Η ταινία “Better Man” αποτυπώνει την άνοδο, την πτώση και την αναγέννηση του Ρόμπι Γουίλιαμς, ενός εκ των εμπορικότερων καλλιτεχνών της βρετανικής μουσικής σκηνής. Εμπνευσμένος από προσωπικά βιώματα του αγαπημένου δημιουργού, ο σκηνοθέτης και συν-σεναριογράφος της ταινίας Μάικλ Γκρέισι (“The Greatest Showman”), υπόσχεται μια κινηματογραφική εμπειρία που δεν μοιάζει με καμιά άλλη!

Ο Ρόμπι Γουίλιαμς ήταν μόλις 15 ετών όταν συμμετείχε στην ακρόαση που διοργάνωνε ο μάνατζερ Νάιτζελ Μάρτιν Σμιθ. Στόχος του αμφιλεγόμενου Σμιθ ήταν να δημιουργήσει ένα βρετανικό boyband που θα γνώριζε αντίστοιχη επιτυχία με τους New Kids on the Block. Τελικά, ο Ρόμπι Γουίλιαμς επιλέχθηκε για το συγκρότημα που θα ονομαζόταν Take That και έμελλε να μετατραπεί σε ένα από τα πιο επιτυχημένα συγκροτήματα της βρετανικής μουσικής σκηνής.

Στην ταινία Better Man, τον ρόλο του Σμιθ υποδύεται ο Αυστραλός ηθοποιός Ντέιμον Χέριμαν. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Νάιτζελ είχε εξαιρετική ικανότητα να αναγνωρίζει ταλέντα», λέει ο Χέριμαν. «Είδε πάρα πολλά άτομα και κατέληξε σε αυτούς τους πέντε που ο καθένας είχε να προσφέρει κάτι πολύ διαφορετικό. Δεν νομίζω πως μπορεί να υποτιμηθεί η συνεισφορά του στην επιτυχία του συγκροτήματος. Εξασφάλιζε ότι θα έδιναν συνέχεια συναυλίας, μεγαλώνοντας το ακροατήριό τους, προσέλαβε σπουδαίους χορογράφους. Κατά μία έννοια, θα μπορούσαμε να πούμε πως ο Νάιτζελ έδωσε το κίνητρο στον Ρόμπι να πετύχει στη σόλο καριέρα του, μιας και ο ίδιος ο Ρόμπι είχε πει σε μία παλιότερη συνέντευξή του πως αυτό που πάντα ήθελε ήταν να τον αγαπήσει ο Νάιτζελ, αλλά ποτέ δεν το ένιωσε αυτό όσο ήταν στους Take That».

Ο σκηνοθέτης Μάικλ Γκρέισι, γνώριζε τον Χέριμαν για πολύ καιρό, ελπίζοντας πως κάποια στιγμή θα καταφέρουν να συνεργαστούν. «Ο Ντέιμον είναι εξαιρετικά ταλαντούχος», αναφέρει. «Η απόδοσή του ως Νάιτζελ ήταν απολαυστική. Οι ματιές που ρίχνει στα μέλη είναι τόσο εκφραστική. Το κάνει με έναν τρόπο που σε κάνει να χαμογελάς, ακόμα και όταν γίνεται σκληρός».

Οι Take That στη μεγάλη οθόνη

Η ταινία ζωντανεύει την ενέργεια και τη φιλία των μελών του συγκροτήματος, με μήνες προετοιμασίας να προηγούνται για τη χορογραφία και τις ερμηνείες των ηθοποιών. Ο Τζόνο Ντέιβις ενσαρκώνει τον Ρόμπι Γουίλιαμς, ενώ οι υπόλοιποι ηθοποιοί παίζουν τους Γκάρι Μπάρλοου (Τζέικ Σίμανς), Χάουαρντ Ντόναλντ (Λίαμ Χεντ), Τζέισον Όραντζ (Τσέις Βολενβάιντερ) και Μαρκ Όουεν (Τζέσι Χάιντ). «Δημιουργήσαμε μια πολύ στενή φιλία», δηλώνει ο Ντέιβις. «Είμαστε πολύ δεμένοι, οπότε ο Μάικλ μας επέτρεψε να αυτοσχεδιάσουμε».

Ο Σίμανς περιγράφει τον Γκάρι Μπάρλοου ως «αγκάθι στο πλευρό του Ρόμπι», λόγω της διαμάχης τους για τον δημιουργικό έλεγχο του συγκροτήματος. Ο Χάιντ από την άλλη σημειώνει ότι ο Μαρκ Όουεν ήταν συχνά ο μόνος φίλος του Ρόμπι στη μπάντα, προσπαθώντας να κρατήσει τις ισορροπίες, ενώ ο Βολενβάιντερ παρατηρεί πως τα μέλη του συγκροτήματος ξεκίνησαν ως πραγματικοί φίλοι, μη γνωρίζοντας πού έμπλεκαν, αλλά η απότομη φήμη και η πίεση που τη συνόδευε άλλαξε τη δυναμική στη σχέση τους, οδηγώντας σε συγκρούσεις.

Για τον Μάικλ Γκρέισι η εύρεση των κατάλληλων ηθοποιών που θα ερμήνευαν τα μέλη των Take That ήταν μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ταινίας. «Όταν τους βρήκαμε όμως, ήταν πραγματικά ιδιαίτερο να τους βλέπεις να κάνουν πρόβες μαζί και νομίζω πως αυτό το δέσιμο αποτυπώνεται στην οθόνη. Έμοιαζε λες και γνωρίζονταν καιρό. Η συνύπαρξη αυτών των ατόμων πρόσφερε μια αναπάντεχη ευτυχία», προσθέτει ο Γκρέισι.

Η πτώση και η αναγέννηση μετά την αποχώρηση από τους Take That

Ο Γουίλιαμς αναπολεί τα πρώτα του χρόνια με τους Take That, ενθυμούμενος πως όλοι βρήκαν αμέσως τον ρόλο τους στο συγκρότημα. «Ο δικός μου ήταν να είμαι ο ενοχλητικός, ο τύπος που έμπλεκε διαρκώς», θυμάται. «Φαντάζομαι, ανταποκρίθηκα στο ρόλο μου. Η αντίδρασή μου στην αδιαφορία ήταν να τα τινάξω όλα στον αέρα. Η φήμη σε τόσο νεαρή ηλικία είναι διαβρωτική και τοξική».

Το 1995, ο Γουίλιαμς αποχώρησε από το συγκρότημα με τα μέλη να επανασυνδέονται το 2009 για ένα νέο δίσκο και μια σειρά συναυλιών. Η σχέση ανάμεσά τους πλέον είναι πολύ καλή και όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γουίλιαμς, «Αν αυτή ήταν μια ταινία για τον Ρόμπι Γουίλιαμς από το 2009 μέχρι σήμερα, θα ήταν μια ρομαντική ιστορία με τον Γκάρι Μπάρλοου».

Από την αποχώρησή του και μετά, ο Γουίλιαμς βυθίστηκε σταδιακά σε μια αυτοκαταστροφική πορεία, γεμάτη εξαρτήσεις και αμφιβολίες∙ μία περίοδο την οποία η ταινία δεν αποφεύγει να αποτυπώσει σε όλη της την τραγικότητά. «Ο Ρομπ αγχώνεται και αμφιβάλλει διαρκώς», παρατηρεί ο Γκρέισι. «Δίνει μια πραγματική μάχη, με την οποία όλοι μπορούν να ταυτιστούν ως έναν βαθμό. Η ιδέα ότι δεν αξίζεις να αγαπηθείς, την ίδια στιγμή που 100.000 άτομα ουρλιάζουν το όνομά σου, σε κάνει να αισθάνεσαι τόσο μόνος. Είναι κάτι που δεν κατανοείς μέχρι να το αντιληφθείς. Είμαστε τόσο τυχεροί που ο Ρομπ μας άφησε να τα δείξουμε όλα αυτά».

Ο ίδιος ο Γουίλιαμς παραδέχεται πως οι αμφιβολίες και το άγχος για τον εαυτό του ποτέ δεν τον εγκατέλειψαν. «Από πού προέρχεται αυτό; Υπάρχει κάποιο τραύμα από την παιδική ηλικία που ζει μέσα μου και βγαίνει στις στιγμές όπου περιμένουν πολλά από μένα. Η τρομερή έλλειψη αυτοεκτίμησης, σε συνδυασμό με την πομπώδη εικόνα που προβάλλω στη σκηνή, είναι κάτι το ιδιαίτερο. Λίγοι το βιώνουν έτσι, αλλά ελπίζω οι άνθρωποι να μπορούν να το κατανοήσουν, γιατί το άγχος είναι άγχος».

Η δύναμη της αναγέννησης

Αυτή η ανθρώπινη και συγκινητική πορεία ζωής αποτελεί, σύμφωνα με τον Γκρέισι, την καρδιά της ταινίας. «Βλέπεις κάποιον να ανεβαίνει στην κορυφή όχι μία, αλλά δύο φορές», αναφέρει, σημειώνοντας την τεράστια επιτυχία της σόλο καριέρας του Γουίλιαμς μετά την αποχώρησή του από τους Take That. Λίγο αργότερα συμπληρώνει, «Έπεσε στο χαμηλότερο σημείο μετά τους Take That. Ουσιαστικά, οι άνθρωποι έλεγαν, “Τελείωσε. Είσαι 21, είχες τη στιγμή σου στη δημοσιότητα.” Και παρά όλα όσα του έλεγαν, τα κατάφερε ξανά, και ως σόλο καλλιτέχνης ήταν ακόμα πιο επιτυχημένος. Για μένα, το να ορθοποδείς και να το κάνεις όλο αυτό από την αρχή είναι απίστευτο. Υπάρχει πραγματική συγκίνηση στο να βλέπεις κάποιον να κάνει το αδύνατο».

Η ιστορία πίσω από την πιο πρωτότυπη ταινία της χρονιάς

Η φιλία του Ρόμπι Γουίλιαμς και του Μάικλ Γκρέισι ξεκίνησε όσο ο δεύτερος βρισκόταν στη διαδικασία παραγωγής της ταινίας The Greatest Showman. Κάθε φορά που ο Χιού Τζακμαν, πρωταγωνιστής της ταινίας, αναφερόταν στο ρόλο του, συνήθιζε να τον παρομοιάζει με τον Ρόμπι Γουίλιαμς. Ο Γουίλιαμς είχε μετατραπεί σε σημείο αναφοράς για την προσέγγιση του ηθοποιού στο ρόλο, οπότε όταν ο Τζακμαν είχε αμφιβολίες για την απόδοσή του, ο Γκρέισι γνώριζε πολύ καλά πως μόνο ένα άτομο θα μπορούσε να τον καθησυχάσει: ο ίδιος ο Ρόμπι Γουίλιαμς.

Σύντομα, έκλεισε ραντεβού με τον τραγουδιστή και του ζήτησε να ακούσει τα τραγούδια. Εκείνος τα λάτρεψε, οπότε ο Γκρέισι τού ζήτησε να ηχογραφήσει ένα βίντεο για να στείλουν στον Τζάκμαν. Έκτοτε, ο Γουίλιαμς και ο Γκρέισι έγιναν καλοί φίλοι, περνώντας αμέτρητες ώρες μαζί. Στις συναντήσεις τους, ο Ρόμπι Γουίλιαμς εξιστορούσε εμπειρίες από τη ζωή του με τρόπο που συνεπήρε τον Γκρέισι, οπότε εκείνος άρχισε να τις ηχογραφεί. «Οι ιστορίες του ήταν καταπληκτικές», θυμάται ο Γκρέισι. «Είναι μια ιστορία κατάκτησης φήμης, αλλά αυτό που την έκανε πραγματικά ιδιαίτερη είναι ο τρόπος που την αφηγήθηκε ο Ρόμπ. Οπότε του είπα ότι πρέπει να τις καταγράψει. Σε εκείνο το σημείο, δεν γνώριζα τον σκοπό, αλλά του είπα πως την επόμενη φορά που θα είμαι στο Λος Άντζελες, θα έρθω και θα τον ηχογραφήσω. Αυτό το κάναμε για τους επόμενους 18 μήνες. Υπήρχε ένα πολύ ωραίο σημείο τομής ανάμεσα στον αφηγητή και τον περφόρμερ και οι ηχογραφήσεις μας το αποτύπωσαν με τον πιο άμεσο τρόπο», συνεχίζει ο Γκρέισι.

Τους επόμενους μήνες, ο Γκρέισι επέστρεψε στο υλικό, άρχισε να το μοντάρει αναζητώντας ένα αφηγηματικό νήμα. «Έκλεινα τα μάτια μου και οραματιζόμουν την ταινία. Ήταν συναρπαστικό γιατί υπήρχαν διαχρονικές θεματικές. Είναι μια ιστορία για την πραγματοποίηση των ονείρων σου, την ικανότητα να κοιτάς στον καθρέφτη και να αγαπάς αυτό που βλέπεις, να αποδέχεσαι το άτομο που είσαι», παρατηρεί ο σκηνοθέτης. Ο ίδιος ο Γουίλιαμς περιγράφει την ιστορία του ως μια μια σειρά «πραγματικά αναξιομνημόνευτων πραγμάτων που συνέβησαν σε έναν ιδιαίτερα αναξιομνημόνευτο άνθρωπο», ελπίζοντας ωστόσο πως το κοινό θα βρει τρόπο να ταυτιστεί με τα βιώματά του, καθώς όπως αναφέρει «η μουσική μπορεί να μιλήσει στην ψυχή, με τρόπο που δεν μπορούν να το κάνουν μόνο οι λέξεις».

Τι φάση με την μαϊμού; Και όχι δεν είναι το «Me and My Monkey»

Ο δημοφιλής τραγουδιστής παραδέχεται γελώντας πως για τις ανάγκες της ταινίας αποκάλυψε πολλά περισσότερα απ’ όσα θα έπρεπε, παρουσιάζοντας τις όμορφες, αλλά και τις άσχημες, τις πιο σκληρές πτυχές της ζωής του. Μάλιστα, όπως παρατήρησε ο Γκρέισι ακούγοντας ξανά και ξανά τις ηχογραφήσεις, ο Γουίλιαμς αναφερόταν πάρα πολύ συχνά στον εαυτό ως «μαϊμού», δίνοντας την έμπνευση στον Γκρέισι να τον αποτυπώσει με τον πιο ανορθόδοξο τρόπο. «Δεν θα ήταν υπέροχο να τον αναπαραστήσω ως μαϊμού στην ταινία;», αναρωτήθηκε ο Γκρέισι. «Ο Ρόμπι αφηγείται την ιστορία -όπως μου την έλεγε εμένα στις συναντήσεις μας- και έτσι βλέπει τον εαυτό του», σχολιάζει ο Γκρέισι. Κάπως έτσι πάρθηκε τελικά η τολμηρή απόφαση ο Ρόμπι Γουίλιαμς να απεικονίζεται στη διάρκεια όλης της ταινίας ως ψηφιακή μαϊμού.

«Η ζωή μου μοιάζει διαρκώς με ακροβασία σε τεντωμένο σχοινί χωρίς δίχτυ ασφαλείας», παραδέχεται ο Γουίλιαμς. «Μπορώ να πέσω ανά πάσα στιγμή, και πολλές φορές το κάνω. Οπότε, όταν ο Μάικλ ήρθε στο σπίτι και είπε, ‘Ας σε κάνουμε μαϊμού,’ αμέσως ένιωσα ότι ήταν το μεγαλύτερο ρίσκο που θα μπορούσε να υπάρξει για αυτή την ταινία. Μου άρεσε τόσο πολύ το ρίσκο που έπαιρνε, και ήξερα ότι έπρεπε να το προχωρήσουμε. Μου φάνηκε απόλυτα λογικό, και είναι τόσο συναρπαστικό και διαφορετικό. Στη βιομηχανία του θεάματος υπάρχει η απαίτηση να γίνεις ρομπότ ή μαϊμού. Και εγώ διάλεξα τη μαϊμού».

Τελικά, αποδείχθηκε πως το εύρημα του Γκρέισι λειτούργησε ευεργετικά για την ίδια την ταινία. «Όταν βάζεις μια μαϊμού στη σκηνή, δεν μπορείς παρά να την κοιτάς, ακόμα και όταν δεν μιλάει», παρατηρεί ο σκηνοθέτης. «Και αυτό αποτυπώνει ακριβώς το τι σημαίνει να είσαι διάσημος. Δεν μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω τους. Οπότε για εμένα, η μαϊμού δεν αντικατοπτρίζει μονάχα τον τρόπο που ο Ρομπ βλέπει τον εαυτό του, αλλά δημιουργεί και έναν αστέρα σε κάθε πλάνο της ταινίας».

Πώς η Wētā δημιούργησε την ψηφιακή μαϊμού

Για να διασφαλιστεί ότι ο κεντρικός χαρακτήρας θα συνδυαζόταν απρόσκοπτα από την ερμηνεία του Τζόνο Ντέιβις και τον δικό τρόπο κίνησης του Ρόμπι Γουίλιαμς, δεν υπήρξε ποτέ αμφιβολία ότι η βραβευμένη ομάδα της Wētā FX ήταν η καταλληλότερη για την δουλειά. Από τότε που ο Γκρέισι ήταν έφηβος και ξεκινούσε στον τομέα των οπτικών εφέ στο Σίδνεϊ, ονειρευόταν κάποια μέρα να συνεργαστεί με τη Wētā, την εταιρεία πίσω από εμβληματικούς ψηφιακούς χαρακτήρες όπως ο Γκόλουμ από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Εξοπλισμένος με τις δισδιάστατες σχεδιαστικές του ιδέες και τα conceptart, ο Γκρέισι παρουσίασε το όραμά του στον εκτελεστικό παραγωγό VFX της Wētā, Ντέιβιντ Κόνλεϊ. Εντυπωσιασμένος τόσο από το σενάριο όσο και από τις φιλοδοξίες του Γκρέισι, ο Κόνλεϊ όχι μόνο αγκάλιασε το έργο, αλλά βοήθησε επίσης στην τρισδιάστατη προετοιμασία βασικών μουσικών σκηνών και στη μετατροπή των σχεδίων του Γκρέισι σε ρεαλιστικούς 3D χαρακτήρες. Το πάθος της Wētā και η αδιάκοπη πίστη τους στην ταινία θα τους οδηγούσε τελικά να ανοίξουν ένα στούντιο στη Μελβούρνη για τις ανάκες παραγωγής της ταινίας.

Ο επιβλέπων των οπτικών εφέ Λουκ Μίλαρ ήταν υπεύθυνος για όλα τα οπτικά εφέ της ταινίας και, αν και το μεγαλύτερο κομμάτι της δουλειάς ήταν αναμφισβήτητα η ψηφιακή αποτύπωση του Γουίλιαμς στην οθόνη, υπήρχαν επίσης πολλά ψηφιακά περιβάλλοντα και επεκτάσεις που έπρεπε να δημιουργηθούν. Ο Μίλαρ συνεργάστηκε στενά με τον παραγωγό οπτικών εφέ Άντι Τέιλορ και την υπόλοιπη ομάδα της Wētā, και μαζί με τον Γκρέισι, ο οποίος προέρχεται από τον τομέα των εφέ, δημιούργησαν μια ονειρική ομάδα.

Ο Μίλαρ θεωρεί πως η μοναδικότητα του Better Man πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο του πώς εμφανίζεται ο ψηφιακός χαρακτήρας στην οθόνη. «Δεν μπορώ να σκεφτώ καμία ταινία μέχρι σήμερα που να καλύπτει όλη την γκάμα των ανθρώπινων συναισθημάτων και να έχουμε εκπροσωπήσει όλο αυτό το εύρος συναισθημάτων με έναν ψηφιακό χαρακτήρα», λέει ο Μίλαρ. «Στο παρελθόν, συνήθως δημιουργούσαμε αυτούς τους χαρακτήρες σε ταινίες υπερηρώων ή περιπέτειες ή φαντασίες. Δεν έχει ξαναγίνει ποτέ σε μια τόσο θεμελιώδη και σκληρή πραγματικότητα και αυτό ήταν ένα από τα πιο συναρπαστικά πράγματα».

Στη δημιουργία ενός πιθήκου με την προσωπικότητα του Ρόμπι Γουίλιαμς, ο βασικός στόχος ήταν να αποφευχθεί το να εμφανιστεί ο χαρακτήρας ως κωμικός. «Χαρακτήρες ή ζώα που έχουν αποκτήσει ανθρώπινα χαρακτηριστικά, μπορούν γρήγορα να καταλήξουν σε ταινίες για παιδιά ή κινούμενα σχέδια, αλλά σε αυτή την περίπτωση, χρειαζόμασταν κάτι που να είναι ισχυρό, συναισθηματικό και ρεαλιστικό», λέει ο Μίλαρ. «Υπάρχουν πολλά πράγματα που θα κάνει αυτός ο χαρακτήρας, αλλά έπρεπε να τα αντιμετωπίσουμε με πολύ λεπτό τρόπο για να μην καταλήξουμε γρήγορα σε κάτι χιουμοριστικό».

Ευτυχώς, η Wētā είχε τεράστια εμπειρία στη δημιουργία ψηφιακών πιθήκων, οπότε ξεκινούσαν από μια σταθερή βάση. «Αλλά υπήρχαν ακόμα νέες τεχνολογίες, νέες ιδέες και οπτικά στοιχεία που θέλαμε να φέρουμε σε αυτή την περίπτωση», λέει ο Τέιλορ. «Και αυτό το πλάσμα, αυτός ο Ρόμπι – και νέος και μεγάλος – πιθανότατα είχε 100 κοστούμια που θα φορούσε, μαζί με διαφορετικά χτενίσματα, χωρίς να αναφέρουμε το ξύρισμα των μαλλιών του στην κάμερα. Όλα αυτά ήταν πράγματα που δεν είχαμε ξανακάνει, οπότε εξερευνούσαμε. Ήταν συναρπαστικό».

Η εύρεση της τέλειας ισορροπίας ανάμεσα στην μαϊμού και τις εκφράσεις του Γουίλιαμς μια αρκετά απαιτητική διαδικασία με μεγάλη προσοχή στις λεπτομέρειες. «Είναι πολύ Ρόμπι; Ή είναι πολύ πίθηκος;», ρωτούσε διαρκώς ο Γκρέισι. «Έπρεπε να βλέπεις χαρακτηριστικά του Ρόμπι, αλλά δεν έπρεπε να βρεθείς σε αυτό το παράξενο σημείο που να είναι απλά μια φουντωτή εκδοχή του», σημειώνει ο σκηνοθέτης.

Παρά την ποσότητα του εξοπλισμού που έπρεπε να φορέσει ο Γουίλιαμς για να καταγράψουν τις κινήσεις του, η δημιουργική ομάδα λέει ότι ο τραγουδιστής ανταποκρίθηκε με απόλυτα φυσικό τρόπο. «Ο Ρόμπι έπρεπε να ντυθεί με μια γκρι στολή με ένα ολόκληρο δίκτυο LED συνδεδεμένο με βέλκρο στην εξωτερική πλευρά της στολής», εξηγεί ο Μίλαρ. «Υπήρχε ένα κράνος που φορούσε με έναν μεγάλο βραχίονα, και υπήρχαν περίπου 50 δείκτες τοποθετημένοι στο πρόσωπό του. Ο Ρόμπι ήταν υπέροχος με αυτό. Είναι από τους πιο εύκολους ανθρώπους με τους οποίους έχουμε δουλέψει σε αυτόν τον τομέα».

«Ο Ρομπ είναι τεράστιος φαν του κινηματογράφου και παρακολουθεί πολλά βίντεο με γυρίσματα, οπότε ήξερε ήδη πολλές από τις διαδικασίες», επιβεβαιώνει ο Τέιλορ. «Μιλήσαμε για τα βασικά του κοστουμιού κίνησης και του συστήματος κινησιολογίας προσώπου, και το πήρε με ψυχραιμία. Ήταν πολύ πρόθυμος να συμμετάσχει, να είναι μέρος της ομάδας, κάτι που ήταν καταπληκτικό».

Ο Τζόνο Ντέιβις ήταν νέος στη διαδικασία της τεχνολογίας motioncapture, αλλά προσαρμόστηκε γρήγορα στα πρόσθετα στοιχεία που απαιτούσε η δουλειά του. Φορούσε ένα κράνος με έναν βραχίονα που είχε δύο ευρυγώνιες κάμερες τοποθετημένες μπροστά και είχε κουκκίδες εφαρμοσμένες στο πρόσωπό του για μια σειρά από δοκιμές, πριν αυτές μεταφερθούν σε μια πλαστική μάσκα. Αυτή η μάσκα τυπώθηκε από μια σάρωση του προσώπου του ηθοποιού ώστε να ταιριάζει απόλυτα και να επιτρέπει την ακριβή τοποθέτηση για τις επόμενες σκηνές. «Οι δύο κάμερες που ήταν τοποθετημένες στον βραχίονα κοιτούσαν πάντα το πρόσωπο του Τζόνο κατά τη διάρκεια της ερμηνείας του», εξηγεί ο Μίλαρ. «Έτσι μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε πώς κινούνταν αυτές οι κουκκίδες κατά την ερμηνεία και στη συνέχεια η σχέση αυτών των κουκκίδων μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να οδηγήσει την animation facial puppet και να αναδημιουργήσει τις κινήσεις».

Παρόλο που υπήρχαν σωματικές απαιτήσεις και κινήσεις της κάμερας στις οποίες έπρεπε να είναι προσεκτικός ο Ντέιβις, έπρεπε επίσης να διασφαλίσει ότι παρέμενε πλήρως αφοσιωμένος στην ερμηνεία. «Έπρεπε να συνηθίσω να φοράω τη στολή motion capture, να έχω τον βραχίονα στο κεφάλι και να καταλαβαίνω τις γραμμές των ματιών όταν έχεις κράνος στο κεφάλι – γιατί αλλάζει την περιφερειακή σου όραση – αλλά έπρεπε επίσης να φροντίζω να είμαι ανοιχτός στη σκηνή», εξηγεί ο Ντέιβις. «Ο Μάικλ μου είπε να παίξω αυτόν τον ρόλο όπως κάθε άλλο και να συνδεθώ με το άτομο που έπαιζα απέναντί του, σκεπτόμενος τι ήταν σημαντικό και τι προσπαθούσα να πετύχω στη σκηνή. Στη συνέχεια, τοποθετούσαν το σχέδιο του πιθήκου πάνω από αυτό. Έτσι, δεν υπήρχε κάποιος animator που να σχεδίαζε νέα συναισθήματα ή να δημιουργούσε νέες εκφράσεις. Είχαμε πάντα τουλάχιστον 40 διαφορετικές κάμερες στο σετ, καθώς και την κύρια κάμερα που κατέγραφε ό,τι έκανα».

Πώς το Better Man επαναπροσδιόρισε τις μεγαλύτερες επιτυχίες του Ρόμπι Γουίλιαμς

Για τον Ρόμπι Γουίλιαμς, η σύνθεση μουσικής ήταν κάτι που την ένιωθε ως έμφυτη ικανότητα– ακόμη και πριν επιχειρήσει να γράψει το πρώτο του τραγούδι. «Έγραφα ποίηση όταν ήμουν στους Take That», θυμάται ο τραγουδιστής. «Και μετά απήγγειλα την ποίησή μου σε κόσμο, και εκείνοι πραγματικά πίστευαν ότι ήταν κάτι που δεν ήταν χάλια. Έτσι σκέφτηκα, “Ε, πρέπει να το κάνω μουσική. Πρέπει να βάλω νότες σε αυτές τις λέξεις.” Και μόλις κατάλαβα πώς να το κάνω, δεν ήθελα να σταματήσω. Έχω γράψει περίπου 800 τραγούδια και θέλω να συνεχίσω».

Ήδη από τον πρώτο καιρό ανάπτυξης της ταινίας, ο Μάικλ Γκρέισι ήξερε ότι δεν ήθελε να περιλαμβάνει μόνο τις ραδιοφωνικές εκδοχές των τραγουδιών του Γουίλιαμς. Έτσι, νέες εκδοχές των «Angels», «Feel», «Better Man», «Let Me Entertain You», «Something Beautiful», «Rock DJ», «She’s the One», «Come Undone» και πολλών άλλων ηχογραφήθηκαν εκ νέου για τις ανάγκες της ταινίας. Ωστόσο, επειδή αυτά τα κομμάτια έχουν αγαπηθεί τόσο από το κοινό, έπρεπε να βρεθεί η σωστή ισορροπία. Από τη μία, να εξυπηρετείται η αφήγηση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο κι απ’ την άλλη να μην απομακρύνονται πολύ από τις πρωτότυπες εκδοχές.

«Δεν αλλάξαμε τους στίχους, αλλά εστιάζουμε σε αυτούς για να μας πουν περισσότερα για το τι περνούσε ο Ρομπ», εξηγεί ο Γκρέισι, ο οποίος προσθέτει πως το κάθε τραγούδι σχετίζεται στιχουργικά με το ό,τι συμβαίνει εκείνη τη στιγμή στην αφήγηση, ενισχύοντάς την.

Για τις ανάγκες της ταινίας, ο Γκρέισι συνεργάστηκε στενά με την μουσική επιμελήτρια Τζόρνταν Κάρολ με την οποία είχαν δουλέψει μαζί και για το The Greatest Showman. «Ο Μάικλ είναι ένας εξαιρετικός αφηγητής και έχει μια απίστευτη μουσικότητα», λέει η Κάρολ για την επανένωση με τον σκηνοθέτη. «Η έμφυτη ικανότητά του να δημιουργεί σεκάνς που όχι μόνο σε συναρπάζουν οπτικά αλλά σε αγγίζουν και συναισθηματικά, είναι αξεπέραστη – και θέλει πάντα η μουσική να πηγαίνει χέρι-χέρι με τα οπτικά ερεθίσματα».

Παρ’ ότι η Κάρολ γνώριζε ήδη τις μεγαλύτερες επιτυχίες του Γουίλιαμς, η συστηματικότερη ενασχόλησή της με την δισκογραφία του την άφησε άφωνη, μένοντας εντυπωσιασμένη από την μουσική εξέλιξη και το εύρος του.

Είναι απίστευτο το πώς αυτά τα τραγούδια, που υπήρχαν για χρόνια αυτόνομα, ξαφνικά αποκτούν νέα ζωή μέσα στο πλαίσιο της αφήγησης της ταινίας. Ο Γκρέισι σημειώνει πως, όπως συμβαίνει πάντοτε με τις ταινίες, τα γεγονότα και τα πρόσωπα της ζωής του Γουίλιαμς χρειάστηκε να προσαρμοστούν στις δραματουργικές ανάγκες. Κάπως έτσι, ορισμένοι χαρακτήρες είναι συνδυασμός τεσσάρων διαφορετικών ατόμων, ωστόσο η αλήθεια της εμπειρίας του Γουίλιαμς παραμένει.

Αντίστοιχα, και η σειρά «εμφάνισης» των τραγουδιών μπορεί να μην ανταποκρίνεται στη σειρά με την οποία δημοσιεύτηκαν, αλλά δόθηκε έμφαση στην εξυπηρέτηση της πλοκής. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι το τραγούδι “Feel” το οποίο εμφανίζεται νωρίς στην ταινία, παρόλο που γράφτηκε κατά τη σόλο καριέρα του Γουίλιαμς. Στο πλαίσιο της ταινίας, το τραγούδι χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια περίοδο όπου ο Γουίλιαμς ήταν μικρό παιδί και ονειρευόταν να είναι με τον πατέρα του. «Προσπαθεί να ξαναζήσει τι σημαίνει να είναι κοντά σε ένα άτομο που αγαπά», εξηγεί ο Γκρέισι. «Ξαφνικά, οι στίχοι του ‘Feel’ αποκτούν πολύ μεγαλύτερο βάρος, ειδικά όταν το τραγουδά αυτό το μικρό πιθηκάκι. Βλέπεις ένα παιδί να προσπαθεί να αναδημιουργήσει τις ευτυχισμένες στιγμές που είχε με τον πατέρα του».«Το ‘Feel’ γράφτηκε σε μια περίοδο όπου δεν είχα νιώσει την θλίψη τόσο έντονα όσο εκείνη τη μέρα», θυμάται ο Γουίλιαμς. «Η ζωή μου έχει σημαδευτεί από ψυχικές ασθένειες, και ειδικά αυτό το τραγούδι προέρχεται από τον μικρό σπόρο στη ρίζα της λύπης και της αίσθησης όσων χάθηκαν».

Στην περίπτωση του “Angels”, μιας από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του Γουίλιαμς, πάρθηκε η δημιουργική απόφαση να παίξει το τραγούδι αφού ο τραγουδιστής μαθαίνει για τον θάνατο της αγαπημένης του γιαγιάς. «Όταν διαμορφώναμε την ιστορία, θέλαμε να έχει τησυναισθηματική δύναμη που επικοινωνεί την απώλεια της γιαγιάς του και το τι σήμαινε για τον Ρομπ», λέει ο Γκρέισι. «Έτσι, το να έχουμε το ‘Angels’ σε εκείνη τη στιγμή φαινόταν σωστό».

«Οι περισσότεροι άνθρωποι αντιλαμβάνονται το ‘Angels’ ως ένα τραγούδι για αγαπημένους που έχουν χαθεί», συμφωνεί ο Γουίλιαμς. «Και είναι απίστευτα συγκινητικό σε αυτή την ταινία λόγω της σχέσης που ο κόσμος έχει δει να έχω με τη γιαγιά μου, μια σχέση που ήταν πράγματι τόσο ισχυρή και γεμάτη αγάπη και πόνο όσο την παρουσιάζει η ταινία».

Η Carroll θυμάται τα πολλά «μουσικά συμπόσια» που διοργάνωνε η δημιουργική ομάδα, όπου παρακολουθούσαν ολόκληρη την ταινία και επαναξιολογούσαν προσεκτικά κάθε μουσική στιγμή για να διασφαλίσουν ότι λειτουργούσε όπως έπρεπε. «Εργαστήκαμε ακούραστα για να διασφαλίσουμε ότι η μουσική και τα ορχηστρικά κομμάτια δεν ήταν μόνο ο συνδετικός ιστός της μουσικής αφήγησης, αλλά και ότι αφήναμε ορισμένες εμβληματικές μελωδίες που θα αναγνώριζε το κοινό», εξηγεί.

Γυρίζοντας την πιο εντυπωσιακή σεκάνς της ταινίας στην Regent Street

Ίσως η πιο εντυπωσιακή σκηνή της ταινίας να είναι η φαντασμαγορική παρουσίαση του “Rock DJ” που εμφανίζεται κατά την περίοδο του Γουίλιαμς με τους Take That, αν και γράφτηκε αρκετά χρόνια αργότερα. «Ήταν περισσότερο ένας τρόπος για να μπούμε στο μυαλό του Ρομπ και να προβάλλουμε τη φαντασία που έχει για τον εαυτό του ως ροκ σταρ», εξηγεί ο Γκρέισι. «Στιχουργικά, το ‘Rock DJ’ λειτούργησε τέλεια για εκείνη τη στιγμή».

Ο Γκρέισι ήξερε ότι ήθελε να γυρίσει τη σκηνή στη φημισμένη Regent Street του Λονδίνου, και παρόλο που πήρε την άδεια να κλείσει τον δρόμο – κάτι αρκετά σπάνιο – αντιμετώπισε μια απροσδόκητη πρόκληση: τον θάνατο της Βασίλισσας Ελισάβετ την ημέρα των γυρισμάτων. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να γίνει μια τεράστια αναδιοργάνωση του προγράμματος στο τέλος της βασικής παραγωγής. Στο μεταξύ, η δημιουργική ομάδα πέρασε πολλά βράδια στη Regent Street, χρησιμοποιώντας ένα iPhone για να τραβήξει πρόβες, ενώ οι χορογράφοι και οι χορευτές σχεδίαζαν την κίνηση στον δρόμο. Στη συνέχεια, αναλύαν τα πλάνα, έκαναν αλλαγές και δοκίμαζαν ξανά.

«Μέχρι να φτάσουμε στα γυρίσματα, είχαμε ένα πολύ λεπτομερές προ-σχέδιο, μια κινούμενη εκδοχή ολόκληρης της σκηνής», εξηγεί ο Γκρέισι. «Και στη συνέχεια το αναλύαμε με κάθε τμήμα για να είμαστε απολύτως ξεκάθαροι για το τι θα γυρίζαμε κάθε βράδυ. Ήταν ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο, αλλά τα καταφέραμε. Το να κλείσουμε τη Regent Street και να έχουμε 500 ανθρώπους να χορεύουν εκεί ήταν μια από τις καλύτερες στιγμές της ζωής μου. Παρόλο που ήταν τρεις το πρωί, μπορούσες να δεις τη χαρά που είχαν οι άνθρωποι, και είμαι μεγάλος πιστός στο περιβάλλον μέσα στο οποίο καταγράφεται κάτι. Ακόμα και ανάμεσα στις λήψεις, το γέλιο, η ενέργεια – μπορούσες να νιώσεις ότι αυτό ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό. Όλοι όσοι ήταν μέρος αυτής της σκηνής το αισθάνθηκαν».

«Βλέποντας τη χορογραφία για το ‘Rock DJ’ στη Regent Street, ένιωσα σαν να είχε γραφτεί πραγματικά για αυτή τη στιγμή», παρατηρεί ο Γουίλιαμς. «Όταν έγραψα το ‘Rock DJ’, ήταν απλώς ένα τραγούδι με ρεφρέν και χωρίς στίχους, επειδή δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήθελα να πω ή πώς να το πω. Έτσι, έπρεπε να βιαστώ και να βρω κάποιες λέξεις, γιατί εκείνη την ημέρα το ηχογραφούσαμε. Είναι λίγο ακατάληπτο, αλλά σημαίνει πολλά για μένα και για πολλούς άλλους τώρα. Ωστόσο, βγάζει απόλυτο νόημα στην ταινία. Δεν νιώθω ότι είναι το τραγούδι μου καθόλου. Νιώθω σαν να είναι τραγούδι γραμμένο για αυτή την ταινία».

Η ιστορία πίσω από το νέο τραγούδι του Ρόμπι Γουίλιαμς, “Forbidden Road”.

Για τους τίτλους τέλους, η δημιουργική ομάδα κατέληξε σε ένα νέο τραγούδι που ο Γουίλιαμς έγραψε για τις ανάγκες της ταινίας, το “Forbidden Road”. Η ιδέα να συμπεριληφθεί νέο υλικό του καλλιτέχνη ήταν κάτι που ο Γκρέισι είχε κατά νου καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Σύμφωνα με τον Γκρέισι, το τραγούδι προέκυψε ως αντίδραση του Γουίλιαμς μετά την παρακολούθηση της ταινίας. Ο Γουίλιαμς θυμάται: «Τα τελευταία δύο χρόνια, έστειλα στον Μάικλ μερικά τραγούδια, αλλά κανένα από αυτά δεν ταίριαζε με το όραμά του. Δεν κατάλαβα γιατί μέχρι που είδα την ολοκληρωμένη ταινία. Τότε το κατάλαβα πλήρως. Έτσι, γεννήθηκε το ‘Forbidden Road’.”

Ήταν οι ακατέργαστες σκέψεις και συναισθήματα του Γουίλιαμς που εμφανίστηκαν αφού είδε την ταινία για πρώτη φορά και διαμόρφωσαν τους στίχους. «Νομίζω ότι ο Rob το αποτύπωσε αυτό με όμορφο τρόπο», λέει ο Γκρέισι. «Σκέφτηκα ότι θα ήταν πιο ισχυρό να ακουστούν τα λόγια του Ρόμπι τώρα, μοιράζοντας ένα αναστοχαστικό και προκλητικό μήνυμα για να κλείσει η ταινία. Εγώ και ο Rob συζητήσαμε την ανάγκη για το τραγούδι να είναι απαλό και μελωδικά ήρεμο, ειδικά μετά από τις τόσο έντονες συγκινήσεις που προσφέρει η ταινία. Η έμπνευση για το τραγούδι προήλθε από την ιδέα του ‘κρατήματος του χεριού’ — προσφέροντας στο κοινό μια αίσθηση άνεσης και συντροφικότητας μετά από ένα συναισθηματικά ταραχώδες και ελπίζω συγκλονιστικό ταξίδι. Οι πρώιμες εμπνεύσεις περιλάμβαναν τραγούδια όπως το ‘Father and Son’ του Cat Stevens και το ‘Blackbird’ των Beatles. Και τα δύο κομμάτια έχουν μια αναστοχαστική και τρυφερή ποιότητα που ήλπιζα να αποτυπώσω, δημιουργώντας μια μουσική στιγμή που θα αντηχούσε βαθιά και θα άφηνε το κοινό να αισθάνεται ασφαλές στο σκοτάδι». Ο Γουίλιαμς προσθέτει: «Κατάλαβα ότι το κοινό είχε περάσει τόσα πολλά μέχρι το τέλος της ταινίας που θα χρειαζόταν μια αγκαλιά. Και αυτό είναι το τραγούδι – μια μελαγχολική αγκαλιά».

Ταυτότητα ταινίας
Better Man

  • Σκηνοθεσία Μάικλ Γκρέισι
  • Σενάριο Σάιμον Γκλίσον, Όλιβερ Κόουλ, Μάικλ Γκρέισι
  • Παραγωγή Πολ Κάρι, Μάικλ Γκρέισι, Κόκο Χιαουλού Μα, Κρεγκ ΜακΜάχον, Τζουλς Ντάλι
  • Ηθοποιοί Ρόμπι Γουίλιαμς, Τζόνο Ντέιβις, Κέιτ Μάλβανι, Στιβ Πέμπερτον
  • Μοντάζ Τζεφ Γκροθ, Σπένσερ Σάσερ, Μάρτιν Κόνορ, Λι Σμιθ, Πάτρικ Κόρελ
  • Φωτογραφία Έρικ Α. Γουίλσον
  • Μουσική Μπάτου Σένερ, Ρόμπι Γουίλιαμς
  • Διάρκεια 131’
  • Διανομή THE FILM GROUP
  • Είδος Μουσική, Βιογραφική
  • Γλώσσα Αγγλικά
  • Χώρα Παραγωγής Η.Π.Α.