Από τις εκδόσεις Διόπτρα κυκλοφορεί το βιβλίο, Δεν πέθανα εγκαίρως της Ρέας Βιτάλη.
Τι σόι άνθρωπος… Να ’ξερες πόσες φορές το μονολόγησα.
Έτσι καθώς ακολουθούσα τη σκιά της ζωής του όλης. Τι σόι άνθρωπος… Να! Τότε που τον είδα να σημαδεύει με το μαχαίρι, ο ίδιος σου λέω, το χέρι του… Να κόβει το δάχτυλό του μπροστά στα μάτια της. Να της στραγγίζει το αίμα του όλο. Τι σόι άνθρωπος… Όταν έτρεχε με μια κούτα τσιγάρα στα χέρια, ανάμεσα από διασταυρούμενα πυρά πολέμου, για ένα «ψιτ, μικρέ», που ακούστηκε από ένα παράθυρο που ανοιγόκλεισε σβέλτα. Όταν είδε το φίλο του να πεθαίνει μπροστά στα μάτια του. Όταν έλεγε «εγώ θα είμαι μια μεγαλοφυΐα!» κι ήτανε μια σταλιά. Όταν ταξίδευε για Ρώμη. Τότε που όλη η Ελλάδα μετανάστευε… Εννιακόσιες… Άκου νούμερο! Εννιακόσιες νύφες μιας και μόνης καραβιάς για Αυστραλία, για να συναντήσουν ένα γαμπρό που είχαν δει μόνο σε φωτογραφία… Κι αυτός… Μετανάστης. Πολιτιστικός μετανάστης, γι’ αυτό που εκείνος όριζε ως «ψωμί». Στη Ρώμη του 1957 και στο Παρίσι του 1960. Δεν μπορείς να φανταστείς τι γινότανε στη Ρώμη του ’57 και στο Παρίσι του ’60! Τι σόι άνθρωπος… Όταν την είδε τόσο μα τόσο όμορφη, με τα μαλλιά της ανακατεμένα από έρωτα και ένα δευτερόλεπτο μετά… Άσ’ τα! Θα τα διαβάσεις. Τι σόι άνθρωπος… Σ’ εκείνη τη μικρή αυλή… Εκεί! Όπως τα είχε στοιβαγμένα, έριξε βενζίνη και έβαλε φωτιά! Τα έκαψε, σου λέω, όλα. Τι σόι άνθρωπος είναι αυτός που κατόρθωσε να λογαριαστεί με θηρία! Που δεχόταν επάνω του, καταπάνω του, κατάσαρκα, όλα τα ηλεκτρικά βολτ της παγκόσμιας τέχνης. Και καταγράφηκε στη λίστα των πιο σημαντικών προσωπικοτήτων του 20ού αιώνα. Και κείνος… Άκου! «Κινδύνευα να αυτοκαταστραφώ», μου είπε. Τι σόι άνθρωπος… Εκεί στη Βενετία. Όταν μου μιλούσε για τότε… Την πιο μεγάλη του στιγμή. «Δεν πέθανα εγκαίρως, ο μαλάκας». Το είπε και το πίστευε.