Είναι ο πρώτος Έλληνας συγγραφέας που έκανε την αλεξανδρινή φιλόσοφο «Υπατία» μυθιστόρημα. Το έργο του παρουσιάστηκε στη Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας

από Έλληνες και ξένους λόγιους, ενώ το βιβλίο του κατέγραψε πωλήσεις μπεστ σέλερ. Σήμερα είναι έτοιμος να καταθέσει στο αναγνωστικό κοινό, ένα νέο του έργο, με θέμα την πορεία των γυναικών μέσα από τον πόλεμο, τη στέρηση και τα κοινωνικά ταμπού. Τον συναντήσαμε στον Ιανό και συνομιλήσαμε για όλα όσα τον ενδιαφέρουν και τον απασχολούν.

Συνέντευξη: Γρηγόρης Χαλιακόπουλος

CultureNow.gr: Έχετε γράψει δεκατέσσερα βιβλία. Λύτρωση, εκτόνωση ή συνήθεια το γράψιμο για σας;

Δημήτρης Βαρβαρήγος: Η ερώτησή σας, σα να θέλει να ανοίξει τις σκέψεις μου. Το γράψιμο για μένα είναι τρόπος ζωής, καθώς δεν θα υπάρχω αν το σταματήσω… «ζω για να γράφω», και ατυχώς δεν «γράφω για να ζω». Το γράψιμο, εξιτάρει τον ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο μου. Καταλαγιάζει τις δύσκολες-δύστροπες ψυχικές πλευρές του οργανισμού μου. Με κάνει καλύτερο άνθρωπο και χαίρομαι όταν βρίσκω κάποιον να έχει ταυτιστεί με τις απόψεις μου – πάντα μέσα από τα βιβλία…

 
Cul.N.: Πάντα επιδιώκετε την ταύτιση με τους αναγνώστες σας;

Δ.Β.: Αλίμονο, όχι! Άλλη είναι η «αισθητή λογική» μου ως ανθρώπου και άλλη η «υπεραισθητή» στους δρόμους που ακολουθούν οι ήρωες των βιβλίων μου. Έχουν δικούς τους χαρακτήρες, αυτοί οδηγούν τις ζωές τους, εκείνη την ώρα που αποκαλύπτονται οι πράξεις και οι πρακτικές τους. Ο ρόλος μου εμένα είναι του απλού γραφιά. Μιλάω για την υπεραισθητή ταύτιση, για όσα γράφω στα βιβλία μου. Αυτή η σιωπηλή επικοινωνία με τους αναγνώστες, που χαρίζουν οι λέξεις και οι έννοιες τους, είναι το κέρδος για το συγγραφέα.

 
Cul.N.: Η συνήθης αφορμή για να αρχίσετε ένα βιβλίο;

Δ.Β.: Από πολλά πράγματα! Ακόμα και μια λέξη φτάνει να κινήσει τη διαδικασία της έμπνευσης. Η έμπνευση είναι στιγμιαία, έρχεται σαν αστραπή, κατόπιν για να υλοποιηθεί θέλει κόπο και πολύ δουλειά μέχρι να ολοκληρωθεί ένα βιβλίο. Δεν είναι υπερβολή αν χρησιμοποιήσω τη φράση πως, ο συγγραφέας «φτύνει αίμα» μέχρι να το φέρει βόλτα.
Ωστόσο, προσπαθώ να επιλέγω όχι πολύ ειπωμένα θέματα, αλλά δύσκολα. Δεν είναι βίτσιο, αλλά μεγάλη πρόκληση. Στοιχηματίζω με τον εαυτό μου για το αποτέλεσμα και μάλλον τα καταφέρνω, όπως έχει αποδειχτεί με την αποδοχή των αναγνωστών μου.
 

Cul.N.: Ένα δύσκολο θέμα που έχετε πραγματευτεί;

Δ.Β.: Θα έλεγα πως «Το υστερόγραφο μιας συγγνώμης», είναι ιστορία σκληρή κι απρόβλεπτη, γιατί αγγίζει μια από τις ισχυρότερες σχέσεις στη ζωή του ανθρώπου, καθώς πραγματεύεται τη σχέση μάνας και γιου. Είναι ένα θέμα μέσα από το οποίο ο αναγνώστης θα παρακολουθήσει την ψυχική πάλη και υπέρβαση των ηρώων του βιβλίου. Κατά τη γνώμη μου το κείμενο ασκεί άμεση επίδραση στους αναγνώστες και τους υποβάλει σε θετική ή αρνητική κριτική. Μια αιχμηρή ιστορία όπου το ασυνείδητο και ο ρεαλισμός, συνθέτουν έναν ψυχικά απρόβλεπτο εφιάλτη. Και παρ’ όλο το φόβο μου για το δύσκολο εγχείρημα να εισχωρήσω και να ασχοληθώ με έναν άγραφο νόμο, βρήκα τρομερή ανταπόκριση και συμπόρευση στα λεγόμενα μου από γυναίκες μανάδες. Είναι κάτι που μου  δίνει κουράγιο και αυτοπεποίθηση για τη συνέχεια.

 
Cul.N.: Η Υπατία όμως ήταν η μεγάλη επιτυχία σας…

Δ.Β.: Είμαι ευτυχής που μου έλαχε να είμαι ο πρώτος Έλληνας που έφερα στο φως μια ιστορία επιμελώς αποσιωπημένη. Όσο κι αν προσπαθούμε να δείχνουμε πως είμεθα άτομα ελεύθερα, στην πραγματικότητα η κοινωνία μας είναι πολύ συντηρητική και φοβισμένη έχοντας αξεπέραστα ταμπού σε ορισμένα θέματα γύρω από την ηθική αντίληψη και τη θρησκεία.

Η Υπατία ήταν μια σπουδαία γυναίκα, επιστήμονας η οποία προηγήθηκε της εποχής της και γι αυτό – όπως συμβαίνει στους χαρισματικούς ανθρώπους να τους απορρίπτουν στην εποχή τους – την κατακρεούργησαν.

 
Cul.N.: Το συναίσθημα μετά από κάθε βιβλίο σας που κυκλοφορεί;

Δ.Β.: Ευτυχία και ταυτόχρονα λύπη. Ευτυχία που τα κατάφερα και ο πνευματικός κόπος δεν πήγε στράφι, αλλά βρήκε ανταπόκριση απ’ το κοινό. Και λύπη, γιατί ενώ είναι κάτι απόλυτα δικό μου, το μοιράζομαι με  άλλους. Αλλά αυτό είναι και το ζητούμενο των δημιουργών, η τέχνη τους να ανήκει στους άλλους.
 

 
Cul.N.: Κάπου διάβασα να λέτε πως τίποτα δεν είναι βρώμικο, αν είναι ομολογημένο;
Δ.Β.: Μέσα από τα κείμενα βγαίνουν πολλές αλήθειες, αντιθέσεις παράλογες ή λογικές αποτιμήσεις. Κι αν για κάποιον είναι βρώμικο ένα θέμα για κάποιον άλλον είναι απλώς ένα θέμα…
 

«Παν μέτρο άριστο» θα έλεγα!

Όσον αφορά εμένα ως συγγραφέα, κανένα κείμενο δεν με τρομάζει ή με βάζει σε σκέψεις για ηθικούς φραγμούς. Η ζωή προηγείται της τέχνης, όλα τα σενάρια που πλέκονται σε ένα μυαλό έχουν προηγηθεί από την ίδια τη ζωή, οπότε τίποτα δεν με ξαφνιάζει. Τα βλέπω αυτά τα κείμενα ως ιδιαίτερο ή διαφορετικό αφηγηματικό λόγο.

 
Cul.N.: Παρατηρώ μια ιδιαίτερη ροπή σας να ασχολείσθε αποκλειστικά με το παρελθόν. Το παρόν δεν σας δημιουργεί ενδιαφέρον ανάλογο;

Δ.Β.: Προς το παρόν όχι. Τα ερεθίσματα της έμπνευσής μου δεν με οδηγούν στο σήμερα. Με εξιτάρει η αποκάλυψη ξεχασμένων γεγονότων. Σαν να βγάζεις από την τέφρα της ιστορίας αλήθειες που δεν έχουν ειπωθεί. Αυτό για μένα είναι ένα σημαντικό και γοητευτικό παιχνίδι που δεν έχει ταίρι.

Cul.N.: Περιγράψτε μου το χώρο του βιβλίου…

Δ.Β.: Λαβύρινθος! Φαντασία, ιδέες και υλισμός, πώς να συμπράξουν ιδανικά; Η τέχνη στηρίζεται από το χρήμα, είναι σαν τον έρωτα που περνάει από το στομάχι. Σε παράλληλους δρόμους με διαφορετικό ύφος και αποτέλεσμα. Οι συγγραφείς έχουν να αντιμετωπίσουν την σκληρή πραγματικότητα των εκδοτών, που λογικά κι αυτοί, έχουν διαφορετική αντίληψη απ ότι ο εσώτερος  κόσμος των δημιουργών. Με τη σειρά τους ποντάρουν χρήματα σε ένα αβέβαιο αποτέλεσμα. Φαύλος κύκλος. Αλλά όλα, είναι  μεσ΄ το παιχνίδι.

 
Cul.N.: Ερμηνεύστε μου τη λέξη «Αγάπη»…

Δ.Β.: Πικρό το καλό φάρμακο… έτσι είναι η αλήθεια. Γεννιόμαστε και γερνάμε μόνοι, αν και κάποτε παντρευόμαστε επιδιώκοντας να τη βρούμε μέσα από δυσκολίες και αγώνες. Τι άλλο σημαντικό υπάρχει στη ζωή εκτός από την Αγάπη. Και είναι τόσο σπουδαίο όταν την προσφέρεις στον άλλον δίχως αντάλλαγμα. Αλλά βλέπεις, έχει κι αυτή μπει στο τρυπάκι της ανταγωνιστικής και καταναλωτικής πρακτικής. Ζητούμενο όλων είναι, αλλά όλοι μαζί της είμαστε φειδωλοί. Φοβούμαστε να αφήσουμε τον εαυτό μας να σκορπιστεί κι ας την έχουμε μέσα μας έμφυτη. Η ανασφάλεια στις δυτικές κοινωνίες και ο εγωκεντρισμός ότι «εγώ είμαι καλύτερος», «εγώ τα ξέρω όλα», δημιουργεί την ανάγκη της όλο και  μεγαλύτερης επιβεβαίωσης. Από τη στιγμή όμως που η επιβεβαίωση είναι δεδομένη και σίγουρη από μια πηγή, τότε εξανεμίζεται το ενδιαφέρον της. Έρχεται η ώρα που το «Εγώ» επιθυμεί την επιβεβαίωση από άλλη πηγή και συνεχίζεται αενάως το παιχνίδι αυτό. Η Αγάπη αφυπνίζει τα συναισθήματα, ομαλοποιεί τις αντιδράσεις μας και οι πράξεις μας γίνονται όλο και καλύτερες.

 
Cul.N.: Θάνατος;

Δ.Β.: Το αναπόφευκτο, το μοναδικό αληθινό γεγονός στη ζωή μας.

Cul.N.: Κλείνοντας να σας ρωτήσω τι καινούργιο ετοιμάζεται;

Δ.Β.: Ένα χιλιοειπωμένο θέμα πολέμου, που όμως εγώ το καταθέτω μέσα από τις γυναίκες που έζησαν τα γεγονότα του πολέμου, του πόνου, της δουλείας, του θανάτου. Επιτρέψτε όμως να μην αποκαλύψω περισσότερα στοιχεία του αυτή τη στιγμή, πριν κυκλοφορήσει. Ίσως στο μέλλον αν με ξαναθυμηθείτε  να μιλήσουμε…