Η ζωγραφική του Απόστολου Γεωργίου, αν ήταν κειμενική θα ήταν μία αφήγηση γεμάτη παύλες και άνω τελείες, διάκενα και ανάσες, ερωτηματικά και αποσιωπητικά. Μεγάλοι καμβάδες πραγματεύονται σκηνές καθημερινής ζωής, όπου οι βεβαιότητες καταρρέουν σαν τραπουλόχαρτα και δεν υπάρχει πουθενά ένα σημείο αναφοράς για το που ελλοχεύει η αλήθεια ή το ψέμα, το σωστό ή το λάθος. Πρόκειται για μία δουλειά χρόνων, εσαεί ανθρωποκεντρική, και ταυτόχρονα απελευθερωτική της ίδιας της ζωγραφικής πράξης, όταν η ανθρώπινη φιγούρα λειτουργεί σαν αγωγός της εγγενούς γεωμετρίας του σχεδίου καθώς πλαισιώνει και οριοθετεί επιφάνειες πλακάτου χρώματος, τόσο ώστε η αμφισημία που παράγεται να προέρχεται και από την έλλειψη περαιτέρω παραστατικής πληροφορίας σχετικά με την απεικόνιση μίας συγκεκριμένης στιγμής, ενός φευγαλέου συναισθήματος.

Τα έργα του μέσα από μεγάλες εκθέσεις όπως η Ντοκουμέντα τον κατατάσσουν στους σημαντικότερους ζωγράφους διεθνώς καθώς η κοφτερή ελλειπτική απεικόνιση αυτής της συνταρακτικής αμφισημίας της στιγμής μέσα από τη χρήση του χρώματος που δείχνει τη δημιουργική κατανόηση και τον πλήρη δαμασμό των εικαστικών πρωτοποριών πριν από εκείνον, αναπτύσσει στον καμβά υπαρξιακές πραγματείες για τις ανείπωτες καταστάσεις που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος άνθρωπος, για τους φόβους, τις επιλογές, τα αδιέξοδα του.

Όμως στην γκαλερί δ. συμβαίνει κάτι διαφορετικό. Ο θεατής αντικρίζει μικρά ζωγραφικά έργα από καθημερινές σκηνές ανθρώπινης επαφής ή και μοναξιάς, που διαπερνώνται από μία αντίστοιχη αδιόρατη αύρα αμφισημίας, από το μεγάλο οντολογικό ερωτηματικό για την έννοια και την επιρροή του Εφήμερου στην ανθρώπινη ύπαρξη. Οι μικρές αυτές ζωγραφικές αφηγήσεις ανήκουν στον φίλο και συνομιλητή του Απόστολου Γεωργίου, ερασιτέχνη ζωγράφο και γνήσιο εραστή της τέχνης, Δημήτρη Μουρίκη.

Τα έργα αυτά χαρακτηρίζονται από την προσπάθεια του καλλιτέχνη να αδράξει την αιωνιότητα μέσα από το εφήμερο, πυκνώνοντας τη στιγμή στους γεωμετρικούς όγκους της ανθρώπινης φιγούρας και τον στοιχείων που την περιβάλλουν την κάθε στιγμή, όπως οι τοίχοι ή τα παραθυρόφυλλα από σιένα, τα έπιπλα ενός αδειανού εσωτερικού ή το φυσικό περιβάλλον με τα μπλε βουνά και τον γαλανό ουρανό, με έναν ογκομετρικό τρόπο που θυμίζει τη στιβαρότητα του Σεζάν αλλά και το κάλεσμα προς μία ποιητική αιωνιότητα που συναντάμε στον Ματίς.

Κάτω ή δίπλα από αυτά τα ζωγραφικά, υπάρχουν τα αντίστοιχα ασπρόμαυρα σχέδια του Απόστολου Γεωργίου που απεικονίζουν το ίδιο ‘συμβάν’. Τα σχέδια αυτά μοιάζουν φρέσκα, παλλόμενα και ρέοντα, σαν ακτινογραφίες της κίνησης των σωμάτων, των θροϊσμάτων του ανέμου που διαπερνά τη στιγμή. Λειτουργούν σαν οπτικά ‘ελατήρια’ που ενεργοποιούν τον αμφιβληστροειδή να νιώσει το νευρικό σύστημα της ανθρώπινης ύπαρξης, όταν συνδιαλέγεται με τον περίγυρο της, όταν κοιτάζεται στον καθρέπτη, όταν ανέμελη πετά χαρταετό.

Η αντιπαραβολή ζωγραφικού έργου και σχεδίου φιλοτεχνημένη από διαφορετικό χέρι, δίνει την ευκαιρία στο θεατή να παρακολουθήσει τη σκηνή να ενσαρκώνεται μπροστά στα μάτια του, με μικρές ανεπαίσθητες παραλλαγές που θα τον εισάγουν και τον ίδιο μέσα στο χώρο της ιστορίας, στο άχρονο περιβάλλον που αυτή διαδραματίζεται, χωρίς ήρωες και μυθοποιήσεις, σε μια θαυμαστή αέναη ιεροτελεστία, όπως συμβαίνει στην ίδια τη ζωή.

Διάρκεια έκθεσης ως 10/5

Photo credits: Φαίη Τζανετουλάκου