Στην έκθεση «40 Διαδρομές» παρουσιάζονται έργα που υλοποιήθηκαν με επίκεντρο τους εξακολουθητικούς περιπάτους της εικαστικού στην πόλη που οδήγησαν στην επιτόπια ευαίσθητη αποτύπωση δεκάδων γνωστών και άγνωστων σημείων της.
«Η ενότητα αυτών των έργων προέκυψε από ένα λάθος», σημειώνει η ζωγράφος Αφροδίτη Παπαδουλή. «Μια λάθος επιλογή στο μηχάνημα πληρωμών της ATHENA card στον Πειραιά κι είχα φορτίσει με ένα 50ευρω την κάρτα μου ενώ ως τότε -λόγω του φόβου του κόβιντ- απέφευγα να παίρνω συχνά τα μέσα συγκοινωνίας… Τα 50 ευρώ μετατράπηκαν σε 40 διαδρομές. Το κάθε έργο ήταν ένας προορισμός που είτε είχε καταγραφεί στο παρελθόν ως αγαπημένη βόλτα με φίλους, είτε συνδεόμουν μ’ αυτό με μια ανάμνηση ερωτική, είτε ήταν ένα καταφύγιο στην μοναξιά μου. Πολλές φορές ένα ποίημα ή μια μουσική ήταν αρκετά δυνατή αφορμή για να διαμορφωθεί το εκάστοτε έργο. Στη ζωγραφική αυτών των διαδρομών πιστεύω ότι διακρίνεται και όλος αυτός ο συνδυασμός που αγαπάω στην πρωτεύουσα: η αρχαία ιστορία κι η μυθολογία και πώς παραμένει ζωντανή μέσα από το λαϊκό ήθος. Οτιδήποτε βλέπουμε στην πόλη, όσοι άνθρωποι την αγαπάμε, το βλέπουμε μέσα από το δικό μας πρίσμα. Γιατί; Γιατί έτσι είναι η αγάπη. Ο περιπατητής στην πόλη ξέρει βέβαια ότι τα περιθώριά του είναι συχνά λιγοστά. Παρκαρισμένα αυτοκίνητα σε πεζοδρόμια, κακοτεχνίες και γκράφιτι μοιάζουν να είναι αιώνιοι εχθροί μας. Συχνά διανύω μια απόσταση με τρόπο διεκπεραιωτικό, μέχρι να φτάσω σε αγαπημένο προορισμό».
Η επιμελήτρια της έκθεσης, Ίρις Κρητικού, σημειώνει στον κατάλογο της έκθεσης:
«Ο τίτλος της νέας θεματικής ενότητας της Αφροδίτης Παπαδουλή που φιλοξενείται στην οδό Πετράκη, στην καρδιά της Αθήνας, αν και κυριολεκτικός -τόσες ήταν οι διαδρομές που η ζωγράφος επιδίωξε να ολοκληρώσει, έχοντας καταβάλει ένα αντίτιμο υπερβολικό στην κάρτα διαδρομών για τα μέσα μαζικής μεταφοράς της πόλης-, είναι ταυτόχρονα σημειολογικός, καθώς προτρέπει τον θεατή να ακολουθήσει τον ίδιο παλμό καλειδοσκοπικής οπτικής τέρψης και αποκαλυπτικής αστυγραφικής μετακίνησης και εκείνος. Υποδεικνύοντας την αφετηρία μιας πολλαπλής διαδρομής και μοναχικής εξερεύνησης που απλώνεται σαν μυστική βεντάλια εικονοποιητικών πτυχώσεων και όψεων, προτείνοντας στον επισκέπτη να εξερευνήσει, να ανακαλύψει και να αγαπήσει την πόλη από την αρχή.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Στους περιπάτους αυτούς που ξεκίνησαν από μια λανθασμένη εντολή σε ένα μηχάνημα έκδοσης εισιτηρίων και εξελίχθηκαν στην πηγαία και συγκινητική οπτική και απτική ανασκαφή της πόλης με ίδια μέσα, οι εστίες του βλέμματος δεν μπορεί παρά να είναι πολλαπλές, όπως και οι επιλογές των διαδρομών που τις ενεργοποιούν και τις έλκουν. Στα έργα της Αφροδίτης Παπαδουλή, με την καθοριστική συμμαχία της γοργής γραφής και του ευκίνητου και ευαίσθητου χρωστήρα που διακρίνουν τη ζωγραφική της και λούζουν με τρόπο απαστράπτοντα και ενίοτε μονοχρωματικό την εικόνα, το μείζον και αναγνωρίσιμο συνομιλεί με το έλασσον και κρυπτό.
Στους δυνητικούς αυτούς άξονες, στις αναβλαστάνουσες κεκρυμμένες όχθες της πόλης όπου η Ακρόπολη και ο Λυκαβηττός ξεπηδούν και ορθώνονται ανάμεσα στις βραχύγραφες αποτυπώσεις ή τα ξεχασμένα σπαράγματα γνωστών και άγνωστων μνημείων της κλασικής και της βυζαντινής αρχαιότητας, ανάμεσα σε κακοποιημένα νεοκλασικά κτήρια και λαϊκά σπίτια σε γειτονιές που ο χρόνος διαφύλαξε με απρόσμενη ευγένεια, διαγράφονται με εγγενή φρεσκάδα και σοφή οικονομία μέσων οι μη εξωραϊσμένες όψεις του σύγχρονου οικοδομημένου τοπίου της Αθήνας. Δρόμοι και καταστήματα, στοές και πεζόδρομοι, πλατείες και πάρκα, γκράφιτι και αυτοκίνητα, αγαπημένα μπαρ και εμβληματικά κτήρια, συναντιούνται και συνδιαλέγονται χωρίς προδιαγεγραμμένο σκοπό. Ορίζοντας άξονες αναίτιων και αιτιατών περιπάτων, υφαίνοντας αθέατα μικρά επεισόδια του καθημερινού αστικού βίου, επιβεβαιώνοντας ότι με ένα τρόπο παράδοξο η Αθήνα εξακολουθεί να αντέχει και εντέλει και να μας συγκινεί.
Οι επιδέξιες ετούτες ζωγραφικές μπαλάντες της ζωγράφου, τα πυκνά αυτά χρωστικά ημιτόνια που εγκλείουν τη θέρμη ενός αθηναϊκού καλοκαιριού ή την αυτοπυρπολούμενη όψη ενός θριαμβικού αστικού ηλιοβασιλέματος που γνωρίζει πώς να διαπερνά την ασχήμια και την απόσυρση, όλες ετούτες οι απειροελάχιστες καταγραμμένες στιγμές μιας προηγηθείσας κλειστής περιόδου όπου το κάθε «συμβαίνει» παρέμεινε αναγκαστικά μετέωρο, με καταλύτη τον εικαστικό λόγο οδηγούνται τώρα στην εκμυστήρευση. Στην εμπειρική τρυφερή μνημόνευση που υπαγορεύει η εγγενής αγάπη για τις συντεταγμένες που μας αναλογούν και μας καθορίζουν.
Διασώζοντας πολύτιμες αθέατες λεπτομέρειες, προτείνοντας αναρίθμητες προσωπικές σημειώσεις μιας θραυσματικής μητρόπολης που στην περίοδο ενός ακόμη «μετά» εξακολουθεί να αναζητεί την ταυτότητά της, η Αφροδίτη Παπαδουλή κερδίζει αβίαστα το στοίχημα της ζωγραφικής εκ του φυσικού. Παραμερίζοντας εκ του αποτελέσματος την ορατή επιφανειακή χυδαιότητα. Βαδίζοντας γοργά στις ενδιάμεσες αδιάφορες νησίδες και επιστρέφοντας αθόρυβα σε αγαπημένα μέρη με ανεξίτηλες ευγενείς γραμμές και ανθεκτικό περιεχόμενο. Ενώνοντας πρισματικά την εξομολογητική φόδρα του χρωστήρα με τη ρέουσα φόρμα, την ελλειπτική περιγραφή και το φευγαλέο συναίσθημα. Ακούγοντας και ντύνοντας τους κατά μόνας περιπάτους στην πόλη με ποίηση και με μουσική. Ακολουθώντας με αγωνία το φως πριν χαθεί. Ανασκάπτοντας και κατανοώντας εξαρχής τη διαχρονία της πόλης. Αποτυπώνοντας το αστικό τοπίο ως μια προσωπική θεματική και συναισθητική ψυχογραφία της Αθήνας. Αναζητώντας και βρίσκοντας το χαμένο παλλάδιο της θεάς Αθηνάς».
Κεντρική φωτογραφία θέματος: Οδός Μνησικλέους (λεπτομέρεια έργου)