Ο διεθνής θεσμός με το παγκόσμιο κύρος, που ιδρύθηκε από την αρχιμουσικό Λούλη Ψυχούλη και την πιανίστα Άννα Κουκουράκη, επιστρέφει στην Αθήνα από 3 έως 10 Δεκεμβρίου 2017. 47 νέοι λυρικοί τραγουδιστές από όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων δεκατρείς Έλληνες, διεκδικούν το «Μεγάλο Βραβείο», σε έναν σημαντικό αλλά και δύσκολο διαγωνισμό που είναι φέτος αφιερωμένος στη μεγάλη τέχνη της Όπερας.
Η 40ή διοργάνωση, η οποία γίνεται σε συνεργασία του ATHENAEUM με την Εθνική Λυρική Σκηνή, συμπίπτει με την επέτειο των 40 χρόνων από τον θάνατο της απόλυτης Ντίβας της Όπερας και πραγματοποιείται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για το «2017, Έτος Μαρία Κάλλας» που τιμούν τη μνήμη της.
Εμείς, με αυτή την ευκαιρία, είχαμε τη χαρά να μιλήσουμε με τον Άρη Χριστοφέλλη, σπουδαίο σολίστ, μουσικολόγο, παιδαγωγό του κλασικού τραγουδιού στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς και μέλος της Διεθνούς Κριτικής Επιτροπής του 40ου Grand Prix Μαρία Κάλλας – Όπερα 2017, ο οποίος έδωσε πολύ ενδιαφέρουσες απαντήσεις στις ερωτήσεις μας.
– Με αφορμή το 40ο Grand Prix Μαρία Κάλλας στην Όπερα, που φέτος συμπίπτει με τα 40 χρόνια από την απώλεια της μεγάλης Ελληνίδας σοπράνο, ποια είναι σύμφωνα με τη δική σας άποψη η συμβολή της Μαρίας Κάλλας στην εξέλιξη της ιστορίας της όπερας;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Βρισκόμαστε προς το τέλος του “Έτους Κάλλας”, της χρονιάς που δικαίως αφιερώθηκε στην μνήμη της. Έχουν γραφτεί τόσα πολλά και συγκινητικά από τόσους ανθρώπους σε όλη την υφήλιο, και εγώ ο ίδιος έχω πει και γράψει τόσα, που πραγματικά δεν βρίσκω κάτι να πω που να μην έχει ήδη ειπωθεί καλύτερα…
Όμως, αφού με ρωτάτε, θα πω μέσα απ’ την καρδιά μου πως δίχως να έχω ακούσει κάποιους τραγουδιστές του μακρινού παρελθόντος που το όνομα τους γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία της όπερας, όπως ας πούμε τον Φαρινέλλι ή την Μαρία Μαλιμπράν, η διαίσθηση μου λέει ότι από την πρώτη όπερα που γράφτηκε το 1600 μέχρι σήμερα κανένας τραγουδιστής δεν άγγιξε μια πιο ψηλή κορφή σ’ αυτήν την τέχνη, τόσο συγκλονιστικά, τόσο αληθινά, τόσο ολοκληρωμένα όσο η Κάλλας και κανενός λυρικού ερμηνευτή η ιδιοφυΐα δεν στάθηκε τόσο κοντά, τόσο δίπλα, ίσως κάποιες φορές και ψηλότερα, από τους ίδιους τους δημιουργούς.
– Πώς βλέπετε εσείς αυτό τον σπουδαίο και απαιτητικό διαγωνισμό, που αποτελεί έναν θεσμό βαθιά ριζωμένο στο διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα αλλά και μια μεγάλη γιορτή του μέλλοντος της Όπερας;
Ο διαγωνισμός αυτός εκτός από το ιερό όνομα που φέρει, είναι το όραμα δυο εξαιρετικών ανθρώπων της Λούλης Ψυχούλη και της Νίνας Κουκουράκη. Είχα την τύχη να τις γνωρίσω καλά πριν από πολλά πολλά χρόνια, πριν την ίδρυση του διαγωνισμού, πριν ακόμη τον θάνατο της Κάλλας, για να καταλάβετε πόσο πριν, ήταν πριν την δική μου εφηβική μεταφώνηση όταν τραγουδούσα ακόμη ως παιδάκι σοπράνο. Ακόμη θυμάμαι ότι είχα τραγουδήσει στην Λούλη το Αλλελούια του Μότσαρτ και τις δυο άριες του Όσκαρ από τον Χορό Μεταμφιεσμένων του Βέρντι. Πρέπει να ήμουν έντεκα ή δώδεκα χρονών. Θυμάμαι τα πάντα, το διαμέρισμα, το πιάνο, τι είπε η Λούλη… σαν να ήταν χθες! Από τότε, δεν χάσαμε ποτέ επαφή.
Θα σας πω και άλλη μια ιστορία που σίγουρα κανένας δεν θα θυμάται πια. Όταν ήμουν δεκαεννιά ή είκοσι χρόνων, σπούδαζα πιάνο και είχα δώσει στο ATHENAEUM το πρώτο μου (μάλλον και το μοναδικό μου) ρεσιτάλ πιάνου!!! Έχω κάπου το πρόγραμμα! Χάυντν, Μπραμς, Σοπέν… Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι με την Λούλη και την Νίνα η σχέση μας από κάποια στιγμή δεν ήταν απλή φιλία αλλά σχέση οικογένειας και ο συγκεκριμένος διαγωνισμός μια σχεδόν προσωπική υπόθεση.
– Ποια βασικά στοιχεία πιστεύετε ότι πρέπει να διαθέτει ένας νέος καλλιτέχνης προκειμένου να βραβευθεί με το «Grand Prix Μαρία Κάλλας»;
Η (κάθε) επιτροπή αποτελείται από διαφορετικούς ανθρώπους που τα κριτήρια τους ενδέχεται να διαφέρουν. Το αποτέλεσμα είναι απλώς ο συγκερασμός όλων αυτών των διαφορετικών απόψεων. Ένας υποψήφιος που κόβεται στον πρώτο κύκλο ενός διαγωνισμού μπορεί να είναι φιναλίστ σε έναν άλλο διαγωνισμό ένα μήνα αργότερα. Όχι απαραίτητα γιατί ο ίδιος θα είναι καλύτερος, αλλά γιατί η επιτροπή – η συγκυρία – θα είναι άλλη. Αν μελετήσει κανείς αρχεία σημαντικών διαγωνισμών με κάποιο βάθος χρόνου θα εκπλαγεί με το ποιοι υποψήφιοι – βραβευθέντες ή μη – έλαμψαν και άφησαν το στίγμα τους δέκα, είκοσι ή τριάντα χρόνια αργότερα και ποιοι όχι. Ίσως τελικά δεν είναι ακριβώς τα αυτονόητα κριτήρια (τεχνική αρτιότητα, μουσικότητα, προσωπικότητα κλπ) που διαφέρουν από τον ένα κριτή στον άλλον όσο η αντίληψη τους για αυτά και οι προτεραιότητες του καθενός. Με τους αθλητές είναι πολύ πιο απλό… έτρεξε τόσα μέτρα σε τόσο χρόνο, σήκωσε τόσα κιλά κλπ.
– Σε ποιο βαθμό ένας μουσικός διαγωνισμός, όπως το «Grand Prix Μαρία Κάλλας», μπορεί να βοηθήσει τους νέους τραγουδιστές που επιθυμούν να ακολουθήσουν σταδιοδρομία στην όπερα;
Κατ’ αρχάς οι νέοι καλλιτέχνες βρίσκονται σε ένα φιλικό περιβάλλον όπου και άλλοι συνομήλικοι τους δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό για έναν υψηλό στόχο και μαθαίνουν να διαχειρίζονται τον συναγωνισμό – εννοώ τον εποικοδομητικό ανταγωνισμό – και το στρες. Και μόνον αυτό είναι ήδη ένα σημαντικό εφόδιο για το μετά. Είναι πολύ συχνό επίσης κάποιος να τους ακούσει και να τους προτείνει δουλειά! Είναι ένας τρόπος να αρχίσει κάποιος να δηλώνει την επαγγελματική του παρουσία, να αποδεικνύει τις ικανότητες του και να μπαίνει στην αγορά εργασίας! Τίποτε άλλο. Αν τελικά βρεθεί και με ένα βραβείο παίρνει και μια επιπλέον χαρά. Όμως είναι λάθος αυτός να είναι ο πρωταρχικός στόχος. Ο λόγος ύπαρξης των διαγωνισμών είναι η εμπειρία που προσφέρουν και οι γνωριμίες.
– Αλήθεια, πώς κρίνετε το επίπεδο των λυρικών καλλιτεχνών στην Ελλάδα; Επιπλέον, ποιες είναι οι πιθανότητες εξέλιξης και επαγγελματικής αποκατάστασης ενός ταλαντούχου λυρικού τραγουδιστή στη χώρα μας, εν συγκρίσει με άλλες χώρες της Ευρώπης;
Είμαστε μια χώρα με ιδιαίτερα εντυπωσιακές επιδόσεις στην λυρική τέχνη! Όμως όταν πια μιλάμε για “επαγγελματική αποκατάσταση” καλώς ή κακώς δεν μπορούμε να σκεφτόμαστε “εθνικά”. Σχεδόν αναγκαστικά ένας μονωδός θα πρέπει να έχει παράλληλη δραστηριότητα και εκτός της χώρας του για να μπορεί να επιβιώσει. Δεν αφορά αυτό μόνο την Ελλάδα, είναι γενικό. Ελάχιστα “μόνιμα συμβόλαια” γίνονται πλέον ανά τον κόσμο και αυτά συνήθως για μικρά χρονικά διαστήματα.
– Ως καθηγητής, μοιράζεστε εδώ και πολλά χρόνια τις γνώσεις αλλά και τις σημαντικές επαγγελματικές σας εμπειρίες με τη νέα γενιά. Τί σημαίνει αυτό για σας;
Αγαπώ πάρα πολύ τη Μουσική και τους ανθρώπους που την κάνουν. Τους ανθρώπους που σχεδόν κόντρα σε οποιαδήποτε άλλη λογική επιλογή αφιερώνουν τη ζωή τους στην τέχνη των ήχων. Τους ανθρώπους που μάλλον τους επιλέγει η Μουσική για να την υπηρετήσουν και όχι το αντίθετο. Επίσης από την εποχή που ήμουν εγώ πάνω στην σκηνή θυμάμαι ότι αυτό που μου άρεσε πιο πολύ δεν ήταν τόσο η ίδια η τελική απόδοση του έργου όσο η προετοιμασία του. Το γίγνεσθαι! Η πράξη μέσα από την οποία μαθαίνεις φυσικά το έργο αλλά πριν απ’ όλα παρακολουθείς και μαθαίνεις το μέσα σου, την ψυχή σου, το μυαλό σου, το σώμα σου, τον εαυτό σου! Όσο πιο σπουδαίο είναι το έργο τόσο πιο ιερή είναι αυτή η διαδικασία. Ο δάσκαλος είναι σημαντικό μέρος αυτής.
– Ποια είναι η πιο σημαντική συμβουλή σας προς τους νέους τραγουδιστές;
Να μπορούν να δώσουν μια ικανοποιητική απάντηση στον εαυτό τους γιατί κάνουν αυτό που κάνουν. Γιατί διαλέγουν αυτό και όχι κάτι άλλο!
– Κάνοντας μία αναδρομή, από την πρώτη σας συναυλία στο Mai Musical de Bordeaux το 1984 μέχρι σήμερα, πώς θα περιγράφατε την πλούσια καλλιτεχνική σας διαδρομή;
Πλούσια;;; Σας ευχαριστώ πολύ αλλά θα την χαρακτήριζα μάλλον φτωχή! Και μάλλον φταίω εγώ γι’ αυτό. Ήμουν πάντα άνθρωπος χαμηλής ενέργειας, κουράζομαι εύκολα, μισώ τις μετακινήσεις και τα ταξίδια και οτιδήποτε κοινωνικό. Επίσης έχω απαράδεκτα κακή μνήμη με τους ανθρώπους και ποτέ δεν θυμάμαι ποιος είναι ποιος! Και τα λίγα που έκανα ήταν ένα ανεξήγητο θαύμα που αδυνατώ να αντιληφθώ πως συνέβη! Νομίζω ότι στην επόμενη ζωή μου θα ήθελα να είμαι μια χοντρή γάτα από αυτές που δεν μετακινούνται ποτέ δίπλα απ’ το τζάκι, να με ταΐζουν και να με χαϊδεύουν συνέχεια και εγώ να μην κάνω απολύτως τίποτα!
– Σε ποια φάση της προσωπικής σας εξέλιξης νιώθετε ότι βρίσκεστε αυτή την στιγμή;
Κοντά στο τέλος! Χαχαχα
– Ποια είναι τα όνειρα και οι προσδοκίες σας για το μέλλον;
Τα όνειρα και οι προσδοκίες μου για το μέλλον δεν είναι προσωπικά, ταυτίζονται με αυτά των νεότερων ανθρώπων, δηλαδή κάτι να καλυτερεύσει στον κόσμο γενικότερα. Νομίζω ότι ο πλανήτης περνάει μια πολύ επικίνδυνη φάση, με ημίτρελους και αμόρφωτους ηγέτες και αποπροσανατολισμένους, συχνότατα πολύ επιθετικούς ανθρώπους. Αν σε όλο αυτό το νέο-μεσαιωνικό τέλμα, η Τέχνη και ο Πολιτισμός δεν είναι (πάλι!) η απάντηση, τότε είμαστε χαμένοι. Τα σπουδαία πνευματικά επιτεύγματα του ανθρώπου ταξιδεύουν και τελικά επιζούν μέσα από τις δυσκολίες και μέσα απ’ το χρόνο, λες και ανήκουν σε μια σφαίρα που δεν την αγγίζει η φθορά. Ακόμη και σε μια μελλοντική διαγαλαξιακή sci-fi εποχή, όπου η Γη θα έπρεπε να προσφέρει κάτι σε εξωγήινους πολιτισμούς με αντάλλαγμα την επιβίωση της, πιστεύω ότι με τον Μπετόβεν και την Κάλλας μπορεί να την γλυτώναμε, σίγουρα όχι με την Τεχνολογία…
Με τους νέους μπροστά λοιπόν, τη μια άκρη του νήματος στο παρελθόν και την άλλη στο μέλλον, θέλω να δίνω τις μάχες μου και να ελπίζω σε κάτι καλύτερο. Να αφήσω κάτι που τουλάχιστον να μοιάζει σε ποιότητα με αυτό που είχα την τύχη να βρω εγώ όταν ήμουν νέος. Αυτό αισθάνομαι ότι οφείλω!
To 40ό Grand Prix Μαρία Κάλλας για Όπερα θα διεξαχθεί από την Κυριακή 3 έως την Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017, στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Πληροφορίες: www.grandprixmariacallas.com & www.nationalopera.gr
Διαβάστε περισσότερα για το 40ο Grand Prix Μαρία Κάλλας – Όπερα 2017, στο:
40ό Διεθνές Grand Prix Μαρία Κάλλας – Όπερα 2017