Ο Βιμ Βέντερς (Wim Wenders) δημιουργεί το πορτραίτο ενός από τους σημαντικότερους και πιο πρωτοποριακούς ζωγράφους και γλύπτες του καιρού μας, του Άνσελμ Κίφερ (Anselm Kiefer). Γυρισμένη σε 3D, η ταινία βυθίζει το κοινό σε ένα μοναδικό κινηματογραφικό ταξίδι που διαπερνά το δημιουργικό έργο ενός άντρα που εμπνέεται από την λογοτεχνία, την ποίηση, την ιστορία, την φιλοσοφία, την επιστήμη, την μυθολογία και την θρησκεία, ώστε να εξερευνήσει την ανθρώπινη ύπαρξη και την κυκλική φύση της ιστορίας. Για περισσότερο από δύο χρόνια, ο Βέντερς ακολούθησε την καλλιτεχνική πορεία του Άνσελμ Κίφερ, συνδέοντας στάδια της ζωής του με σημαντικά μέρη της καριέρας του, η οποία μετράει ήδη πάνω από πέντε δεκαετίες.
Σημείωμα του Βιμ Βέντερς
«Ο Άνσελμ Κίφερ και εγώ γεννηθήκαμε στα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου∙ εκείνος μερικούς μήνες νωρίτερα, εγώ μερικούς μήνες αργότερα. Περάσαμε τα παιδικά μας χρόνια στην ίδια διαλυμένη χώρα με μία κατεστραμμένη εικόνα, γεμάτη ενήλικες, μεταξύ των οποίων συγγενείς και δασκάλους, που επιθυμούσαν διακαώς να δημιουργήσουν ένα μέλλον για εκείνους και είτε να ξεχάσουν το παρελθόν, είτε να υποκρίνονται πως δεν συνέβη ποτέ. Όσο ο Άνσελμ σπούδαζε νομική, εγώ σπούδαζα ιατρική στο ίδιο πανεπιστήμιο. Μπορεί να είχαμε συναντηθεί τότε, αλλά και οι δύο διαλέξαμε διαφορετικές πορείες: εκείνος σπούδασε σε ακαδημία καλών τεχνών, εγώ σε σχολή κινηματογράφου. Ωστόσο, επειδή τίποτα δεν είναι τόσο καθοριστικό όσο οι πρώτες σου εμπειρίες, έχουμε πολλά κοινά. Προφανώς, εκφράσαμε τις παιδικές μας εμπειρίες με πολύ διαφορετικούς τρόπους.
Με τον Άνσελμ γνωριστήκαμε το 1991, όταν εκείνος ετοίμαζε μία μεγάλη παράσταση στη Neue Nationalgalerie στο Βερολίνο. Δειπνούσαμε μαζί σχεδόν κάθε βράδυ στο κλειστό πλέον Exil. Καπνίζαμε, πίναμε και μιλάγαμε πολύ. Η έκθεσή του με συνεπήρε, ήταν φανταστική και αφυπνιστική. Στις συζητήσεις μας, εκφράσαμε την ιδέα να κάνουμε μία ταινία μαζί. Αλλά όσο εγώ ήμουν απασχολημένος με τις ταινίες “Όπως το Τέλος του Κόσμου” και “Τόσο Μακριά, Τόσο Κοντά!”, εκείνος μετακόμισε στη νότια Γαλλία και χαθήκαμε για λίγο.
Κάθε τόσο, επικοινωνούσαμε και η ιδέα της ταινίας παρέμενε ζωντανή. Αλλά, όταν ένας κοινός μας φίλος με πήγε στο Barjac, όπου ο Άνσελμ δούλευε για τριάντα χρόνια, δημιουργώντας μια απίστευτη και ολοκληρωμένη τοπογραφική δουλειά διάφορων αρχιτεκτονικών κατασκευών, υπόγειων κρυπτών, περιπτέρων και γιγαντιαίων αμφιθεάτρων, ξαφνικά συνειδητοποιήσαμε πως είναι “ή τώρα ή ποτέ”. Δεν είχα δει τίποτα παρόμοιο. Όταν συνάντησα τον Άνσελμ εκεί, ήταν λες και συνεχίσαμε από εκεί που μείναμε πριν έντεκα χρόνια. Λίγο αργότερα, τον επισκέφτηκα στο τωρινό του στούντιο κοντά στο Παρίσι και τότε συμφωνήσαμε τελικά να κάνουμε την ταινία.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ποτέ δεν σκόπευα να γυρίσω μία “βιογραφία”. Η ζωή ενός ανθρώπου πρέπει να παραμένει στην ιδιωτική σφαίρα. Ούτε στην “Πίνα Μπάους” με ενδιέφερε η “ζωή” της ως χορογράφο ή χορεύτρια. Η ιδιωτικότητα είναι ιερή. Ή καλύτερα: απαραβίαστη. Αλλά η δουλειά, η τέχνη αξίζει να εξερευνηθεί σε μια ταινία, είτε για την καλύτερη κατανόηση του δημιουργού, είτε για να την κατανοήσω εγώ ο ίδιος καλύτερα ή ακόμα για να την κάνω ορατή σε άλλους. Η εντυπωσιακή ποσότητα της δουλειάς του, η περιπλοκότητα των αναφορών του σε μύθους, την ιστορία, την αλχημεία, την αστρονομία, τη φυσική και τη φιλοσοφία φαίνονταν ανυπέρβλητα στην αρχή. Αλλά τα γυρίσματα και η επίσκεψη στα μέρη που δούλεψε ο Άνσελμ ξεκαθάρισαν τα πράγματα.
Το 3D βοήθησε πολύ αυτή την διαδικασία. Θέλω να κάνω ένα τολμηρό σχόλιο: δεν υπάρχει άλλο μέσο που σου επιτρέπει «να δεις τόσα πολλά». Γνωρίζω πως αυτό εύκολα μπορεί να παρεξηγηθεί ως αλαζονικό ή μια προσωπική προκατάληψη. Αλλά, στην περίπτωσή μου το στηρίζω σε δεδομένα και εμπειρία. Στην τελική, έχω παρακολουθήσει τόσο κινηματογραφικό υλικό και είμαι τόσο μεγάλο μέρος της κινηματογραφικής ιστορίας που μου επιτρέπει να κρίνω πόσο «υπάρχει» και πόσο μπορεί να βρεθεί στην οθόνη, μπροστά στα μάτια σου. Για να προσλάβεις μια 3D εμπειρία χρειάζεται να λειτουργήσουν πολλά διαφορετικά σημεία του εγκεφάλου σου (εκτός και αν πρόκειται για την περίπτωση επίπονων στα μάτια φαντασμαγοριών δράσης και κινουμένων σχεδίων). Συμμετέχει μεγαλύτερο μέρος του εγκεφάλου σου, αλλά και του ίδιου σου του εαυτού. Και πρέπει να προσθέσω: μόνο αν ο τρόπος γυρίσματος σέβεται την φυσιολογία του ματιού και τον τρόπο που βλέπουμε. Αυτό κάναμε με την “Πίνα Μπάους”, αυτό κάναμε και στο “Anselm”, αλλά με πιο προηγμένη τεχνολογία. Η γλώσσα του 3D είναι ικανή να αναδείξει περισσότερα και να σε αφήσει να δεις πιο πολλά απ’ ότι μία δισδιάστατη εικόνα. Το 3D είναι ικανό για την εμβυθιστική, φυσική και πνευματική συμμετοχή. Και για μένα, αυτή η γλώσσα είναι ικανή για ποίηση, αλλά αυτό θα το αφήσω στην κρίση σας. Η γλώσσα της ταινίας “Anselm”δεν χρωστάει τίποτα σε ό, τι έχω κάνει στο παρελθόν. Ήταν ο μοναδικός τρόπος να “αντιμετωπίσουμε” εμείς το έργο του Άνσελμ Κίφερ. Και όταν λέω «εμείς», εννοώ τον κινηματογραφιστή Φραντζ Λούστιγκ, την μοντέρ Μαξίν Γκέντικε και τον εαυτό μου. Μείναμε άναυδοι από την τόσο στενή επαφή μας με το έργο του καλλιτέχνη. Πήραμε τόσα που συνειδητοποιήσαμε πως αυτό είναι που θέλει να μοιραστεί και η ταινία: μια ολοκληρωμένη και πλούσια «στενή επαφή».
Φτιάξαμε όντως ένα «ντοκιμαντέρ»; Ρώτησα τον εαυτό μου το ίδια και στην περίπτωση της “Πίνα Μπάους”, επειδή αυτό που γυρίσαμε τότε ήταν αφήγηση. Η χορογραφία είναι μία αφήγηση. Την ίδια ερώτηση έκανα, όσο μόνταρα το “Buena Vista Social Club”: ήταν όντως ένα μουσικό ντοκιμαντέρ ή μήπως επρόκειτο για μια εξωφρενικά παραμυθένια ιστορία μετάβασης από το να είσαι γέρος, ξεχασμένος και ξεπερασμένος στο να μετατρέπεσαι στους… Beatles; Αυτό που αγαπώ περισσότερο στα ντοκιμαντέρ είναι η ικανότητά τους να ανακαλύπτουν ξανά τη δομή τους, κάθε φορά. Στο “Anselm”, αποτυπώσαμε τα πιο απίθανα έργα τέχνης, καμβάδες, γλυπτά, σχέδια, κτίρια και τοπία. Ναι, αυτό κάνεις στα ντοκιμαντέρ. Επίσης, ανακαλύψαμε σκηνές της παιδικής του ηλικίας και σκάψαμε βαθιά μέσα στην ιστορία του. Στο μεταξύ, θολώσαμε τα όρια μεταξύ παρελθόντος και παρόντος. Πήραμε αυτή την ελευθερία, επειδή στη θέα της τέχνης πρέπει να καθιερώνεις εσύ την ελευθερία, αλλιώς γίνεσαι δεν γίνεσαι κομμάτι της υπέρβασης που συντελείται εμπρός σου. Σκεπτόμενος όλα αυτά πλέον, μιας και η ταινία γυρίστηκε διαισθητικά και πολλές σκηνές ήταν αυθόρμητες, συνειδητοποιώ ένα πράγμα: πάντα ήθελα να κάνω “ντοκιμαντέρ”, λες και συμμετείχαν στην φανταστική αφήγηση. Οι αφηγηματικές μου ταινίες πάντοτε διατηρούσαν μια ντοκιμενταρίστικη πτυχή. Μέρη και άνθρωποι αξίζουν να ιδωθούν «όπως είναι» και «όπως θέλουν να είναι». Στην πραγματικότητα, οι κατηγορίες είναι εξυπηρετούν αυστηρώς την κατηγοριοποίηση και ονοματοδοσία εμπειριών, οπότε συχνά λειτουργούν βλαπτικά.
Τι ελπίζω να κρατήσει το κοινό από την εμπειρία του “Anselm”; Να αφήσουν πίσω τους τις κατηγοριοποιήσεις και τις απόψεις, να αφήσουν πίσω τους κάθε προκατάληψη του τι είναι η τέχνη ή τι μπορεί να πετύχει, και να απολαύσουν την συγκλονιστική εμβέλεια του σπουδαίου Γερμανού ρομαντικού, ποιητή, διανοούμενου και οραματιστή Άνσελμ Κίφερ.»
Σύντομη βιογραφία του Άνσελμ Κίφερ
Γεννημένος το 1945 στη Γερμανία, ο Άνσελμ Κίφερ είναι ένας από τους σημαντικότερους και πολύπλευρους καλλιτέχνες των ημερών μας. Το έργο του αποτελείται από μία ποικιλία μέσων μεταξύ των οποίων η ζωγραφική, η γλυπτική, η φωτογραφία, η ξυλογλυπτική, ινσταλέισιον και η αρχιτεκτονική.
Έχοντας πρώτα σπουδάσει νομική, ο Άνσελμ φοίτησε στις ακαδημίες καλών τεχνών στο Φράιμπουργκ και το Καρλσρούχε. Ως νεαρός καλλιτέχνης, δούλεψε στο πλάι του Γιόζεφ Μπόις.
Οι πρώιμες δουλειές του επικεντρώνονταν στην ιστορία του Γ’ Ράιχ και την μεταπολεμική ταυτότητα της Γερμανίας, με σκοπό να λύσουν τη σιωπή που επικράτησε σχετικά με τις φρικωδίες του πολέμου. Παρωδώντας τον ναζιστικό χαιρετισμό και αποδομώντας την ναζιστική αρχιτεκτονική και τους γερμανικούς ηρωικούς θρύλους, ο Κίφερ εξερεύνησε την ταυτότητα και τον πολιτισμό της γενέτειράς του.
Από το 1971 μέχρι και το 1992, όταν και μετακόμισε στη Γαλλία, ο Κίφερ δούλευε στο Όντενβαλντ. Εκεί, άρχισε να ενσωματώνει στα έργα του υλικά και τεχνικές που είναι πλέον εμβληματικά: γραφίτη, άχυρο, υφάσματα και ξυλογλυπτική, επηρεάστηκε από την ποίηση του Πάουλ Τσελάν και της Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν κι ενσωμάτωσε βιβλικές και ιουδαϊκές αναφορές. Αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του ‘90, τα ταξίδια του στην Ινδία, την Ασία, την Αμερική και την Βόρεια Αφρική επηρέασαν καθοριστικά το καλλιτεχνικό του έργο, το οποίο άρχισε να εστιάζει στη συνδιαλλαγή ανάμεσα στον δυτικό και τον ανατολίτικο τρόπο σκέψης και πολιτισμό.
Εκτός από τη δημιουργία πινάκων, γλυπτών, βιβλίων και φωτογραφιών, ο Κίφερ έχει επέμβει και σε διάφορα τοπία. Στη Γερμανία, μετέτρεψε ένα παλιό εργοστάσιο τούβλων στο ατελιέ του, το οποίο σταδιακά το εμπλούτισε με ινσταλέισιον και γλυπτά που μετατράπηκαν σε αναπόσπαστο κομμάτι του χώρου. Αργότερα, όταν μετακόμισε στη Γαλλία, μεταμόρφωσε την περιοχή γύρω από το ατελιέ του, σκάβοντας το έδαφος και δημιουργώντας τούνελ και κρύπτες που συνδέουν διάφορα ινσταλέισιον. Πλέον, αυτή η περιοχή ανήκει στο ίδρυμα Eschaton-Anselm Kiefer, και είναι ανοικτή στο κοινό.
Σήμερα, ο Άνσελμ Κίφερ ζει και εργάζεται έξω από το Παρίσι.
Το έργο του Άνσελμ Κίφερ “Des Malers Atelier” («Το ατελιέ του καλλιτέχνη»), που εκτίθεται στον τρίτο όροφο της μόνιμης Συλλογής του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή στο Παγκράτι, απεικονίζει το ατελιέ του καλλιτέχνη σαν ένα μυστηριώδες οικοδόμημα που αναδύεται μέσα από έναν εφιαλτικό αντικατοπτρισμό, εν μέσω ενός ρημαγμένου αγροτικού τοπίου, όπου γη και ουρανός γίνονται ένα.
Ταυτότητα ταινίας
Anselm
- Σκηνοθεσία Βιμ Βέντερς
- Ηθοποιοί Άνσελμ Κίφερ, Ντάνιελ Κίφερ, Αντόν Βέντερς
- Μοντάζ Μαξίν Γκέντικε
- Φωτογραφία Φραντζ Λούστιγκ
- Μουσική Λέοναρντ Κούσνερ
- Διάρκεια 93’
- Χώρα Παραγωγής Γερμανία
- Έτος Παραγωγής 2023