβων τους γίνεται από τη Ναβάρο με μεγάλη διαισθητικότητα. Ο αναγνώστης ανιχνεύει τα πιο βαθιά συναισθήματά τους παρακολουθώντας δυο παράλληλους μονολόγους που εναλλάσσονται και παράλληλα βλέπει τις περιοριστικές δικλείδες μιας κοινωνίας, φτιαγμένης με τους πατριαρχικούς κανόνες να καθορίζουν τη ζωή και τους ρόλους των γυναικών. Στο πλαίσιο αυτών των διαμορφωμένων ρόλων ουσιαστικότερος για μια γυναίκα αναδεικνύεται αυτός της μητέρας. Η Ναβάρο στέκεται με παρρησία μπροστά στη μητρότητα και αναμετράται μαζί της. Φέρνει στην επιφάνεια τα όρια της υποταγής που επιβάλλει στη γυναίκα και την απελπισία στην οποία την οδηγεί όταν ο ρόλος αυτός διαταραχθεί. Όταν η γυναίκα μετατρέπεται σε μια άδεια ψυχή, σε ένα «άδειο σπίτι». Όταν αυτό το σπίτι αδειάσει ξαφνικά ή δεν μπορέσει ποτέ να βρει έναν κάτοικο να το γεμίσει.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Και τι, τελικά, σημαίνει το ίδιο το χαμένο παιδί; Πρόκειται για ένα «μήλο της έριδας» ή μήπως δεν σημαίνει απολύτως τίποτα, αφού κανείς δεν ασχολείται μαζί του. Αφού: «Μην ακούτε τι λένε. Καλύτερα νεκρός παρά αγνοούμενος. Οι αγνοούμενοι είναι άδειοι τάδοι που ανοίγονται μέσα μας, για να μας κάνουν να υποφέρουμε, και το μόνο που λαχταράμε είναι να μπορέσουμε να τους κλείσουμε, επιτέλους. Να σταματήσουμε να διαμελιζόμαστε τένοντα τένοντα, σταγόνα αίματος ή σταγόνα χολής, γιατί ακόμα και οι σταγόνες είναι μαρτύριο, όταν πέφτουν».
Ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα-μελέτη της γυναικείας υπόστασης και του κοινωνικού της προσδιορισμού, μέσα από την οδύνη, την απώλεια και την ανάγκη για αγάπη.
Διαβάστε επίσης:
Μπρέντα Ναβάρο – Άδεια Σπίτια: Δυνατό βιβλίο με ανατρεπτική αναπαράσταση της μητρότητας