Ανδρέας Ζαφείρης: Η Κατερίνα Γώγου κοίταξε την κοινωνία στα μάτια

Ο Ανδρέας Ζαφείρης, συγγραφέας και σκηνοθέτης του έργου «Κατερίνα Γώγου: το Γαμώτο που Δεν Έζησα», μιλά στο CultureNow για την ποιήτρια των Εξαρχείων και τη δυνατότητα που του παρείχε να παρουσιάσει μέσω αυτής, μία ολόκληρη ιστορική περίοδο.

Η άγρια μοναδικότητα των στίχων της, η εκπληκτική της ενσυναίσθηση για τη σύγχρονη ζωή στο αστικό τοπίο, η έμπρακτη αγάπη της για το διαφορετικό, το περιθώριο, τους κολασμένους, η αυτοκαταστροφική της διαδρομή ως αντικαθρέφτισμα μιας ολόκληρης κοινωνίας την τοποθέτησαν κορυφαία του Χορού στην «Αγία Τριάδα των Εξαρχείων», (Σιδηρόπουλος, Άσιμος, Γώγου), αλλά και ισότιμη των Ελύτη, Ρίτσου και Σεφέρη σε αναγνωσιμότητα.

Στο έργο που έχει γράψει και σκηνοθετεί ο Ανδρέας Ζαφείρης, πρωταγωνιστούν τρεις σπουδαίοι ηθοποιοί: η Έλενα Αϊβαλιώτου, ο Χάρης Γεωργιάδης και η Χαρά Νικολάου, μετατρέποντας, μοναδικά, τον εύθραυστο ψυχισμό της Γώγου σε μια θεατρική εικόνα-ξυράφι, βγαλμένη από τους πίνακες του Hieronymus Bosch, τα φτερά του Antoine de Saint-Exupery και τις σελίδες του Antonin Artaud.


-Φέτος παρουσιάζετε τρείς παραστάσεις σας στον Χώρο 2510. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τον Χώρο και τι αποσκοπεί να αλλάξει στο πολιτιστικό σκηνικό;

Ο Χώρος 2510 είναι ένας Συνεργατικός χώρος στον τομέα του πολιτισμού. Σ’ αυτόν συν-εργάζονται πάνω από 40 άνθρωποι σε πολλά διαφορετικά αντικείμενα της Τέχνης και του Πολιτισμού. Από μόνη της αυτή η προσπάθεια επομένως, από την φύση της, από τον χαρακτήρα της συνιστά μια εναλλακτική πρόταση στον χώρο του πολιτισμού. Για ένα πολιτισμό αδιαμεσολάβητο, για έναν πολιτισμό ανεξάρτητο, για ένα πολιτισμό που θα οργανώνεται από τα κάτω για τους από κάτω. Ένα εγχείρημα, σίγουρα πολύ δύσκολο, αλλά ταυτόχρονα και μια μοναδική εμπειρία. Ένα ταξίδι και στην αυτογνωσία, με την έννοια ότι ο καθένας από εμάς δοκιμάζει τα όρια με τα οποία έχει διαπαιδαγωγηθεί από ένα ολόκληρο σύστημα, αλλά και ένα ταξίδι γνώσης, γιατί συνεχώς μαθαίνουμε.

-Υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στις δικές σας τρείς παραστάσεις;

Υπάρχει, και πολύ σωστά παρατηρήσατε ένα κόκκινο νήμα που συνδέει και τις τρεις παραστάσεις. Φαινομενικά ασύνδετες μεταξύ τους, καθώς η μια αφορά την Κατερίνα Γώγου, η δεύτερη τον Νίκο Μπελογιάννη και η τρίτη τον Τσαρλς Μπουκόφσκι.

Όμως υπάρχει εσωτερική υπόγεια σύνδεση και αυτή είναι ότι και τους τρεις τους συνδέει ο αγώνας και η αγωνία ταυτόχρονα για την ελευθερία. Με διαφορετικούς τρόπους, με διαφορετικό τέλος, σίγουρα όμως αυτό που φαίνεται ότι είναι και των τριών ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η δράση τους, η σκέψη τους, οι προτάσεις τους, τόσο στην θεωρία όσο και στην πράξη είναι ο αγώνας και η αγωνία για την ελευθερία, τόσο την προσωπική, όσο και την κοινωνική-συλλογική.

-Τι ήταν αυτό που σας κέντρισε το ενδιαφέρον και σας γοήτευσε στη ζωή και το έργο της Κατερίνας Γώγου ώστε να γράψετε μια παράσταση που τη θέτει στο επίκεντρο;

Η Κατερίνα Γώγου συγκεντρώνει όλα εκείνα τα Αριστοτέλεια χαρακτηριστικά που μας επιτρέπει να την ονομάσουμε ένα τραγικό, με αυτή την έννοια την Αριστοτέλεια, πρόσωπο. Άρα είναι ένα πρόσωπο που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον θεατρικό, καλλιτεχνικό, τόσο η ζωή της, όσο και το έργο της. Πέρα από την προσωπικότητά της, πέρα από την ζωή της, πέρα από το έργο της, τα οποία όπως είπα συμπυκνώνουν όλα τα χαρακτηριστικά του τραγικού προσώπου, άρα την καθιστούν ένα ιδανικό πρόσωπο τραγωδίας, εκείνο το οποίο είναι σημαντικό είναι ότι η Κατερίνα Γώγου μπορεί να χρησιμοποιηθεί, σε εισαγωγικά, σαν όχημα για να διατρέξουν να παρατηρήσουν, να μελετήσουν και να βιώσουνε, μέσω της Κατερίνας, αυτές τις πέντε σημαντικές δεκαετίες της πρόσφατης Ελληνικής Ιστορίας. H περίοδος 1940 – 1995, η περίοδος που ζει η Κατερίνα Γώγου, είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες περιόδους με μια τρομερή συμπύκνωση ιστορικού χρόνου. Και όταν λέμε ιστορικού χρόνου εννοούμε σε κάθε επίπεδο, πολιτικό, κοινωνικό, πολιτιστικό. Αυτή την συμπύκνωση, αυτή την διαδρομή, μπορούμε να την κάνουμε μέσω της Κατερίνας, γιατί η Κατερίνα, είναι ένας υπερευαίσθητος δέκτης και πομπός ταυτόχρονα, όλων αυτών των περιστατικών που συγκλονίζουν αυτές τις δεκαετίες. Είναι ένας καθρέφτης που τις αντανακλά και ταυτόχρονα ένας προβολέας που τις φωτίζει, και σε κάποιες περιπτώσεις τις μεγεθύνει κιόλας, επιτρέποντάς μας να παρατηρήσουμε, να δούμε λεπτομέρειες, μικρά σημεία, τα οποία, πιθανά πλέον να έχουν σκεπαστεί από την ομίχλη του χρόνου.

-Aν έπρεπε να περιγράψετε την Κατερίνα Γώγου τι θα λέγατε;

Ένας υπερευαίσθητος δέκτης και πομπός της κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτό ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της. Αυτή η υπερευαισθησία της παρείχε όλο εκείνο το υλικό που έκανε την ποίησή της μοναδικά αντιπροσωπευτική μιας ολόκληρης εποχής, από την άλλη όμως υπονόμευσε της συναισθηματική της ευτυχία. Ένα παιδί που δεν μεγάλωσε ποτέ από τη μια, από την άλλη ένα παιδί που δεν είχε παιδική ηλικία. Μια γυναίκα που λαχτάρησε την αγάπη, την χάρισε, την ξόδεψε, την μοίρασε αλλά δεν την πήρε.

-Ετοιμάζοντας το κείμενό σας για την παράσταση «Κατερίνα Γώγου: Το γαμώτο που δεν έζησα» τι έρευνα ακολουθήσατε για να συλλέξετε το απαιτούμενο υλικό; Έτυχε να συναντήσετε κάποια πληροφορία που σας ξάφνιασε;

Το πρώτο μεγάλο ξάφνιασμα είναι η ίδια της η προσωπικότητα. Κάνει μεγάλη εντύπωση το πώς η Κατερίνα Γώγου αρνείται με έμφαση κατηγορηματικά, οποιαδήποτε είδους συμβατότητας και συμβιβασμού. Αρνείται ειδικά την δεκαετία του ’80, που αυτό ήταν και το σύνηθες γύρω της, να εξαργυρώσει. Είναι ένα επαναστατικό πνεύμα την ώρα που η κοινωνία γύρω της βρισκόταν σε μια ριζοσπαστική επαναστατική έξαρση. Παραμένει ένα επαναστατικό στοιχείο και όταν γύρω της η κοινωνία, για μια σειρά από λόγους, χωρίς αυτό να το κρίνουμε με κάποιο πρόσημο θετικό ή αρνητικό, συμβιβάζεται. Κοίταξε την κοινωνία στα μάτια, όπως ακριβώς έκανε και ο πρωταγωνιστής της ταινίας «Παραγγελιά» όταν με το μαχαίρι στο χέρι απειλεί όχι μονάχα την αστυνομία που πάει να τον συλλάβει, αλλά την κοινωνία ολόκληρη.

-Το έργο πιστεύετε απευθύνεται σε εκείνους που είναι ήδη εξοικειωμένοι με την ποίησή της και γνωρίζουν ήδη στοιχεία για την ζωή της;

Το έργο απευθύνεται τόσο σε αυτούς που γνωρίζουν το έργο της και την ζωή της και την ιστορική περίοδο μέσα στην οποία έζησε και δημιούργησε, αλλά και σε εκείνους που δεν γνωρίζουν παρά ελάχιστα, πιθανά, μονάχα το όνομά της. Ειδικά εκείνες οι ηλικίες, εννοώ, μεταξύ 20-35, που δεν πρόλαβαν εν ζωή την Κατερίνα Γώγου, είναι εντυπωσιακό το πόσο γνωρίζουν για την Κατερίνα Γώγου. Αυτό μας αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την διαχρονικότητά της. Το πώς κατάφερε να αγγίξει ανθρώπους, όχι μόνο σύγχρονούς της, αλλά και πολλούς που έζησαν αρκετά χρόνια μετά την εποχή της και τον θάνατό της. Του χρόνου, το 2023 θα κλείσουν ακριβώς 30 χρόνια από την στιγμή που χόρεψε το τελευταίο της ζεϊμπέκικο, και παρ’ όλα αυτά παραμένει επίκαιρη, νέα.

-Στην παράσταση υπάρχουν πολλές εναλλαγές ρόλων/ χαρακτήρων, θα θέλατε να μας μιλήσετε για αυτήν την επιλογή σας;

Εκτός από το ρόλο της Κατερίνας, που ζωντανεύει η χαρισματική Έλενα Αϊβαλιώτου, υπάρχουν άλλοι 16 ρόλοι (7 γυναικείοι, 9 αντρικοί). Όλοι αυτοί οι ρόλοι σημειώνουν τους ανθρώπους που σημάδεψαν, καθόρισαν, οριοθέτησαν τη ζωή της Κατερίνας. Οι δύο σπουδαίοι ηθοποιοί που τους εμψυχώνουν (Χαρά Νικολάου, Χάρης Γεωργιάδης) το κάνουν με τέτοιο τρόπο ώστε η μεταμόρφωσή τους να αποτελεί ένα ξεχωριστό, ιδιαίτερο αισθητικό επίτευγμα εντός της παράστασης. Ένα ρεσιτάλ υποκριτικής δεινότητας και ταυτόχρονα αέναης διαλεκτικής κίνησης δίπλα στην, σχεδόν μεταφυσική, σπειροειδή ανέλιξη της Κατερίνας.

-Στην τελευταία της Συλλογή (Με λένε Οδύσσεια) η Κατερίνα Γώγου καταλήγει στην εξής διαπίστωση: «Πίστευα τόσα χρόνια ότι η Τέχνη είναι διαφυγή. Και λύτρωση. Με το δεξί μου χέρι σηκωμένο στον ουρανό -πράξη αλήθειας- ταπεινά και όχι ταπεινωμένη, λέω πως η τέχνη δεν με λύτρωσε και ούτε διέφυγα από τις απόκρημνες στροφές της τρέλας». Εσείς τι αποζητάτε από την ενασχόλησή σας με την Τέχνη; Τι είναι αυτό που σας προσφέρει;

Ίσως, όντως, τελικά η Τέχνη να μην λυτρώνει τον δημιουργό. Ίσως περιστασιακά να το καταφέρνει. Αυτό όμως που σίγουρα προσφέρει είναι τα δεκάδες μικρά, καινούρια παράθυρα που ανοίγει στο βλέμμα, το μυαλό και την ψυχή. Με κάθε έργο είσαι λίγο πιο πλούσιος και αυτός ο πλούτος δε μπορεί να συγκριθεί ή να αποτιμηθεί υλικά. Δέστε για παράδειγμα στο συγκεκριμένο έργο: «ζεις» μέσα από 17 ανθρώπους, 17 ζωές, 17 υποκειμενισμούς. Και μέσα σε αυτό το Βασίλειο της Υποκειμενικότητας, που είναι οι θεατρικοί ρόλοι, ψάχνεις το Άγιο Δισκοπότηρο, που είναι η Αλήθεια. Που μπορεί μόνο αντικειμενικά να υπάρξει. Αυτό τα μαγικό ταξίδι είναι η Τέχνη. Και τότε μόνο μπορεί ένας καλλιτέχνης να «πληρωθεί» εσωτερικά: όταν το ατομικό συναντηθεί με το συλλογικό. Αυτό προσπάθησε και η Γώγου.

Διαβάστε επίσης:

Κατερίνα Γώγου: το Γαμώτο που Δεν Έζησα, του Ανδρέα Ζαφείρη στο Χώρο 2510

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ