Αλέξανδρος Ιόλας: Ένας κοσμοπολίτης εραστής της τέχνης

Ο Γιάννης Αντωνιάδης σκιαγραφεί το πορτρέτο του Αλέξανδρου Ιόλα, ενός από τους πλέον θρυλικούς “εραστές” της τέχνης.

“Η τέχνη δεν έχει λόγια. Τα λόγια δεν έχουν καμιά σχέση με την τέχνη. Αυτό είναι το μυστικό της. Την αφήνεις να σε μαγέψει. Είναι λάθος να είσαι έξυπνος και να μιλάς με γνωματεύσεις. Όταν το κάνεις αυτό, απλά γίνεσαι βαρετός. Το να μιλάς για την τέχνη μου φαίνεται πως είναι ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσει ένας καβγάς”!!!

Αυτά ειπώθηκαν δια στόματος Αλέξανδρου Ιόλα του Αλεξανδρινού, αυτού που το όνομά του έφτασε να διαδοθεί ως τα πέρατα του κόσμου, έτσι ακριβώς όπως ο ιδρυτής της Αλεξάνδρειας Μέγας Αλέξανδρος κατάφερε με τα ηρωικά κατορθώματά του να διατρανώσει την φήμη του μέχρι την μακρινή Ινδία. Δεν είναι λίγοι εξάλλου οι Αλεξανδρινοί, εκτός από τον “πατριάρχη” Καβάφη, που με ορμητήριο την κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια κατάφεραν να μεταλαμπαδεύσουν γνώση και αισθητική υψηλού επιπέδου και να αφήσουν έργο πίσω τους.

Φέτος συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από τότε που ο Αλέξανδρος Ιόλας έφυγε από τη ζωή χτυπημένος από την νόσο του AIDS ξεχασμένος και μόνος σε κλινική της Νέας Υόρκης αφήνοντας παρακαταθήκη την ευεργετική του προσφορά στον χώρο των τεχνών και τον μύθο του ανθρώπου που καταξιώθηκε και αναγνωρίστηκε εκτός Ελλάδας μαχόμενος για αυτήν χωρίς αυτήν. Το απέδειξε εξάλλου όταν αποφάσισε να επιστρέψει σαν τον Οδυσσέα στην Ιθάκη του για να δημιουργήσει, να προσφέρει, να αλλάξει τον ρου της καλλιτεχνικής ιστορίας, να ιδρύσει ένα Μουσείο στις προδιαγραφές των Ευρωπαικών μουσείων που είχε επισκεφθεί και δραστηριοποιηθεί. Δυστυχώς η Πηνελόπη όχι μόνο δεν τον περίμενε, αλλά έκανε ότι ήταν δυνατόν για να τον καταβάλει ψυχολογικά και να τον αποθαρρύνει και όπως συμβαίνει στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν έγινε αποδεκτός παρά από ελάχιστους πεφωτισμένους που καταλάβαιναν αλλά σιωπούσαν. Έτσι ο εγχώριος “πολιτισμός” της εποχής δεν είχε μεγάλη αγκαλιά για να τον χωρέσει αλλά μόνο στεφάνι από αγκάθια για να του φορέσει και να τον ταπεινώσει.

Πίσω στον χρόνο και μόλις το 1931 ξεκινάει το μακρύ ταξίδι της σχέσης του Ιόλα με την τέχνη που ποτέ δεν τον πρόδωσε, σαν το χέρι του Μικελάντζελο τον άγγιξε βαθιά μέσα του και τον οδήγησε να την αγαπήσει, να την υπηρετήσει πάντα με γνώμονα την υψηλή αισθητική, σε κάθε βήμα του και σε κάθε στάδιο του βίου του, η αποστολή του δεν ήταν να κερδίσει από αυτήν αλλά εκείνος να την αναδείξει και να την εκπροσωπήσει. Και όλα αυτά ενώ ήκμαζε η δραστηριότητά του ως χορευτής στα επιφανέστερα θέατρα και σε περίφημες σκηνές του κόσμου, ανακαλύπτει τον Τζόρτζιο ντε Κίρικο και με αφορμή έναν πίνακά του δηλώνει χαρακτηριστικά: “Ένας πίνακας του Ντε Κίρικο με έκανε το 1931 να ανακαλύψω τη μοντέρνα τέχνη, αυτή που πήγαινε στο σουρεαλισμό, αυτή που λατρεύω”.

Παγκοσμίου φήμης συλλέκτης έργων τέχνης από τότε ήρθε σε επαφή με τα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας καλλιτεχνικής σκηνής και ανέδειξε ζωγράφους Έλληνες και ξένους όπως ο Τσαρούχης, ο Γκίκας, ο Ερνστ, ο Ντε Κίρικο, ο Πικάσο, ο Γουόρχολ και πολλούς άλλους. Εκπροσώπησε πολλούς από αυτούς ως ατζέντης τους, υπήρξε αποκλειστικός αντιπρόσωπος του Ρενέ Μαγκρίτ και του Μαξ Έρνστ μέχρι και τον θάνατό τους ενώ άνοιξε ο ίδιος δικές του γκαλερί με το όνομα Αλέξανδρος Ιόλας σε όλη την Ευρώπη και την Νέα Υόρκη βέβαια όπου και ως Νέα Βαβυλώνα για τον ίδιο στάθηκε το εφαλτήριο για να γίνει γνωστό το όνομά του παγκοσμίως. Προσωπικότητες όπως ο Ιόλας δεν υπάρχουν πολλές και είναι σαφές πως ο ίδιος είχε το ένστικτο της ανακάλυψης μεγαλοφυϊών της τέχνης, κατάφερνε να κερδίζει την εμπιστοσύνη τους και να είναι εκεί όχι για να αυξήσει τα περιουσιακά του στοιχεία – μην ξεχνάμε πως καταγόταν από ευκατάστατη οικογένεια και έφυγε από την Αλεξάνδρεια με συστατική επιστολή του ίδιου του Καβάφη – αλλά γιατί είχε ένα πάθος ασίγαστο που έκαιγε μέσα του, η τέχνη ήταν η ζωή του.

Πέρα τα παραπάνω, δωρίζει και πουλάει έργα σε μεγάλα μουσεία, όπως τα Metropolitan Museum of Art και Museum of Modern Art στη Νέα Υόρκη, το Κέντρο Ζωρζ Πομπιντού στο Παρίσι (δωρεές 1977), αλλά και η Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας (δωρεά 1971)¹ ενώ εκδίδει επίσης και καταλόγους τέχνης στους οποίους προλογίζουν μεταξύ άλλων ο Andre Breton και o Pierre Restany καθώς και συλλεκτικά βιβλία καλλιτεχνών και ποιητών σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων (Μαξ Ερνστ, Γιάννης Ρίτσος, Οδυσσέας Ελύτης κ.α.). Τέλος, το 1953 διοργανώνει για τον Άντι Γουόρχολ την πρώτη ατομική του έκθεση και συνδέεται στενά με το κίνημα της Ποπ Αρτ. Αργότερα συνεργάζεται με τους Nouveau Realists (Niki de Saint Phalle, Jean Tinguely, Martial Raysse κ.α.), με καλλιτέχνες της Arte Povera (Γιάννης Κουνέλλης, Pino Pascali κ.α.) και πολλούς άλλους. Είναι φανερό πως η σύγχρονη τέχνη χρωστάει πολλά σε αυτόν τον ρομαντικό συλλέκτη που παρά τις ομοφυλοφιλικές του τάσεις και την ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα του – για την οποία κατηγορήθηκε σφόδρα από διάφορους κύκλους εντός Ελλάδας – εκτόξευσε τις καριέρες πολλών γνωστών ζωγράφων και άλλων καλλιτεχνών και χρηματοδότησε το έργο τους συνδράμοντας με τον τρόπο του. Συναναστράφηκε σημαντικούς ανθρώπους, όπως εφοπλιστές, αρχηγούς κρατών, γλύπτες, πολιτικούς και είναι επίσης χαρακτηριστικό πως με την μοναδικότητά του ανάγκαζε, όταν πια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, να έρχονται να τον δουν και να πιουν έναν καφέ μαζί του μόνο για λίγες ώρες άνθρωποι σημαντικοί, όπως για παράδειγμα ο σχεδιαστής Τζιάνι Βερσάτσε για να νιώσουν και να αισθανθούν την αύρα του.

Ίσως δεν είναι τόσο γνωστό πως υπήρξε ένας εκ των δέκα ιδρυτών του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης του Παρισιού, γνωστό ως Κέντρο Ζορζ Πομπιντού, εγκαινίασε το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στην Θεσσαλονίκη και συμμετείχε ενεργά σε βραδιές και σε εγκαίνια εκθέσεων γιατί η παρουσία προσέδιδε σε αυτές κύρος και λάμψη και η απουσία του ήταν αδύνατη. Προσκεκλημένος ως ένας άνθρωπος που με την προσωπικότητά του εξέπεμπε αληθινή λάμψη και κομψότητα παρά την αμύθητη περιουσία του, την οποία όμως δεν σκόρπισε αλλά μεγάλωσε, κέρδιζε τους ανθρώπους με την απλότητα του χαρακτήρα του, την μόρφωση και την παιδεία του και εκμεταλλεύτηκε με τέτοιον τρόπο τις περιστάσεις που ο τηλεφωνικός του κατάλογος είχε ονόματα όχι μόνο καλλιτεχνών αλλά και πολιτικών προσώπων όπως της Τζάκι Κένεντι. Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο της Μαργκότ Φοντέιν, η οποία απευθυνόμενη στη Τζάκι Κένεντι το 1968 είπε: «Το να βρίσκεσαι στη Νέα Υόρκη και να μην επισκεφθείς την γκαλερί του Ιόλα είναι σαν να βρίσκεσαι στην Ελλάδα και να μην επισκεφθείς τον Παρθενώνα»…

Παρόλα τα παραπάνω και την παγκόσμια ακτινοβολία του δεν είναι ψέμα πως εντός των τειχών πολεμήθηκε για την προσφορά του, χλευάστηκε για την εκκεντρικότητά του, ατιμάστηκε για την διαφορετικότητά του και με την σειρά του απογοητεύτηκε και δεν ξεπέρασε ποτέ τον πόλεμο εναντίον του νιώθοντας διωγμένος από την ίδια του την χώρα. Τον μίσησαν γιατί ήταν μπροστά από την εποχή του και πρέσβευε κάτι πρωτοπόρο και ξένο προς την εγχώρια μικροπρέπεια και μικρότητα των πολλών που εκμεταλλεύτηκαν τις ανθρώπινες αδυναμίες του και την ομοφυλοφιλική του κλίση στηλιτεύοντας τον και οδηγώντας τον στην “πυρά” προκαλώντας την μήνι του κοινού που όμως δεν γνώριζε ποιος ήταν πραγματικά ο Αλέξανδρος Ιόλας. Μήπως όμως αυτή δεν είναι η τύχη των εκάστοτε ευεργετών από αρχαιοτάτων χρόνων; Ξένοι και λησμονημένοι αν όχι καταδικασμένοι στο “εκτελεστικό” απόσπασμα από την ίδια τους την πατρίδα να γεύονται το πικρό ποτήρι της εξορίας; Είναι εκπληκτικά αποκαλυπτικό της ασέβειας προς έναν μαικήνα της τέχνης το σκηνικό απαξίωσης της προσωπικότητάς του κυρίως από έναν ευρύ κύκλο ανθρώπων της τότε εξουσίας και των μέσων επικοινωνίας σε βαθμό αηδίας και αποτροπιασμού που δεν επιδέχεται περαιτέρω σχολιασμών γιατί παίρνουν αξία οι επώνυμοι “αυτοκράτορες” της ανοησίας και της βαρβαρότητας που κατασκευάζουν αήθεις και παραπλανητικές ειδήσεις. Σε κάθε περίπτωση, απόρροια όλων των παραπάνω είναι η αδυναμία του να δωρίσει στο Ελληνικό δημόσιο την υπέροχη βίλα του, το “Μουσείο” όπως το αποκαλούσε αφού σε αυτό στέγασε έργα από τους μεγαλύτερους Έλληνες και ξένους δημιουργούς. Αυτή η αποτυχία δωρεάς έγκειται στην πίεση που ασκήθηκε στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και την Μελίνα Μερκούρη που ήταν τότε υπουργός από κέντρα που διέσυραν τον Ιόλα με αφορμή μια υπόθεση δήθεν αρχαιοκαπηλίας και με αφορμή την παρακάτω δήλωσή του: «Είμαι Έλληνας και θέλω να ζω και να αναπνέω μέσα σε αρχαίες κολώνες. Τα αρχαία που βλέπετε προέρχονται από αρχαίους ελληνικούς ναούς». Όπως αποδείχθηκε τα είχε αποκτήσει νόμιμα και μάλιστα είχε επαναπατρίσει χιλιάδες αρχαία. Η λάσπη όμως πολλές φορές είναι πιο δυνατή από την αλήθεια.

Έχοντας αποκτήσει επαφές στο εξωτερικό με διακεκριμένους καλλιτέχνες, έχοντας ιδρύσει γκαλερί σε όλες τις μεγάλες ευρωπαικές πόλεις και την Νέα Υόρκη όπως είπαμε πριν είχε την φιλοδοξία να επενδύσει στην Ελλάδα, την οποία ποτέ δεν λησμόνησε και κατάφερε να προσκαλέσει φυσιογνωμίες των τεχνών, της πολιτικής, της μόδας και να καταστήσει την Αθήνα πρωτεύουσα των Τεχνών, να προσδώσει την χαμένη της αίγλη των αρχαίων χρόνων όταν και αποτελούσε κέντρο παραγωγής σκέψης, καλλιτεχνικής δημιουργίας. Το αρχιτεκτονικό αυτό δημιούργημα και τα περίφημα έργα άφησαν αδιάφορους τους ανθρώπους της εξουσίας και τελικά οδηγήθηκε η έπαυλη να γίνει λάφυρο στα χέρια αδίστακτων που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν το γεγονός της μη αστυνόμευσης και έτσι να λεηλατήσουν και να αποσπάσουν έργα ανεκτίμητης αξίας με βάναυσο τρόπο, χαρακτηριστικό είναι πως ολόκληρα κοντέινερ φυγάδευαν μέσα στην νύχτα θησαυρούς μιας ζωής. Αυτή την στιγμή η βίλα του Ιόλα περνάει σε μία νέα φάση καθώς οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν πως ο Δήμος Αγίας Παρασκευής βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο ανάκτησης του οικοπέδου – κάτι πολύ ευχάριστο που αναμενόταν χρόνια τώρα να συμβεί – και έτσι θα μπορεί να ξεκινήσει άμεσα ένα εκτεταμένο σχέδιο ανακατασκευής και συντήρησης των χώρων που έχουν βανδαλιστεί ενώ πολλοί έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον και την επιθυμία να δωρίσουν έργα τους ώστε η βίλα Ιόλα, αυτό το στολίδι που κάποτε έσφυζε από ζωή, να ξαναγίνει – έστω και καθυστερημένα – ένα σημείο αναφοράς τόσο για την Αθήνα όσο και για την Ελλάδα. Έτσι ακριβώς όπως το είχε οραματιστεί ο πρωτοπόρος Ιόλας και δεν του το επέτρεψαν να το δει όσο ήταν εν ζωή με την έννοια πως ρήμαξαν ότι ο ίδιος με κόπο είχε αποκτήσει. Είθε οι προσπάθειες να ευοδωθούν το ταχύτερο δυνατό γιατί η αποκατάσταση της υστεροφημίας του Ιόλα είναι υπόθεση όλων μας, η Ελλάδα του χρωστάει πολλά!


¹ Πληροφορίες: el.wikipedia.org/wiki/Αλέξανδρος_Ιόλας
x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ