Αναστασία Στυλιανίδη: Ακόμη κι αν έχεις δεκαοκτώ κεράκια στην τούρτα, η ενηλικίωση δεν είναι οριζόντιο μέτρο

Για το “Blue Train”, και για τον ρόλο της ως Λου, μίλησε η Αναστασία Στυλιανίδη στο CultureNow, σχολιάζοντας την αναγκαιότητα να γράφονται και να παρουσιάζονται νέα θεατρικά κείμενα συμπεριληπτικότητας, που να εξερευνούν διάφορες ανθρώπινες ιστορίες και καταστάσεις.

Το “Blue Train”, το νέο έργο του Γεράσιμου Ευαγγελάτου, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σουλεϊμάν, είναι ένα σύγχρονο έργο πέντε προσώπων, το οποίο με χιούμορ, συγκίνηση και τρυφερότητα, αποτυπώνει την πρώιμη υπαρξιακή και ηλικιακή κρίση μιας χαμένης γενιάς που παλεύει να διατηρήσει την αθωότητα της, προσπαθώντας παράλληλα να συμβαδίσει με το χρόνο που κυλάει αμείλικτος.

***

-Τι επισκέψεις δέχεται ο Μιχάλης στο “BLUE TRAIN”;

Ο Μιχάλης υποδέχεται στο σπίτι του, αλλά πολύ περισσότερο στο μυαλό του, τέσσερεις ιδανικούς επισκέπτες για να ενεργοποιηθεί το ρήγμα της ηλικιακής του κρίσης. Είναι Κυριακή. Όχι σαν όλες τις άλλες. Θα λέγαμε μια Κυριακή αυτογνωσίας, από εκείνες που ξημερώνουν, ίσως, όχι και τόσο ξαφνικά πριν τα τεσσαρακοστά πέμπτα γενέθλια ενός ανθρώπου που φαίνεται να μην επαληθεύει τις κοινωνικές, πρωτίστως, προσδοκίες της ηλικίας του. Ίσως και τις δικές του. Αυτή τη συγκεκριμένη Κυριακή, λοιπόν, η μητέρα του Σοφία, η κολλητή του φίλη Λου, ο πρώην σύντροφός του Γιάννης και ένα εικοσάχρονο αγόρι, ο Πάνος, εισβάλλουν διαδοχικά, ο καθένας με τον τρόπο του, στο προσωπικό του σύμπαν και του προκαλούν σκέψεις και συναισθήματα που τον φέρνουν αντιμέτωπο με την ενηλικίωσή του. Με το πώς συνεχίζει από εδώ και πέρα. Και με το πόσο ελεύθερος είναι, τελικά, να το αποφασίσει. Ίσως δεν είναι τόσο παντοδύναμος όσο νομίζει.

-Για εσάς τι σημαίνει ενηλικίωση;

H συνειδητοποίηση ότι πια δεν υπάρχει κάποιος «μεγάλος» τριγύρω να σου δίνει έτοιμες απαντήσεις και λύσεις σε όλα σου τα «πώς» και τα «γιατί». Πρώτα απ’ όλα, αυτό. Το ότι σηκώνεις τα μανίκια και μπαίνεις επισήμως στη «DIY» φάση της ζωής.  Συνήθως, αρχίζεις να ενηλικιώνεσαι όταν αφήνεις τη σχολική τσάντα και παίρνεις στην πλάτη την ευθύνη του εαυτού σου. Και προχωράς. Μαζί με το θάρρος της επιλογής σου. Αυτό, βέβαια, πολλές φορές το ξεχνάμε. Μένει πίσω και μας κοιτάει. Απογοητευμένο. Και, δικαίως, θυμωμένο. Κατά τα άλλα, πιστεύω ότι τα πράγματα είναι ρευστά. Ακόμη κι αν έχεις δεκαοκτώ κεράκια στην τούρτα, η ενηλικίωση δεν είναι οριζόντιο μέτρο. Δεν επέρχεται την ίδια στιγμή και με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις εκφάνσεις τις ζωής. Ούτε τελειώνει ποτέ. Είναι μια διαρκής γνωριμία και συμφιλίωση με κάθε ηλικιακό εαυτό σου, που έχει άλλες ανάγκες και, ίσως, σημαντικές διαφωνίες με τους προηγούμενους. Ενηλικίωση είναι όλοι αυτοί οι εαυτοί σου που κρατιούνται χέρι – χέρι και σε συστήνουν σε αυτό που είσαι, οδηγώντας σε προς αυτό που, όλοι μαζί, επέλεξαν ότι θέλεις να γίνεις. Ιδανικά, κατά συναινετική και όχι αριθμητική πλειοψηφία.

-Έχει γραφτεί πως η φιλία είναι η πιο παραγνωρισμένη σχέση στην τέχνη. Πώς θα χαρακτηρίζατε τη σχέση της Λου με τον Μιχάλη; 

Η αλήθεια είναι ότι στην παγκόσμια δραματουργία, σε επίπεδο σχέσεων, ο έρωτας και η οικογένεια κερδίζουν, συνήθως, περισσότερο χώρο. Η φιλία θίγεται, κυρίως, συμπληρωματικά. Στο «Blue Train» δεν συμβαίνει το ίδιο. Εδώ, η φιλική σχέση του Μιχάλη με τη Λου είναι εξίσου καθοριστική στο ταξίδι του. Με τη βοήθειά της, μπόρεσε να γνωρίσει και να αποδεχτεί τον εαυτό του στα νεανικά του χρόνια και αυτό θα τους συνδέει πάντα, όσο και αν η Λου, όπως είχε πει ο Γεράσιμος σε μια πρόβα, είναι πια «το ξεθωριασμένο μπλουζάκι του αγαπημένου συγκροτήματος του Μιχάλη, που δεν τολμάει να το πετάξει, αλλά δεν το φοράει πια και εκτός σπιτιού». Η Λου φαίνεται να είναι μια περίπτωση πληθωρικής προσωπικότητας που εισβάλλει στον χώρο του Μιχάλη και τον καταλαμβάνει, όχι τόσο επειδή εκείνος της παραχωρεί πια οικειοθελώς αυτό το δικαίωμα, αλλά περισσότερο επειδή εκείνη, με τον τρόπο της, τον έχει πείσει ότι εξακολουθεί να το δικαιούται. Αυτό είναι το παιχνίδι της φιλίας τους. Μάλιστα, όση μεγαλύτερη αντίσταση νιώθει από εκείνον, τόσο η ίδια επεκτείνεται, επιστρατεύοντας όλα τα «μαγικά φίλτρα της νιότης τους», όπως μου έλεγε στις πρόβες ο Γιώργος, προκειμένου να διασφαλίσει ότι η θέση της δίπλα του δεν κινδυνεύει. Δεν το κάνει από ασέβεια ή εγωισμό, όμως. Από φόβο, μην μείνει μόνη.

Λου (Αναστασία Στυλιανίδη), Μιχάλης (Σπύρος Χατζηαγγελάκης) & Πάνος (Γιάννης Τσουμαράκης)

-Θεωρείτε πως έχετε κοινά με τη Λου; Πού εντοπίζετε τις ομοιότητες και πού τις διαφορές;

Αυτό το μοτίβο συμπεριφοράς που μόλις περιέγραψα είναι μία από τις βασικές μου διαφορές με τη Λου που στάθηκε, όμως, μια ωραία αφορμή να δουλέψω πάνω σε κάτι τόσο ανοίκειο και διαφορετικό. Από την άλλη, ο παιδικός ενθουσιασμός και αυθορμητισμός της, θα έλεγα, ότι μου είναι αρκετά οικείος. Εκείνη, βέβαια, τον ανταγωνίζεται και προσποιείται τη μεγάλη, γιατί αυτό πιστεύει ότι της ζητιέται να κάνει. Γι’ αυτό και πιέζεται και σκάει. Εγώ μεγαλώνω, ανήκοντας σε εκείνη την κατηγορία των ανθρώπων που συνεχίζουν, απενεχοποιημένα και συνειδητά, να τα λένε με τον πεντάχρονο εαυτό τους. Δεν τον αφήνω μόνο. Εκείνος, άλλωστε, μου έμαθε το κόλπο: να κοιτάω τη ζωή με δέος. Του το χρωστάω. Αλλά δεν μένω εγκλωβισμένη μαζί του. Προχωράω να γνωρίσω και τους επόμενους εαυτούς μου. Άλλοτε πιο γρήγορα και άλλοτε πιο αργά.

-Θα λέγατε, πως η σκηνοθεσία του Γιώργου Σουλεϊμάν κινείται στο πλαίσιο μιας κουήρ αισθητικής;

Η σκηνοθεσία του Γιώργου έχει σαν βασικό της μέλημα τις σχέσεις. Τις σχέσεις των ηρώων. Μεταξύ τους και με τον εαυτό τους. Τη σύνδεσή τους με τα θέλω τους. Με τις ρωγμές τους. Με το τι τους απασχολεί. Πώς το εκφράζουν. Πώς το κρύβουν. Πώς υπάρχουν στον χώρο, πώς απλώνονται και τον καταλαμβάνουν σαν εισβολείς και πώς, άλλοτε, μαζεύονται στη γωνιά του πιο κρυμμένου εαυτού τους. Πέρα από το πλαίσιο της σεξουαλικής ταυτότητας του Μιχάλη, που τίθεται από το ίδιο το έργο, αυτός ο πιο κρυμμένος εαυτός του, που μεταλλάσσεται με  βάση τις επισκέψεις που δέχεται, φωτίζει τη διαφορετικότητά του ως προς τα υφιστάμενα κοινωνικά πρότυπα μιας επιτυχημένης ενηλικίωσης: ιδιοκατοίκηση σε «ωραιότατο δυάρι στο Παγκράτι», γάμος, οικογένεια, παιδιά. Αλλά, τη φωτίζει με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να μας προσκαλέσει και, κυρίως, να μας προκαλέσει, ως θεατές, να αντιληφθούμε πόσο συγγενικές, τελικά, μπορούν να είναι οι διαφορετικότητες των ανθρώπων μπροστά στα ίδια υπαρξιακά ζητήματα. Ίσως, στο ταξίδι του «Blue Train», τόσο από πλευράς γραφής όσο, και από πλευράς σκηνοθεσίας, αυτή η πρόσκληση – πρόκληση είναι το πιο «queer» στοιχείο απ’ όλα.

-Έχει ενδιαφέρον για εσάς να εμφανίζονται νέα έργα που να καταπιάνονται και με ΛΟΑΤΚΙ+ βιώματα και ζητήματα;

Έχει ενδιαφέρον να χρησιμοποιούμε όλα τα γράμματα της αλφαβήτου όταν μιλάμε ή όταν γράφουμε; Νομίζω, είναι σαν να αναρωτιόμαστε κάτι αντίστοιχο. Δεν έχει, απλώς, ενδιαφέρον. Είναι απαραίτητο. Οτιδήποτε μας κάνει να κοιτάξουμε τον εαυτό μας ολόκληρο στον καθρέφτη, ως κοινωνία, χωρίς περικοπές και φίλτρα, είναι απαραίτητο. Αν κάτι επιδιώκουμε με το θέατρο, με το να αφηγούμαστε ιστορίες, είναι το να μας γνωρίζουμε λίγο καλύτερα. Να μετακινούμαστε. Να ερχόμαστε ένα βήμα πιο κοντά σε αυτό που είμαστε και στην πραγματικότητα που διαμορφώνουμε.

-Υπάρχει κάποιο στοιχείο που να σας συγκινεί ιδιαιτέρως στο συγκεκριμένο έργο του Γεράσιμου Ευαγγελάτου; Τι θέλετε να «κρατήσετε» από αυτό;

«Ρε βλάκα… Να σε πάρω μια αγκαλιά»; Αυτή η φράση και ο απόηχος μιας αγκαλιάς που κερδήθηκε. Xωρίς περεταίρω εξηγήσεις. Τα υπόλοιπα επί σκηνής.

Photo Credit: Χρήστος Συμεωνίδης

Διαβάστε επίσης: 

Blue Train, του Γεράσιμου Ευαγγελάτου σε σκηνοθεσία Γιώργου Σουλεϊμάν στο Θέατρο Άλμα

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ