Η τέχνη του Τάσου Μισούρα, ισορροπεί ανάμεσα στην ανάγκη για «αφήγηση» –μια αφήγηση ολότελα προσωπική– και στη διαδικασία διαρκούς μετάπλασης και μεταμόρφωσης της οπτικής πραγματικότητας σε μια νέα –απροσδιόριστη, ρευστή και αποσπασματική, αιωρούμενη στο μεταίχμιο της φαντασίας και του ονείρου, του οικείου και του ανοίκειου, του ρητού και του άρρητου. Η στέρεη καλλιτεχνική παιδεία, ο συνεχής πειραματισμός, η μελέτη και η ουσιαστική εξοικείωση με τη μεγάλη κοίτη της ευρωπαϊκής ζωγραφικής παράδοσης, η ευρύτητα, η συνέπεια και η ποιότητα των μορφοπλαστικών του αναζητήσεων, συνέχουν τη διαδρομή του εικαστικού.
Η ζωγραφική του, βαθιά ανθρωποκεντρική, σε άμεση συνάρτηση με ψυχικές και συναισθηματικές καταστάσεις αλλά και πνευματικές διεργασίες και λειτουργίες, ανοίγεται και εξερευνά νέες δυνατότητες αναπαράστασης και νοητικούς μηχανισμούς «κατασκευής» εικόνων, επικαλούμενη μια βαθύτερη επικοινωνία και επαφή μέσα από την αμφισημία, την εσωτερικότητα και τους συμβολισμούς των θεμάτων της, τη μελαγχολική, υπαινικτική και, κάποιες φορές, δυσοίωνη ατμόσφαιρά τους.
Η πλαστικότητα των όγκων, η χρωματική ένταση, η οξύτητα και η ακρίβεια του σχεδίου, οι παραμορφώσεις και η εξπρεσιονιστική γραφή μεγιστοποιούν την δύναμη, την υποβολή και την εκφραστικότητα των έργων του. Οι μορφές, εμβληματικές, σιωπηλές και απόμακρες, επιβάλλονται ολοκληρωτικά σε ελλειπτικούς και απροσδιόριστους, διαστελλόμενους ή δισδιάστατους χώρους, αποκαλύπτονται και αναδύονται σαν φασματικά είδωλα σε παραμορφωτικούς καθρέφτες ή απροσδόκητοι πρωταγωνιστές σε ιδιότυπες θεατρικές σκηνές ενός ταραγμένου και κατακερματισμένου κόσμου κρίσης και μετάβασης, συντάσσουν αλλόκοτες και ανησυχαστικές ιστορίες πολλαπλών αναγνώσεων και αναφορών· ιστορίες για τη ζωή και τον θάνατο, το σκοτάδι και το φως, για τις στιγμές του λαβώματος και της πτώσης αλλά και εκείνες της ανάτασης, της υπέρβασης και της ελπίδας· ιστορίες που εξομολογούνται την ποιητική της απώλειας, της ανολοκλήρωτης προσπάθειας και της καταπιεσμένης επιθυμίας, τους διχασμούς και τις παγιδεύσεις, τις δυσαρμονίες και τις αντιφάσεις της ανθρώπινης κατάστασης, τη μεταφυσική αγωνία και τη μοναξιά, την αποξένωση και τις περιπέτειες της ύπαρξης.
Στις συνθέσεις του Τάσου Μισούρα, το παράδοξο συνυπάρχει με το αίνιγμα, η συγκίνηση και η ευαισθησία με τη δραματικότητα, το φρικώδες και το νοσηρό στοιχείο συμβιώνει με το ανορθολογικό και το στοιχείο της υπερβολής, το γκροτέσκο μ’ έναν υφέρποντα ερωτισμό και μια υποδόρια ναρκισσιστική αίσθηση –χωρίς, ωστόσο, αυτές να στερούνται λυρικής διάθεσης, ανατρεπτικού πνεύματος και ρομαντικού αισθήματος.