Σε μετάφραση της Βάλιας Κακοσίμου και του Δημήτρη Υφαντή, με εισαγωγή, σχόλια και επίμετρο του Δημήτρη Υφαντή και σε επιμέλεια του ιδίου.
Το 1819, ο μόλις τριαντάχρονος Σοπεγχάουερ δημοσιεύει το σύγγραμμα που έμελλε να αποτελέσει το κύριο έργο του: Ο κόσμος ως βούληση και παράσταση. Σ’ αυτό, αναπτύσσει σε 4 «βιβλία» κι ένα εκτενές «παράρτημα» όλον του το στοχασμό: τη γνωσιοθεωρία (βιβλίο Α΄), τη μεταφυσική (βιβλίο Β΄), την αισθητική (βιβλίο Γ΄), την ηθική (βιβλίο Δ΄) και την κριτική του της καντιανής φιλοσοφίας (παράρτημα). Το 1844, ο φιλόσοφος προβαίνει σε δεύτερη έκδοση του έργου όχι απλώς διευρύνοντας την πρώτη, αλλά και προσθέτοντας ένα ολόκληρο και εκτενέστερο δεύτερο μέρος, το οποίο, διαιρεμένο κι αυτό σε τέσσερα αντίστοιχα βιβλία, συμπληρώνει το πρώτο.
Το βιβλίο Α΄ του μέρους Α΄ διερευνά το φαινόμενο, καθώς και τη σύσταση και τα όρια της ανθρώπινης γνώσης. Η γνώση –σύμφωνα με τον Σοπεγχάουερ– καθορίζεται από τις απριόρι μορφές του γνωστικού μηχανισμού του υποκειμένου (χώρος, χρόνος και αιτιότητα), διεξάγεται δε πρώτα στο επίπεδο της εποπτείας και κατόπιν σ’ εκείνο της αφαίρεσης. Το βιβλίο Β΄ εξετάζει το πράγμα καθ’ αυτό, την ίδια την ουσία του φαινομένου. Την πρόσβαση στο καθ’ αυτό του φαινομένου μάς την παρέχει η άμεση εντός μας εμπειρία της βούλησης, η οποία συνιστά τη βαθύτερη μεταφυσική ουσία της πραγματικότητας.
Το συνολικό σχέδιο της έκδοσης του έργου από τον οίκο Ροές προβλέπει κατ’ αρχάς την παρουσίαση του διευρυμένου μέρους Α΄ σε 3 τόμους: τον τόμο Α΄ με τα βιβλία Α΄ και Β΄, τον τόμο Β΄ με τα βιβλία Γ΄ και Δ΄ και τον τόμο Γ΄ με το παράρτημα. Σε δε δεύτερο χρόνο, προβλέπεται και η έκδοση του μέρους Β΄, επίσης σε 3 τόμους. Με την έκδοση αυτή, το περίφημο τούτο έργο, που επέδρασε βαθύτατα στο στοχασμό και την τέχνη του 19ου και του 20ού αιώνα, προσφέρεται στον Έλληνα αναγνώστη για πρώτη φορά ολοκληρωμένο, καθώς επίσης και με όλα τα απαιτούμενα (εισαγωγή, σχόλια, επίμετρο, ευρετήρια, βιβλιογραφία) για την ουσιαστική κατανόησή του.