Οι Tiger Lillies γιορτάζουν 30 χρόνια μιας τσιγγάνικης ζωής στο δρόμο των tours και μιας καλλιτεχνικής πορείας που διαφέρει και αφήνει το στίγμα της στους connaisseurs ή μη του είδους. Ο Adrian Stout βρίσκεται σε αυτό το αλλόκοτο “καραβάνι” από το 1995, οπότε υποτίθεται πως θα έπαιζε προσωρινά με το συγκρότημα για μία εβδομάδα και τελικά, δεν αποχώρησε ποτέ. Με αφορμή το επικείμενο σόου τους στην Ελλάδα, μάς μίλησε με χιούμορ και άνεση για το πώς είναι να βρίσκεσαι σχεδόν μόνιμα σε περιοδεία, τη δημιουργική διαδικασία του συγκροτήματος, αλλά και το ξεχωριστό για εκείνον άλμπουμ τους, “The Gorey End” που έμελλε να αποτελέσει φόρο τιμής στον Edward Gorey και το σουρεαλιστικά του μακάβριο ύφος.

Το νέο άλμπουμ τους με τίτλο «The Gutter To The Stars», φαίνεται να έχει τις ρίζες του στο ρεμπέτικο τραγούδι που σημαίνει ότι το ελληνικό κοινό μπορεί να βρεθεί προ οικείων εκπλήξεων. Η Αθήνα, άλλωστε, μοιάζει να είναι κάτι παραπάνω από μια στάση της περιοδείας για τον περφόρμερ, που μαζί με τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος αρέσκονται στο να εξερευνούν νέα μέρη κατά τη διάρκεια των μικρών ωρών μετά τα σόου, όσο χρόνια κι αν περάσουν. Ακόμα, οι λογοτεχνικές πηγές των Tiger Lillies, όπως ο Edgar Allen Poe, ο Edward Gorey, ο Shakespeare, ο Kierkegaard ή ο HP Lovecraft, μαζί με την ομιχλώδη ατμόσφαιρα πόλεων, όπως η Πράγα, το Βερολίνο και η Νέα Υόρκη, φαίνεται να είναι οι βασικοί υπαίτιοι για τον σκοτεινό και εύθραυστο κόσμο που χτίζουν σε κάθε εμφάνισή τους οι πρωτοπόροι του «μπρεχτικού punk καμπαρέ».


– Πώς είναι να ταξιδεύεις με τους Tiger Lillies για σχεδόν τρεις δεκαετίες; Πώς θα περιέγραφες την καθημερινή σας ρουτίνα κατά τη διάρκεια μιας τυπικής περιοδείας;

Εξαρτάται από τον τύπο του σόου που πραγματοποιούμε. Αν πρόκειται για μία μεμονωμένη συναυλία ενός tour σηκωνόμαστε, τρώμε πρωϊνό (ή και όχι, εξαρτάται από το ξενοδοχείο) και μετά, οδηγούμε μερικές ώρες μέχρι την επόμενη πόλη. Συνήθως, οδηγούμε γύρω στις 4 με 5 ώρες, κατά μέσο όρο. Δεν συνομιλούμε και τόσο μεταξύ μας, αλλά διαβάζουμε, δουλεύουμε τα τραγούδια μας ή απλά απολαμβάνουμε τη θέα. Μετά από 30 χρονιά δεν χρειάζεται να κουβεντιάζεις πολύ κατά τη διάρκεια της ημέρας, είναι καλύτερα να ξεκουράζεσαι λίγο.

Όταν φτάνουμε στο venue, ο Jonas και εγώ θα ξεκινήσουμε το soundcheck μέχρι να φτάσει ο Martyn λίγο αργότερα. Στη συνέχεια, συνηθίζουμε να προβάρουμε επί σκηνής το νέο μας υλικό για μια ώρα. Προτιμάμε να το κάνουμε έτσι, παρά να έχουμε ξεχωριστές πρόβες, δοκιμάζοντας τα τραγούδια και κάνοντας αλλαγές κάθε μέρα. Ύστερα, αν όλα πάνε καλά τρώμε, στήνουμε τα προϊόντα μας και κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα πριν το σόου. Μετά τη συναυλία γνωρίζουμε τους φανς και υπογράφουμε δίσκους και βινύλια, μαζεύουμε τα πάντα και γυρνάμε στο ξενοδοχείο ή πίνουμε ένα ποτό στον χώρο που έγινε η συναυλία, αν έχουμε χρόνο.

Αν πραγματοποιούμε ένα θεατρικό σόου έχουμε περισσότερο διαθέσιμο χρόνο μέσα στην ημέρα για να εξερευνήσουμε την πόλη και πηγαίνουμε σε γκαλερί ή στα αξιοθέατα.

– Γράφετε νέα τραγούδια ενώ βρίσκεστε σε περιοδεία;

Ο Martyn πάντα γράφει καινούργια τραγούδια και τα προβάρουμε κατά τη διάρκεια των soundchecks. Έπειτα, τα παίζουμε live για να δούμε τι χρειάζεται να προσαρμόσουμε στο τραγούδι, τη σύνθεση ή την ενορχήστρωση.

– Υπάρχει κάποιο album των Tiger Lillies που θα ξεχώριζες και γιατί;

Το άλμπουμ The Gorey End ήταν πολύ σημαντικό για το συγκρότημα, καθώς είχε προταθεί για Grammy. Είναι ένα πολύ περίεργο –μουσικά- άλμπουμ, και γι’ αυτό δεν εκπλήσσομαι που δεν κέρδισε τελικά. Το είχαμε ηχογραφήσει με το Kronos Quartet, κάτι το οποίο ήταν μια μοναδική εμπειρία. Παίξαμε, επίσης, μερικά σόου μαζί τους το οποίο ήταν φανταστικό, αλλά δυστυχώς ο Edward Gorey, ο οποίος έγραψε και τους αρχικούς στίχους, δεν κατάφερε ποτέ να ακούσει τα τελικά τραγούδια γιατί πέθανε δύο μέρες πριν βρεθούν με τον Martyn στο σπίτι του στην Αμερική, όπως ήταν κανονισμένο. Έτσι αναπάντεχα, έγινε κατά κάποιο τρόπο ένα αναμνηστικό άλμπουμ αφιερωμένο σε εκείνον. Θα το βγάλουμε σύντομα για πρώτη φορά σε βινύλιο και περιλαμβάνει μερικά φοβερά τραγούδια, όπως το Gin, το οποίο ακόμα το παίζουμε στα σόου.

– Τι θα πρέπει να αναμένει το ελληνικό κοινό από την εμφάνισή σας στο Fuzz Live Music Club; Θα ήθελες να μας περιγράψεις τα μουσικά όργανα που θα δούμε κατά τη διάρκεια του σόου;

Το παρόν σετ θα περιλαμβάνει πολλά νέα τραγούδια από τον επερχόμενο δίσκο μας «The Gutter To The Stars». Τα τραγούδια αυτά έχουν εμπνευστεί από το ελληνικό ρεμπέτικο τραγούδι της δεκαετίας του ’20 και του ’30, οπότε θα είναι ενδιαφέρον να δούμε αν κάποιο από αυτά θα ακουστεί γνώριμο στο κοινό του Fuzz. Τα έχουμε χειριστεί (τα ρεμπέτικα) ως ένα σημείο εκκίνησης για τη δική μας μουσική, άρα θα διαφέρουν αρκετά από τα πρωτότυπα.

Στις ηχογραφήσεις που έγιναν στο στούντιο, ο Martyn παίζει μπουζούκι κι εγώ μπαγλαμά. Αλλά δε νομίζω ότι θα έχουμε τη δυνατότητα να το αναπαράγουμε και ζωντανά. Τα μουσικά όργανα για το tour είναι ακορντεόν, πιάνο, κοντραμπάσο, ντραμς, γιουκαλίλι, συν το μουσικό πριόνι και το θέρεμιν, που παίζω εγώ. Θα δω αν θα καταφέρω να φέρω τον μπαγλαμά μου, μιας και είναι μικρός και εύκολος στη μεταφορά, σε αντίθεση με το μπουζούκι!

– Έχεις παρατηρήσει ποτέ κάποια αλλόκοτη ή ακραία συμπεριφορά από κάποιον θεατή, ενώ παίζετε;

Παλιά, τον πρώτο μας καιρό είχαμε μερικές ακραίες αντιδράσεις όταν παίζαμε σε μέρη με ελεύθερη είσοδο για το κοινό, όπως σε παμπς και μπαρ. Οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι δεν είχαν ξανακούσει φωνή σαν του Martyn και σε συνδυασμό με τους στίχους και το σκοτεινό χιούμορ, κάποιοι, οι οποίοι είχαν έρθει για ένα ήρεμο ποτό, ταράσσονταν πολύ. Μπορεί να αναστατώνονταν ακραία πολύ, να μπερδεύονταν ή να θύμωναν -ιδίως αν υπήρχε κόσμος που περνούσε καλά με τα τραγούδια- και έρχονταν να μας το πουν ότι τους ενοχλούμε ή μερικές φορές, προσπαθούσαν ακόμα και να μας σταματήσουν. Πλέον παίζουμε για κοινό που είναι πρόθυμο να πληρώσει γιατί τους αρέσει η μουσική μας, οπότε δεν συμβαίνει και τόσο συχνά. Βέβαια, υπάρχει κόσμος που φεύγει εν μέσω της παράστασης ενίοτε.

– Καταφέρνετε να βιώνετε κάπως και την νυχτερινή ζωή των πόλεων που επισκέπτεστε; Και αφού, αυτή δε θα είναι η πρώτη σας φορά στην Αθήνα, ποια η γνώμη σου για την νυχτερινή ατμόσφαιρα της πόλης και την εγχώρια μουσική σκηνή;

Προσπαθούμε να παίρνουμε μια γεύση από τη μεταμεσονύκτια διασκέδαση σε όλα τα μέρη που πηγαίνουμε. Προφανώς δεν πηγαίνουμε σε τόσα μπαρ, όπως συνηθίζαμε πριν 30 χρόνια, αλλά ακόμα μας αρέσει να ανακαλύπτουμε νέα μέρη. Περνούσαμε πολύ χρόνο στην Πράγα, το Βερολίνο και την Νέα Υόρκη και αυτές οι εμπειρίες τροφοδοτούν τη μουσική μας ακόμα και τώρα.

Προσωπικά, περνάω πολύ χρόνο στην Αθήνα πλέον καθώς έχω έναν δικό μου χώρο στο Παγκράτι, οπότε εξερευνώ τα στέκια σε αυτήν και σε άλλες περιοχές της πόλης. Η Αθήνα έχει πολλές συναυλίες και ο κόσμος δε μένει σπίτι, βγαίνει έξω, συναντά φίλους για φαγητό ή ποτό. Έτσι, έχω κι εγώ την ευκαιρία να ανακαλύπτω νέα μέρη και έχω σκοπό να αρχίσω να εξερευνώ περισσότερα μέρη όταν τελειώσει η περιοδεία στην Ελλάδα.

 

– Η δουλειά σας περιέχει συχνά αναφορές σε κάποιες από τις διασημότερες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας, του θεάτρου και της ποίησης. Θα έλεγες ότι σου αρέσει να διαβάζεις προσωπικά;

Νομίζω ότι όλοι είμαστε φανατικοί αναγνώστες. Αν περνάς τόσο χρόνο όσο εμείς σε αεροπλάνα, βανάκια και δωμάτια ξενοδοχείων αναγκάζεσαι να διαβάζεις για να περνάς τον χρόνο σου και να μην τρελαθείς από τη βαρεμάρα. Από τη στιγμή που δουλεύεις πάνω σε ένα θεατρικό ή ένα κομμάτι μουσικής, που προέρχεται από κάποια λογοτεχνική πηγή –όπως έχουμε κάνει εμείς με τον Edgar Allen Poe, τον Edward Gorey, τον Shakespeare, τον Kierkegaard ή τον HP Lovecraft- μετά θες να εμβαθύνεις στο έργο τους και να αποκτήσεις μία οπτική του κόσμου τους. Έτσι, ξεκινάς να διαβάζεις τα βιβλία τους και βλέπεις πώς μπορείς να τα ερμηνεύσεις και να τα μετατρέψεις σε μουσική ή σε performance.


Διαβάστε επίσης:
Οι Tiger Lillies στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη