Στο πλαίσιο του προγράμματος CITY PROJECT | ΕΡΓΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ του οργανισμού ΝΕΟΝ, ο καλλιτέχνης δημιούργησε μια νέα εικαστική εγκατάσταση με τίτλο Prosaic Origins, σε επιμέλεια της Νάγιας Γιακουμάκη, επιμελήτρια και επικεφαλής Επιμελητικών Σπουδών στην White Chapel του Λονδίνου.
O καλλιτέχνης μέσα από το έργο του κάνει ένα σχόλιο στην σημερινή κοινωνικοπολιτική κατάσταση της Αθήνας, ενώ επισημαίνει τη σχέση του με τη κλασική γλυπτική και το μάρμαρο που χρησιμοποποιεί.
Culture Now: Μιλήστε μας για τον τίτλο της έκθεσης;
Ανδρέας Λόλης: Τον τίτλο τον σκεφτήκαμε με την επιμελήτρια Νάγια Γιακουμάκη. Υπήρχαν κάποιοι τίτλοι που εγώ δεν τους ήθελα, γιατί μου είχαν φανεί λίγο κοινότυποι. Η Νάγια τον πρότεινε αυτόν.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο τίτλος σημαίνει ταπεινή καταγωγή, και χαρακτηρίζει τα γλυπτά της έκθεσης που για παράδειγμα απεικονίζουν κούτες και σακούλες σκουπιδιών. Τον αφήσαμε στα αγγλικά γιατί δεν θέλαμε να χάσει την έννοια που έχει. Αν τον μεταφράζαμε στα ελληνικά θα γινόταν πιο περιγραφικός. Έχει να κάνει με την ταπεινή και εφήμερη καταγωγή των αντικειμένων που δημιουργώ με μάρμαρο, ένα υλικό ευγενές, και αποτελούν βάση της δουλειάς μου εδώ και χρόνια.
CN: Πέραν του γεγονότος ότι είναι συνδυασμένο με την αρχαιότητα και την κλασική τέχνη, τί σημαίνει για εσάς το μάρμαρο;
ΑΛ: Για μένα το μάρμαρο είναι απελευθέρωση. Προσπαθώ να απελευθερώσω στοιχεία που βρίσκονται μέσα σε αυτό. Γενικότερα δεν το επέλεξα, στην τελική αυτό με επέλεξε, διότι δεν έχω τη δύναμη να απομακρυνθώ από αυτό.
CN: Όπως είπαμε έχει συνδυαστεί με την αρχαιότητα, μία περίοδο που θεωρείται ότι επικρατούσε η ολότητα, το μέτρο και η ισορροπία. Μήπως εσείς χρησιμοποιώντας το μάρμαρο για να δημιουργήσετε γλυπτά, όπως σακούλες, παλέτες και άλλα εφήμερα αντικείμενα, ασκείτε κριτική στο σήμερα, με την έννοια ότι αυτή η ολότητα, αρμονία και το μέτρο έχουν χαθεί;
ΑΛ: Αυτό που προσπαθώ είναι να ανακαλύψω την άλλη άκρη των στοιχείων που αναφέρατε, τα οποία έχουν συνυφαστεί με μια κλασική εποχή και με ένα «τρανταχτό» παρελθόν, ανθρωποκεντρικό. Για να μπορέσω να κάνω γλυπτική με αυτό το υλικό το 2018 πρέπει να ανακαλύψω την άλλη άκρη αυτής της ιδέας. Οπότε δημιουργώντας τα σκουπίδια με αυτό το υλικό απλοποιώ την ιδέα της γλυπτικής. Όπως στη διαλεκτική, δεν υφίσταται το «ναι» χωρίς το «όχι». Δεν μπορούμε να πούμε είναι νύχτα αν δεν ξέρουμε πως είναι η μέρα. Επομένως δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει αυτή η γλυπτική χωρίς να βρούμε και την άλλη άκρη αυτού του απλού και ευτελούς στοιχείου, το οποίο ναι μεν φθάνει στον θεατή ως μια ψευδαίσθηση αλλά είναι βασισμένο σε αλήθειες. Η δουλειά μου είναι μια καθαρά κλασική γλυπτική. Δεν έχει κάτι το επιτηδευμένο. Δημιουργεί όμως μια ψευδαίσθηση, ένα «feeling», το οποίο είναι αυτό που ουσιαστικά με ενδιαφέρει. Θέλω ο θεατής να αγγίξει τα γλυπτά.
CN: Πέρα από την περιέργεια να τα αγγίξει, τα έργα ταυτόχρονα ξυπνούν και έναν φόβο στο θεατή εξαιτίας του τρόπου στησίματός τους που τα κάνει να φαίνονται εύθραστα. Πιστεύω ότι είναι μέρος της διαδικασίας της εμπειρίας του έργου.
ΑΛ: Είναι πολύ σημαντικό που αγγίξατε αυτό το ζήτημα, διότι θεωρώ ότι αυτό είναι το σημείο που εγώ βρίσκω το ρόλο μου ως καλλιτέχνης. Αυτά τα έργα δεν πρέπει να είναι στημένα ούτε αφημένα, πρέπει να είναι εκεί. Εγώ προσπαθώ να βρω αυτή την ισορροπία. Έχει να κάνει με το πώς εγώ αντιλαμβάνομαι το χώρο του γλυπτού και το γλυπτό του χώρου. Αυτή ουσιαστικά η λογική επικράτησε σε αυτή την έκθεση. Τα έργα είναι τόσο ωραία ενταγμένα στο χώρο, σαν να μην υπάρχουν ή σαν να υπήρχαν πάντα μέσα σε αυτόν.
CN: Δημιουργείτε εφήμερα αντικείμενα από μάρμαρο. Μήπως ασκείτε κριτική στα έργα που, κυρίως από τη δεκαετία του ’60 και μετά, δημιουργούνται με απλά και εφήμερα υλικά;
ΑΛ: Γενικότερα, η δουλειά μου έχει ένα πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο. Στη τωρινή έκθεση γίνεται ένα σχόλιο στη σημερινή εικόνα της Αθήνας που επιλέγουμε να μην βλέπουμε: για παράδειγμα πετάμε τα σκουπίδια και κλείνουμε το καπάκι του κάδου για να μην τα βλέπουμε. Είναι ένα αποθητικό στοιχείο. Εγώ όμως αυτή την εικόνα την φέρνω να συνυπάρχει με έναν πολύ ωραίο τρόπο σε έναν οργανωμένο χώρο. Για μένα η κούτα και η σακούλα δεν είναι απλά μια κούτα και μια σακούλα, ή ένας τρόπος για να δείξω την τεχνική μου, αυτό είναι το λιγότερο που θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς. Εμένα με ενδιαφέρει το γεγονός ότι αυτή η κούτα γίνεται στέγη για κάποιους συνανθρώπους μας, ενώ μέσα στις σακούλες σκουπιδιών ψάχνουν να βρουν φαγητό και χρήσιμα αντικείμενα. Κάνω έναν σχολιασμό της εποχής μας, εκφράζοντας ότι δεν μπορούμε πλέον σήμερα να βλέπουμε τα πράγματα με ματιά φευγαλέα αλλά πρέπει να σταθούμε και να ανακαλύψουμε τη βάση και την καταγωγή αυτών των αντικειμένων και καταστάσεων. Δεν υπάρχει κάτι ευχάριστο για να σε κρατήσει. Βλέπεις ότι όλα γύρω σου είναι πολύ εύθραστα, χωρίς μέλλον και σταθερότητα.
Γι’αυτό και εγώ επέλεξα να δημιουργώ γλυπτά, τα οποία αρχικά φαίνονται ευτελή και σκουπίδια αλλά από την άλλη τα κατασκευάζω με μάρμαρο, το οποίο είναι συνδεδεμένο με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα, με τη ψυχή που κουβαλάει αυτή η γλυπτική από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Προσπαθώ να δημιουργήσω τον ενδιάμεσο κρίκο, να πάω πιο πέρα αυτή τη κλασική γλυπτική, φέρνοντάς την στο σήμερα.
CN: Πιστεύω ότι ο άνθρωπος είναι στο κέντρο του έργου, είτε με την παρουσία ή την απουσία του. Π.χ. τον ηρωποιείτε στο έργο με το παγκάκι και το μαξιλάρι. Δημιουργείτε σύγχρονα μνημεία.
ΑΛ: Ναι, είναι σύγχρονα μνημεία. Όπως και το δωμάτιο από μάρμαρο μπορεί για κάποιον να είναι ένας εγκαταλελειμμένος και αδιάφορος χώρος, ενώ για κάποιον άλλον να αποτελεί στέγη. Αυτά όλα είναι αποτελέσματα της κοινωνίας μας, εμείς τα παράγουμε και σαφώς όλα αυτά τα έργα έχουν μια ανθρώπινη κλίμακα. Όλα αυτά τα εφήμερα εμείς τα παράγουμε και εμείς οι ίδιοι τα απωθούμε. Έχουν να κάνουν με την ιδέα των αντιθέτων, που εγώ δουλεύω πολύ.
CN: Τί ήταν αυτό που σας τράβηξε σε αυτό το χώρο;
ΑΛ: Όταν μου έγινε η πρόταση από το ΝΕΟΝ και την Ελίνα Κουντούρη, η οποία διαλέγει και προτείνει τους χώρους στους καλλιτέχνες, και είδα τον χώρο της Βρετανικής Σχολής ενθουσιάστηκα γιατί μου φάνηκε πολύ όμορφος και θεώρησα ότι θα μπορούσα να τον σχολιάσω με έναν όμορφο τρόπο. Οι κήποι έχουν έναν αυθορμητισμό, είναι καλά οργανωμένοι αλλά όχι επιτηδευμένα. Έχουν διατηρηθεί όπως ήταν παλιά. Επίσης μου άρεσαν τα διάφορα σημεία και επίπεδα του κήπου.
CN: Μου αναφέρατε πριν ότι σας ενδιαφέρει ο θεατής να μην αντιλαμβάνεται και να αναγνωρίζει το έργο μέσα στο χώρο, με αποτέλεσμα να το αγγίζει. Είναι μέρος της διαδικασίας; Π.χ. πως θα νιώθατε αν ένας επισκέπτης καθήσει πάνω στο έργο που απεικονίζει ένα κομμάτι αφρολέξ;
ΑΛ: Δεν είναι επί τούτω, σκοπός δεν είναι να «χρησιμοποιηθεί» το έργο. Επειδή είναι μια νέα προσέγγιση της γλυπτικής σε μάρμαρο σαφώς θα έχει και τα θέματά του, με την έννοια ότι ο κόσμος είναι πρόθυμος να αγγίξει και να επεξεργαστεί τα έργα. Δεν θα έλεγα ότι είναι μέρος του «παιχνιδιού», αλλά το να το αγγίξει κάποιος μπορεί να είναι και μια διαδικασία «αναγνώρισης».
CN: Άλλωστε, δεν υπάρχουν και ταμπελάκια.
ΑΛ: Και δεν θέλω, γιατί αυτά είναι έργα άλλων και όχι δικά μου. Εννοώ ότι ο καθένας μας θα μπορούσε να είχε πετάξει τα σκουπίδια του στον κήπο. Ίσως η περιέργεια να ψάξει κανείς για να ανακαλύψει το έργο είναι πολλές φορές και η επιβεβαίωση.
CN: Ποιος είναι ο προβληματισμός γενικότερα στο έργο σας;
ΑΛ: Όσοι παρακολουθούν τη δουλειά μου εδώ και δέκα χρόνια, βλέπουν ότι ο προβληματισμός μου είναι πώς να δημιουργήσουμε εφήμερα αντικείμενα με μνημειακά υλικά. Ουσιαστικά πως να δώσουμε διαχρονικότητα στο ευτελές. Αυτό έχει να κάνει με αυτή τη μετάλλαξη που παθαίνει το υλικό: το μεν σκληρό γίνεται ευτελές, και το ευτελές γίνεται σκληρό. Αυτός είναι ο κεντρικός άξονας.
Προσπαθώ να βρω λύσεις δουλεύοντας με αυτή τη φθαρτότητα και αυτό το ευτελές, το οποίο έχει έντονα χαραγμένο πάνω του την ανθρώπινη ύπαρξη, και να κάνω επεμβάσεις σε αυτό. Προσπαθώ να φέρω σε ισορροπία αυτές τις λύσεις με το χωροχρόνο για να μπορώ να δημιουργώ τέχνη με το ευτελές. Αυτό που κάνω είναι μία συνεχής έρευνα, δεν είναι κάτι το οποίο έχω ήδη στο μυαλό μου. Προσπαθώ να ζήσω το χρόνο μου μέσα από αυτή τη διαδικασία. Δηλαδή προσπαθώ να ανακαλύψω το λόγο που είμαι καλλιτέχνης και γλύπτης, και γιατί αυτό που είναι απέναντί μου είναι έργο τέχνης. Αυτό δεν είναι ένα απλό γεγονός, ουσιαστικά έχει να κάνει με την ιδέα του κατά πόσο είμαι εγώ ώριμος ώστε να μπορώ να φέρω σε ισορροπία τη στιγμή που αντιλαμβάνομαι το γεγονός με την ωριμότητά μου. Αν αυτά τα στοιχεία μπορέσω να τα ισορροπήσω, τότε θα μπορώ να δημιουργώ, αλλιώς δεν θα υπάρχει έργο τέχνης.
Διαβάστε επίσης:
Prosaic Origins: Έκθεση του Ανδρέα Λόλη στη Βρετανική Σχολή Αθηνών