Τι κάνει έναν νέο άνθρωπο να ασχοληθεί σήμερα με το θέατρο;
Ποιο θεατρικό κείμενο κεντρίζει το ενδιαφέρον του ως προτζεκτ, ως μια παράσταση που θα ήθελε ο ίδιος να ανεβάσει;
Η Αθηνά Δελιάδη & η Κατερίνα Σκουρλή απαντάνε στις ερωτήσεις του CultureNow, με σκοπό να πάρουμε μια ιδέα τόσο για τις παραστάσεις που σκηνοθετούν, όσο και για τις ίδιες.
Και τα δύο έργα ανεβαίνουν για δεύτερη χρονιά, έχοντας ήδη λάβει θετικές αντιδράσεις και σχόλια.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Από τη μια το «Blackberry Trout Face (Μούρη Γεμάτη Μούρα)» του Λόρενς Γουίλσον, που μας βάζει σε ένα διαμέρισμα του Λίβερπουλ, και από την άλλη η «Πλαστελίνη» του Βασίλι Σιγκάρεφ, που μας ταξιδεύει στη Ρωσία. Και στις δύο παραστάσεις αναδυκνύεται ο κόσμος των εφήβων, που είναι όμως ζοφερός, δυστοπικός σχεδόν εξαιτίας των συνθήκων.
***
-Ποιο έργο σκηνοθετείτε αυτήν την περίοδο; Πού ανεβαίνει;
Αθηνά Δελιάδη: Τη Μούρη Γεμάτη Μούρα ή αλλιώς Blackberry Trout Face στο Θέατρο Σταθμός.
-Πείτε μας λίγα λόγια για την εν λόγω παράσταση.
Α.Δ.: Με σκηνικό μια ταραχώδη γειτονιά του Liverpool γεμάτη συμμορίες, ναρκωτικά, έγκλημα και πορνεία, τρία ετεροθαλή ανήλικα αδέρφια, ο Jackey, η Kerrie και ο μικρότερος αδελφός Cameron ανακαλύπτουν, τρώγοντας τα πρωινά τους Coco Pops, ένα γράμμα. Ένα γράμμα από τη μητέρα τους που τους ενημερώνει ότι έχει αποφασίσει να πάει ‘κάπου αλλού’ για ένα διάστημα. Το έργο εξερευνά τις καταστάσεις που προκύπτουν από τη φυγή της μητέρας τους, τις διαφορετικές αντιδράσεις του κάθε χαρακτήρα και, τελικά, τους λόγους πίσω από αυτές τις αντιδράσεις.
Η Μούρη Γεμάτη Μούρα είναι η ιστορία τριών πολύ διαφορετικών ανθρώπων οι οποίοι αναγκάζονται, παρά τις διαφωνίες και την απόσταση που έχει πάρει ο ένας από τον άλλον στο ζοφερό παρόν, να ενωθούν. Γιατί μόνο μαζί θα καταφέρουν να αντιμετωπίσουν τις αλλεπάλληλες δυσκολίες που τους πλήττουν.
-Μπορείτε να μας πείτε ορισμένους σκηνοθέτες και θεατρικούς συγγραφείς που σας έχουν επηρεάσει;
Α.Δ.: Η Βρετανή Katie Mitchell και η Γαλλίδα Αριάν Μνουσκίν. Της πρώτης, οι παραστάσεις με γοήτευσαν και με έκαναν να ονειρεύομαι όταν ήμουν φοιτήτρια και τα κείμενα της με έχουν πλουτίσει πολύ σε τεχνικό επίπεδο. Η δεύτερη, μου προκαλεί δέος και θαυμασμό με το συλλογικό και πολυσυλλεκτικό τρόπο δουλειάς της και όταν έτυχε να παρακολουθήσω κάποιες πρόβες του Θεάτρου του Ήλιου πραγματικά μαγεύτηκα!
-Τι σας τράβηξε αρχικά στο θέατρο;
Α.Δ.: Μου φάνηκε σαν παιχνίδι μέσα στο οποίο λέγονται τα απλά αλλά και τα μεγάλα.
-Ποια θα λέγατε πως είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που αντλείτε από την ενασχόλησή σας με αυτό, και ποια η σημαντικότερη δυσκολία που αντιμετωπίζετε;
Α.Δ.: Το θέατρο μου δίνει τη δυνατότητα να εμβαθύνω σε ανθρώπινες συμπεριφορές και καταστάσεις που δεν έχω βιώσει. Και αυτό, για εμένα, είναι συναρπαστικό! Με γοητεύει επίσης πολύ η συνάντηση που συμβαίνει στο θέατρο · η συνάντηση με τους υπόλοιπους συντελεστές με τους οποίους φτιάχνεις από το μηδέν έναν κώδικα μόνο δικό σας και βέβαια η ζωντανή συνάντηση με το κοινό.
Οι δυσκολίες είναι κυρίως οικονομικής και οργανωτικής φύσης και είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν όσο τα θέατρα, ειδικά τα μικρά, δεν υποστηρίζονται όσο θα έπρεπε από την πολιτεία.
-Θεωρείτε πως το κοινό ενδιαφέρεται για το τι έχουν να προτείνουν νέοι δημιουργοί;
Α.Δ.: Ναι, πολύ. Νομίζω πως το κοινό στηρίζει την δημιουργική διάθεση των νέων καλλιτεχνών.
– Αντί «καλής θεατρικής σεζόν», με τι ευχή θέλετε να κλείσουμε;
Α.Δ.: Εύχομαι να είναι μια δημιουργική χρονιά με κουράγιο και όρεξη για δουλειά. Και για ζωή.
Διαβάστε επίσης:
***
-Ποιο έργο σκηνοθετείτε αυτήν την περίοδο; Πού ανεβαίνει;
Κατερίνα Σκουρλή: Σκηνοθετώ την «Πλαστελίνη», του Βασίλι Σίγκαρεφ που θα ανέβει στο θέατρο Σφενδόνη στις 18 Οκτώβρη.
-Πείτε μας λίγα λόγια για την εν λόγω παράσταση.
Κ. Σκ.: Πρόκειται για την ιστορία ενός νεαρού αγοριού που ζει μαζί με την γιαγιά του σε έναν κόσμο γεμάτο απελπισμένους ανθρώπους, οι οποίοι προσπαθούν να εξασφαλίσουν την επιβίωση τους. Σε μια οικονομικά και ηθικά εξαθλιωμένη κοινωνία στη Ρωσία του 2001, που λίγο διαφέρει από τις πόλεις του 2023, ο Μαξίμ παλεύει να βρει έναν τρόπο για να επιβιώσει. Με την πλαστελίνη του πλάθει τα όνειρα του, αντλώντας δύναμη για την καθημερινή αυτή πάλη. Επιλέγει τον έρωτα και τον ηρωισμό για να πολεμήσει και δεν καταθέτει εύκολα τα όπλα. Κάποια στιγμή, φυσικά, αντικρύζει κι αυτός την αλήθεια. Αλλά μέχρι τότε έχει κάνει ό,τι μπορεί. Κι αυτό είναι βαθιά συγκινητικό.
-Μπορείτε να μας πείτε ορισμένους σκηνοθέτες και θεατρικούς συγγραφείς που σας έχουν επηρεάσει;
Κ. Σκ.: Πολλοί σκηνοθέτες με έχουν μέσα στα χρόνια παρασύρει στον κόσμο που δημιουργούν για το κοινό τους, με έχουν κάνει να σκεφτώ. Αν έπρεπε να διαλέξω έναν, θα έλεγα τον Νίκο Καραθάνο, που στα μάτια μου είναι ένας μεγάλος παραμυθάς και χάρη στις παραστάσεις του έχω πάντα στο μυαλό μου ότι για να φτάσει μια ιστορία στο κοινό πρέπει να ειπωθεί σαν παραμύθι, μέσα σε ένα κόσμο μαγικό. Από την άλλη ο κυνισμός και η σκληρότητα των σύγχρονων Ρώσων συγγραφέων -όπως ο Σίγκαρεφ- όπου συνθλίβεται αυτό που ονομάζουμε καθημερινή ζωή απλού ανθρώπου είναι ένα ακόμα στοιχείο που με ενδιαφέρει και στο οποίο επανέρχομαι γιατί μοιάζει τόσο με την αληθινή ζωή.
-Τι σας τράβηξε αρχικά στο θέατρο;
Κ. Σκ.: Η μαγεία του να μοιράζεσαι ιστορίες που σε συγκινούν με άλλους ανθρώπους.
-Ποια θα λέγατε πως είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που αντλείτε από την ενασχόλησή σας με αυτό, και ποια η σημαντικότερη δυσκολία που αντιμετωπίζετε;
Κ. Σκ.: Πιστεύω ότι το θέατρο είναι ομαδική δουλειά. Η δημιουργία από την αρχή μιας ομάδας ηθοποιών που θα πρέπει να συνυπάρξουν σκηνικά έχοντας πραγματική επικοινωνία, νομίζω είναι ό,τι πιο δημιουργικό αλλά συνάμα ό,τι πιο δύσκολο στον τρόπο με τον οποίο έχω επιλέξει να δουλεύω. Είναι μια χρονοβόρα και δύσκολη διαδικασία κατά την οποία πρέπει να κερδηθεί η εμπιστοσύνη, να χαλαρώσουν οι αντιστάσεις που ο καθένας μπορεί να φέρει στην πρόβα και να αφεθεί ο ένας στα χέρια του άλλου με στόχο να δημιουργηθεί μια κοινή σκηνική γλώσσα που θα γεννήσει τον κόσμο του έργου. Όταν αυτό πετυχαίνει η εμπειρία είναι κάτι παραπάνω από απολαυστική. Μπορεί να σε κρατήσει ζωντανό.
-Θεωρείτε πως το κοινό ενδιαφέρεται για το τι έχουν να προτείνουν νέοι δημιουργοί;
Κ. Σκ.: Νομίζω το κοινό ενδιαφέρεται να βλέπει και να ακούει ιστορίες όλων των δημιουργών και των νέων και των πιο παλιών. Ο κάθε δημιουργός προτείνει αυτό που θέλει και το κοινό υποδέχεται και έπειτα δέχεται ή απορρίπτει. Θα έλεγα πως υπάρχει μια νεά γενιά κοινού που θέλει να έρθει σε επαφή με νέους κώδικες, νεες οπτικές αλλά και νέα αφηγήματα. Μια γενιά που θέλει να ακούσει τη φωνή της – αυτά που την απασχολούν – αυτά που την τρομάζουν – και που, όπως φαίνεται, συμβάλλει στη δημιουργία των συνθηκών που ευνοούν τη γέννηση και τη δράση νέων δημιουργών.
-Αντί «καλής θεατρικής σεζόν», με τι ευχή θέλετε να κλείσουμε;
Κ. Σκ.: Να καταφέρουμε να μοιραστούμε με αλήθεια τις ιστορίες που επιλέξαμε, που μας συγκινούν. Λείπει η αλήθεια στην εποχή μας.
Διαβάστε επίσης:
Πλαστελίνη, του Βασίλι Σίγκαρεφ από την ομάδα Αθώο Σώμα ξανά στο Θέατρο Σφενδόνη