«Κατ’ αρχάς το να είσαι από την Πόλη θεωρείται προνόµιο και από τους ελλαδικούς Έλληνες και από τους Πολίτες. Διότι εδώ µιλάµε για την πόλη των πόλεων, έτσι; Μιλάµε για το να ανήκεις σε µια κοινότητα µε πολύ παλιές και πολύ µεγάλες παραδόσεις, που πάνε βαθιά πίσω στον χρόνο. Όπως και να ’χει, νιώθεις δεµένος µε κάποιο τρόπο µε όλα εκείνα τα έργα που δηµιούργησε αυτή η κοινότητα τόσο στην πρόσφατη ιστορία όσο και στα αρχαία και µεσαιωνικά χρόνια. Γιατί έχεις βρεθεί µέσα σ’ αυτές τις εκκλησίες, έχεις ζήσει πράγµατα, έχεις µνήµες. […] Η Πόλη είναι ένας όµορφος τόπος. Πέρα από την ιστορία, τη φιλοσοφία και τα λοιπά, από µόνη της είναι όµορφη. Είναι και σήµερα όµορφη. […] Παρόλο που έχουν αλλάξει πολλά, εξακολουθεί να είναι όµορφη, να ελκύει, είναι ένας πυρήνας γοητείας. Και άρα σου δίνει έναν λόγο για να το έχεις καύχηµα».
Το βιβλίο αυτό κατά κύριο λόγο ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσµο των αντιλήψεων και των συναισθηµάτων των Ελλήνων και Ελληνίδων της Κωνσταντινούπολης. Διηγείται και βάζει τα πρόσωπά του να διηγηθούν τον ρόλο που παίζει το γεγονός ότι ζουν ή έζησαν στην Πόλη, αλλά και τον ρόλο της ίδιας της Πόλης στο χτίσιµο της ταυτότητάς τους. Διηγείται µε το στόµα των ανθρώπων της ελληνορθόδοξης κοινότητας πώς αναπαράγεται η ταυτότητα στον χώρο, στους µύθους, στις τελετουργίες και µέσα στη µνήµη. Η ιστορία αυτού του βιβλίου αναπόφευκτα µιλάει και για τη φθορά που υπέστη η πολίτικη ταυτότητα µε τις αλλεπάλληλες εθνικιστικές κακοποιή¬σεις, µε την αγριότητα των Σεπτεµβριανών του 1955, τις εξορίες και άλλα. Ακόµη, είναι η ιστορία των αλλαγών που πέρασε και περνάει η Ισταµπούλ και η ταυτότητα της Πολίτισσας και του Πολίτη. Η Νουρντάν Τουρκέρ, αποφεύγοντας και απορρίπτοντας την παγίδα της νοσταλγίας που ελλοχεύει στην αφήγηση για τη συγκεκριµένη ταυτότητα, µας δίνει το παράδειγµα ενός ολοζώντανου και αναλυτικού βλέµµατος στο θέµα που ερευνά.
«Η ενσυναίσθηση δεν είναι µονάχα η τελευταία λέξη του βιβλίου αυτού – διατρέχει κάθε σελίδα του. Είναι ο καρπός του αγώνα, του προσωπικού στοιχήµατος της Νουρντάν Τουρκέρ, να καταγράψει τη µνήµη και την ταυτότητα των Ρωµιών δίνοντας φωνή στους ίδιους. Για να το κατορθώσει, πρέπει να τους γνωρίσει, να µπει η ίδια στη θέση τους, να µάθει. Το πετυχαίνει. Ανατρέπει έτσι μια παράδοση στην τουρκική γραµµατεία βιβλίων που, παρά τις καλές προθέσεις των συγγραφέων, µιλούν για τους µειονοτικούς ερήµην, εν πολλοίς, των ιδίων».
Aλέξανδρος Μασσαβέτας