Ο Αδαμάντιος Κοραής, στο περίφημο Υπόμνημά του (1803), θέλοντας να αναδείξει τη θεμελιώδη σημασία των γαλλικών εξελίξεων για τους Έλληνες, σημείωνε ότι, ιδίως μετά το 1789, «η εθνική ματαιοδοξία παραχώρησε τη θέση της στη συμπεριφορά ενός λαού ο οποίος ετοιμάζεται να μεταβληθεί σε έθνος»: να αποκτήσει δηλαδή πολιτική αυτοσυνειδησία και να διεκδικήσει ανεξάρτητη πολιτική ύπαρξη.
Αυτό το βιβλίο επιχειρεί να φωτίσει μια κρίσιμη, πλην όμως εν πολλοίς άγνωστη πτυχή της συγκεκριμένης διαδικασίας: τη γαλλική παρουσία στο Ιόνιο, από το καλοκαίρι του 1797 μέχρι την άνοιξη του 1799, και τις ευρύτερες συνέπειές της για τον κόσμο των Ελλήνων.
Σε πρώτο επίπεδο, εστιάζουμε στο τέλος της μακραίωνης βενετικής κυριαρχίας στο Ιόνιο, κυρίως όμως στους νέους πολιτικούς, διοικητικούς και εκπαιδευτικούς θεσμούς, αλλά και σε κομβικά εννοιολογικά ζητήματα που προέκυψαν από αυτό: στους τρόπους πρόσληψης της ρήξης, στην εννοιολογική μετακίνηση και νοηματική διεύρυνση κρίσιμων όρων (πολίτης, τόπος, αρετή, νόμος, πατρίδα, έθνος), στη νέα ανάγνωση του ιστορικού χρόνου – στην πολιτικοποίηση, ιδίως, της αρχαιότητας.
Παράλληλα, παρακολουθούμε την προσέγγιση του Ιονίου με τον ελληνικό κορμό: μετά από αιώνες, οι δύο κόσμοι αρχίζουν να συγκλίνουν, λόγω των εξελίξεων του παρόντος, κυρίως όμως λόγω των ελπίδων του μέλλοντος. Η ανατροπή του 1797 και ο θάνατος της Βενετίας, η πλήρης διατάραξη των ισορροπιών στην Ανατολική Μεσόγειο, η άφιξη της Γαλλίας στα κράσπεδα της επικράτειας του σουλτάνου και η αποκάλυψη των σχεδίων του Ρήγα –ομόκεντροι κύκλοι που γεννήθηκαν από το 1789–, οδήγησαν στην εκρηκτική διάδοση των νέων ιδεών στον κόσμο των ραγιάδων.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η ορθόδοξη Εκκλησία, εντός του πλαισίου που όριζε η Οθωμανική αυτοκρατορία και με λόγο αντίστοιχο της καθολικής, αντιπαρατέθηκε σφοδρά στις νέες ιδέες, εννοιολογώντας με τον δικό της τρόπο τους επίμαχους όρους: ελευθερία, αρετή, ισότητα, πατρίδα. Η οξεία αυτή αντιπαράθεση επέσπευσε το επόμενο μεγάλο βήμα του ελληνικού κόσμου: την εννοιολογική αυτονόμηση του γένους των Γραικών από το γένος των ορθοδόξων.
Δημήτρης Δ. Αρβανιτάκης
Ο Δημήτρης Δ. Αρβανιτάκης είναι πτυχιούχος του Τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ως υπότροφος της Ακαδημίας Αθηνών, εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας (1995-1999) και ανακηρύχθηκε διδάκτωρ του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου (1999). Από το 2000 εργάζεται στο Μουσείο Μπενάκη, ως επιστημονικός συνεργάτης και υπεύθυνος του Τμήματος Εκδόσεων. Πεδίο των επιστημονικών του ενδιαφερόντων είναι η νεότερη ελληνική ιστορία, με έμφαση στην ιστορία της βενετικής κυριαρχίας στον ελληνικό χώρο, την κοινωνική ιστορία των νησιών του Ιονίου, την ιστορία της λογιοσύνης και τις σχέσεις του ελληνικού και του ιταλικού πνευματικού κόσμου (18ος-19ος αι.), σε συνάρτηση με τη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης και των εθνικών κρατών.
Στο πλαίσιο των παραπάνω προβληματικών, έχει ασχοληθεί με την ιστορία της τοπικής αλλά και της εθνικής ιστοριογραφίας, καθώς και με τη σχέση λογοτεχνίας και ιστορίας. Έχει συμμετάσχει σε επιστημονικά συνέδρια, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ μελέτες του έχουν περιληφθεί σε περιοδικά, συλλογικούς τόμους, πρακτικά συνεδρίων κ.α. Είναι μέλος της Γραμματείας σύνταξης του περιοδικού Τα Ιστορικά, μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής και συντονιστής της έκδοσης των Έργων του Ανδρέα Κάλβου.