“Η Απόγνωση, συγγενεύοντας με τα υπόλοιπα βιβλία μου, δεν έχει να προσφέρει κανέναν κοινωνικό σχολιασμό, κανένα μήνυμα σφιγμένο στα δόντια της”. Αυτή η δήλωση του συγγραφέα από το μακρινό 1965 μοιάζει λίγο με την ομολογία ενός ζωγράφου πως κάποιο του έργο δεν έχει κάτι να πει στο κοινό, μια δήλωση ουδετερότητας ίσως και απόστασης ως προς την συγγραφική δημιουργία. Και όμως το βιβλίο αυτό γράφεται παράλληλα με άλλα, όπως το περίφημο Η άμυνα του Λούζιν και ενέχει πολλά μηνύματα ως προς το περιεχόμενο της αφήγησης. Δεν είναι ένα απλό μυθιστόρημα αλλά μας εντάσσει σε μία ολόκληρη εποχή έντασης, μια περίοδο μεταβατική αλλά και άκρως επικίνδυνη. Ο συγγραφέας εξόριστος από την φυσική του πατρίδα τη Ρωσία παρατηρεί τα γεγονότα από μακριά και γράφει ένα βιβλίο όπου ψυχογραφεί ενδεχομένως τον ίδιο του τον εαυτό.

Αυτό που ο αναγνώστης διαπιστώνει είναι ένα πρόσωπο αμφιλεγόμενο και μπλεγμένο στα δίχτυα της πολυσχιδούς προσωπικότητάς του και ψυχοσύνθεσής του. Κατασκευάζει πρόσωπα, αλλάζει πρόσωπα, παγιδεύει τη ζωή των άλλων και μεταλλάσσεται με χίλιους δύο τρόπους για να αυτοεπιβεβαιωθεί, να δώσει πνοή και σάρκα στα αρρωστημένα σχέδιά του και στις αρρωστημένες του σκέψεις. Κερδισμένος από την ανάγκη του να παραπλανήσει και να κοροϊδέψει, ζει στην πραγματικότητα μία ζωή κυνηγημένη και ουσιαστικά χαμένος ζει εις βάρος των άλλων, χρησιμοποιεί τους άλλους και χτίζει τα πιο ακραία όνειρα. Διαμορφώνει εντός του ένα ισχυρό πλέγμα παραισθήσεων και ψευδαισθήσεων και σε αυτές κολυμπάει μόνο και μόνο για να επικυρώσει τη θέση του σε μία κοινωνία που μοιάζει να έχει απολέσει στο πρόσωπό του την ταυτότητά της.

Ένας απεγνωσμένος αγύρτης της ζωής

Ο ήρωας του Ναμπόκοφ καταφέρνει να περιπαίξει και να περιπλέξει τους γύρω του, τη γυναίκα του, το περιβάλλον του, να τους εντάξει στο κουτοπόνηρο κόλπο του δημιουργώντας έναν σωσία όμοιο με αυτόν του Ντοστογιέφσκι με όπλο του τον αναγνώστη, τον οποίο με περισσή δεξιοτεχνία έχει ως συμπαραστάτη και συνένοχό του. Ενσυνείδητα κατασκευάζει μία διπλή ζωή και έναν παράλληλο χαρακτήρα, προκαλεί δολιοφθορά και υποθάλπει την κοινωνική του θέση αδιαφορώντας για τις συνέπειες από το πανούργο πλάνο του. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε σύγχυση και χρήζει ιατρικής φροντίδας και μέριμνας, έναν άνθρωπο που έχει πλάσει έναν δικό του κόσμο, ο οποίος οφείλει να τον υπηρετεί και εκείνος να εκμεταλλευτεί κάθε ευκαιρία που του δίνεται για να κερδίζει το βρώμικο παιχνίδι, αυτό που με στρατηγική παίζει.

Ο σωσίας που επινοεί είναι το απαραίτητο και απόλυτο εργαλείο για να οργανώσει την παραπλάνηση και να εξυπηρετήσει τις πιο ενδόμυχες επιθυμίες του έχοντας ως μέσο τη γυναίκα του Λύντια, αυτήν που καθιστά δεξί του χέρι σε ό,τι έχει αποφασίσει να δρομολογήσει. Αδίστακτος, ανήθικος και χωρίς καμία απολύτως αναστολή τολμά να ξεπεράσει κάθε όριο και να υπερπηδήσει εμπόδια που του κλείνουν το δρόμο προς την επίτευξη του στόχου του. Βγάζει από τη μέση τόσο τον Αρνταλίον ενώ δημιουργεί έναν καθρέφτη της δικής του διαταραγμένης ψυχής και έτσι φορτώνει στον Φελίξ τις αμαρτίες του, τα ηθικά και σοβαρά παραπτώματα στα οποία έχει υποπέσει. Σαφώς το βιβλίο γράφεται σε μια εποχή όπου ο Ναμπόκοφ αποκλεισμένος από τη χώρα του δημιουργεί έναν παράλληλο κόσμο, ένα φαντασιακό παρόν, ίσως για να επιβιώσει, ίσως για να διαμηνύσει κάτι άλλο, ίσως και τίποτα όπως λέει ο ίδιος.

Ωστόσο, με το σκωπτικό και φλεγματικό του ύφος προσφέρει στον πρωταγωνιστή του και βέβαια στον ίδιο την ευκαιρία να αποδράσει και να απελευθερωθεί από μία ζοφερή πραγματικότητα καθώς έχει εκδιωχθεί από το σταλινικό καθεστώς που αρχίζει να διαμορφώνεται και απειλεί ευθέως την ύπαρξη των αντιφρονούντων. Το βιβλίο γραμμένο στα ρώσικα αλλά εκτός Ρωσίας είναι ένα παράλληλο μεταφυσικό σύμπαν, ένα κάποιο αντίδοτο στο δηλητηριώδες περιβάλλον και στους κυνηγούς δολιοφθορείς συνειδήσεων θύμα των οποίων είναι και ο ίδιος ο συγγραφέας. Ο τίτλος απόγνωση μαρτυρά προφανώς την ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο ήρωας του Ναμπόκοφ μιας και ο τίτλος σωσίας έχει ήδη χρησιμοποιηθεί αλλού. Ο Χέρμαν ζει σε μια ταραγμένη περίοδο όπου τα σύννεφα του τρομακτικού ναζιστικού μορφώματος έχουν αρχίσει να σκεπάζουν τον ουρανό.

Ο Ναμπόκοφ, κατά μία έννοια, ψυχογραφεί και τον άνθρωπο της εποχής του όπως και κάθε εποχής, έναν εγωιστή, συμφεροντολόγο, επιπόλαιο και εμμέσως πλην σαφώς καταδεικνύει την επιφανειακότητα των ανθρώπινων σχέσεων που βιώνουν κρίση στην περίοδο του μεσοπολέμου. Αυτή η κρίση στις ανθρώπινες σχέσεις και στην αδιαφορία για τον πλησίον ενδεχομένως να αποτέλεσαν και το κρίσιμο εφαλτήριο για την κατάπτωση των αξιών και την άνοδο των ανθρώπων που έσπειραν την απόγνωση σε μία ολόκληρη χώρα. Ο κόσμος του Χέρμαν που μας παρουσιάζει ο Ναμπόκοφ είναι σαφώς χαρακτηρισμένος από έλλειψη συνειδητότητας για αυτό που συμβαίνει, από μία συνεχή πλάνη στην οποία ο πρωταγωνιστή είναι βουτηγμένος και ο οποίος δηλώνει: “Δεν μπορούσα να καταλάβω τι μου συνέβαινε – μα τώρα ξέρω: το πάθος μου για τον σωσία μου είχε φουντώσει εκ νέου με μιαν υπόκωφη μα φοβερή αγριότητα που σύντομα ξέφευγε από κάθε έλεγχο. Άρχισε με τη συνειδητοποίηση ότι, στο Βερολίνο, είχε εμφανιστεί κάποιο συγκεχυμένο επίκεντρο, γύρω απ’ το οποίο μια απροσδιόριστη δύναμη με ανάγκαζε να περιφέρομαι, ζυγώνοντας ολοένα το κέντρο”.


Αποσπάσματα

«Στη ζοφερή λάμψη της τραγικής του μοίρας και του όψιμου ηρωισμού του, το μέρος του σχεδίου του που με αφορούσε, το δικό μου καλό και το δικό μου κέρδος, φάνταζαν βλακωδώς τετριμμένα, όπως, λόγου χάρη, τα εγκαίνια ενός σιδηρόδρομου εν μέσω σεισμού»

«Είναι άραγε στ’ αλήθεια η θέληση του ανθρώπου τόσο ισχυρή ώστε να μπορεί να μετατρέψει έναν άλλον άνθρωπο σε ανδρείκελο;»


Διαβάστε επίσης:

Απόγνωση – Ναμπόκοφ Βλαντιμίρ